22.5.09

I was eating off the floor/ Every little apple core/ Still it wasn’t quite enough/ Wine and juices for my love

Πάνε αρκετές μέρες από το τελευταίο ποστ του some beans. Και το λιγότερο που θα μπορούσε να πει κανείς γι'αυτές είναι ότι ήταν περίεργες μέρες. Περίεργες ώρες, που ξοδεύτηκαν μέσα, έξω και γύρω από το ειδυλλιακό 401. Αμέτρητες διαδρομές του μετρό που έμοιαζαν παιχνιδάκι πηγαίνοντας και βαριές, ατέλειωτες φεύγοντας, αλλά από την άλλη χωρίς να είναι κιόλας σίγουρο αν το σπίτι θα πρόσφερε ξεκούραση και καταφύγιο ή νέα τροφή για σκέψη, νέες διαστάσεις στην εκτίμηση των πραγμάτων από αυτές που μόνο οι άδειες ώρες σ'ένα άδειο σπίτι ξέρουν να δίνουν. Και ως γνωστόν, τις άδειες ώρες μπορεί να επιχειρήσεις να τις γεμίσεις με πολλά και διάφορα, αλλά τίποτα δεν μπορεί να υποκαταστήσει το βασικό συστατικό όταν αυτό λείπει μακριά.

Κι αν αυτή είναι μια διαδικασία που έρχεται "εκ των έσω" και σε γειώνει, υπήρξαν κι άλλες πολλές που ήρθαν απ'έξω. Πράγματα και καταστάσεις με τις οποίες δεν είχα ως τώρα επαφή, και που μπροστά τους οι εμπειρίες των Πολεοδομιών ένοιαζαν με πικ-νικ στην εξοχή. Ό,τι στραβό, βλαμμένο και απογοητευτικό έχει ως τίτλο τιμής και καμάρι του ο Έλληνας σε παρέλαση μπροστά σου, ντυμένο φυσικά στη γνωστή λατρεμένη παραλλαγή. Και άνθρωποι που έφεραν τίτλους υπευθύνων, και που αντιμετώπιζαν την υγεία και το άμεσο μέλλον, τους επόμενους μήνες της ζωής νέων ανθρώπων - και τα νεύρα των ίδιων και των γύρω τους - με μεθόδους που προσέγγιζαν σε σοβαρότητα και εγκυρότητα το μάδημα της μαργαρίτας.

Η κορύφωση της όλης διαδικασίας ήρθε την Παρασκευή. Στις 9 το πρωί ήμουν σχεδόν αισιόδοξη, έχοντας κατασταλάξει στο συμπέρασμα της όλης ιστορίας και ούσα αποφασισμένη να το αντιμετωπίσω. Στις 11 λίγο απορημένη αλλά χαρούμενη. Στη μία σοκαρισμένη, στη μία και τέταρτο έξαλλη. Στις 2 και κάτι παραιτημένη και χάλια. Στις τρεις παρά είκοσι πάλι απορημένη, στις τρεισίμισι έκπληκτα χαρούμενη, στις τεσσεράμισι ευτυχισμένη, έστω γνωρίζοντας ότι θα κρατούσε για λίγες μόνο ώρες. Κι όλο αυτό το τρελαμένο συναισθηματογράφημα οφειλόταν στις διαθέσεις μιας χούφτας ανθρώπων, με τους οποίους δε γνωρίζομαι καν... Οφείλω όμως να παραδεχτώ ότι επιφύλαξαν ένα αντάξιο τέλος σε μια εβδομάδα παράνοιας και αλλεπάλληλων σκωτσέζικων ντους τα οποία είχαν και πάλι προσφέρει οι ίδιοι με χαρά στο πιστό κοινό τους, με μοναδική δικαιολογία το γεγονός ότι φέρουν πάνω στα ρούχα τους κάποια γαλόνια.

Όλα αυτά όμως πέρασαν κι έφυγαν, και το εν Αθήναις μισό του some beans θα επιχειρήσει ουσιαστικά από σήμερα την αποφόρτιση και την αναμονή. Όλες αυτές τις μέρες, οι μουσικές που συνόδευσαν τα, πότε ευχάριστα και πότε μελαγχολικά, πήγαιν'έλα μου ήταν συγκεκριμένες. Δεν είχα διάθεση για πολλά-πολλά, και τελικά λίγοι ήταν οι ήχοι που κατάφερναν να διαπεράσουν τα στρώματα της σκέψης μου και να πάρουν τον πυρήνα του μυαλού μου για λίγο μακριά από το κυρίως θέμα. Οι ευχάριστες στιγμές ντύθηκαν με γενναίες δόσεις από κάτι νεαρούς από το Liverpool που ονομάζονται The Beatles και θα σας πρότεινα να τους ακούσετε, διακρίνω πως έχουν ένα κάποιο μέλλον... (Αν και η ακρόαση του "Because" όταν είναι κανείς μόνος και επιρρεπής και γύρω απλώνεται ένα γλυκό μαγιάτικο σούρουπο δεν ενδείκνυται. Όχι. No way Jose!) Οι πιο ενδοσκοπικές συντροφεύτηκαν από τον υπέροχο δίσκο της Soap & Skin που αναφέραμε στο προηγούμενο ποστ, και από το Stockholm Syndrome των Δανών με το γλυκό κι αγαπησιάρικο όνομα Murder.

Οι δυο τύποι από την όμορφη Κοπεγχάγη έφτασαν στο δρόμο μου τυχαία, πλην όμως με εξαιρετικές συστάσεις: ολάκερος Stuart Staples κατονόμασε αυτούς και μόνο αυτούς στην ερώτηση για τους αγαπημένους του νέους καλλιτέχνες, σ'ένα ερωτηματολόγιο του Pitchfork. Μια τόσο ξεκάθαρη απάντηση, συνοδευόμενη από μια τόσο απλή περιγραφή, από έναν από τους αγαπημένους μου τραγουδιστές και γενικά μουσικούς όλων των εποχών ήταν αρκετή για να πατήσω το link που βρισκόταν έτοιμο στη διάθεσή μου. Μια ακρόαση των τραγουδιών που είχαν στο MySpace τους ήταν κι αυτή αρκετή για να κολλήσω, και χωρίς μεγάλη χρονοτριβή να αγοράσω το δεύτερο δίσκο τους σε μορφή mp3 από την ιστοσελίδα της εταιρίας τους Good Tape Records. Αποδείχθηκε ένα από τα καλύτερα 9ευρα που έχω ξοδέψει φέτος.

Το Stockholm Syndrome είναι ο δεύτερος δίσκος των Murder, δηλαδή του Jacob Bellens και του Anders Mathiasen, κυκλοφόρησε το 2006 και είναι σχεδόν τελείως ακουστικός. Όλα τα τραγούδια βασίζονται στα γλυκά αρπίσματα της κιθάρας του Mathiasen και στη βαριά, μεστή φωνή του Bellens που θυμίζει Johnny Cash όχι στα πρώτα του νιάτα με μια υποψία από τον Sivert Høyem των Μadrugada, για να μην ξεχνάμε και τη μαμά Σκανδιναβία. Κι όμως, παρ'ότι η συνταγή μοιάζει χιλιοδοκιμασμένη και βαρετή, στα χέρια των Murder δείχνει σαν καινούρια, καθώς την εφαρμόζουν σε κάμποσα μικρά διαμαντάκια, αντάξια κληρονομιά στους πρώτους διδάξαντες της τέχνης του να φτιάχνεις ένα υπέροχο τραγούδι από τα πιο βασικά υλικά.

Ήδη, ένα απ'αυτά, το "When The Bees Are Sleeping", παίξαμε σε μια προηγούμενη εκπομπή του Radio Beans, και είναι μόνο ένα από τα δείγματα της δεξιοτεχνίας τους. Το "Naming the Demon" είναι επιβλητικά ήρεμο, το "Bodies Collide" φέρνει το cello σαν συμπρωταγωνιστή της ακουστικής κιθάρας σε ένα λυτρωτικό ρεφραίν, το ριφάκι του "Daughters of Heavy" πηγαινοέρχεται ανεπαίσθητα αλλά επίμονα, θυμίζοντας το λίκνισμα βάρκας δεμένης στα ρηχά, και το glockenspiel ή βιμπράφωνο ή ό,τι τέλος πάντων είναι αυτό εισάγει τη δεύτερη στροφή για να συναντήσει το βιολί και την τρομπέτα στη "γέφυρα", σ'έναν ακαταμάχητο συνδυασμό. Το χαρούμενο "Applejuice", από την άλλη, είναι σοβαρό υποψήφιο για να μπει στο mix-CD που θα φτιάξουμε για την πρώτη μας εξόρμηση στην παραλία, όταν με το καλό το άλλο μισό του some beans είναι ξανά εδώ - οι γλυκές country κιθάρες του και η τελείως Americana αίσθηση που αφήνει δεν θα μπορούσε να βρίσκεται πιο μακριά ηχητικά από ένα μέρος σαν τη Δανία.

Κι αν δεν κολλήσετε με κανένα από τα παραπάνω, ίσως το πάθετε, όπως κι εγώ, με το πρώτο κομμάτι του δίσκου, το συγκλονιστικό "Feast in my Honour". Μια τόσο απλή, αλλά και τόσο εθιστική μελωδία, απ'αυτές που σφηνώνονται στο μυαλό και δε βγαίνουν, και η φωνή του Bellens ταπεινά μεγαλοπρεπής να ακούγεται στην αρχή κιόλαςνα εκφέρει τις λέξεις "Rain on windmills" και το τραγούδι να θυμίζει ακριβώς αυτό: βροχή σε ανεμόμυλους, με το cello να συνοδεύει και μερικές λιτές νότες του πιάνου να υπογραμμίζουν το ρεφραίν. Ένα τραγούδι που ανάλογό του, στα δικά μου αυτιά, δεν υπήρχε στο Boxer των National με την εξαίρεση ίσως του "Racing Like a Pro". Ακούστε το και περιμένω γνώμες...

Στο μεταξύ, οι Murder ετοιμάζουν τον τρίτο τους δίσκο και ίσως τον κυκλοφορήσουν μέσα στο καλοκαίρι. Μια ευκαιρία για τον μουσικό πλανήτη να γνωρίσει ένα πραγματικά εξαιρετικό σχήμα και να δικαιώσει πανηγυρικά τον λάτρη τους, πλέον, Stuart Staples, τον οποίο θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε, εδώ από το some beans, και για το έξοχο αυτό recommendation πέρα από τις χιλιοειπωμένες μας ευχαριστίες για τις άπειρες κορυφαίες στιγμές που μας έχει χαρίσει με τη μπάντα του. Χάρη σ'αυτόν, αυτή τη φορά θα είμαστε έτοιμοι να τους υποδεχτούμε. Και από τα δυο μας μέτωπα.

Murder - "Feast in my Honour" (Stockholm Syndrome)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

 
Clicky Web Analytics