27.4.11

And nothing to be proud of/ And nothing to regret/ All of that to make as yet...


Καλή η προσπάθεια του Jace Lasek να μας αποκρύψει το νέο δίσκο των Besnard Lakes αλλά δεν τα καταφερε. Μπορεί να έχει ονομάσει τη νέα του μπάντα Soft Province αλλά ο ήχος είναι καθ' εικόνα και ομοίωση με τους Besnard όμως αυτή τη φορά αντί για την Olga Goreas τον βοηθά ο παλιόφιλός του Michael Gardiner.

Εκ πρώτης όψεως κάποιος θα πει ότι ο Jace έχωσε μερικά ριφάκια που περίσσεψαν από τους Besnard. Με μια παραπάνω ματιά όμως, προσέχοντας και την πολυ καλή τριάδα "For Untold Days", "In a Some See No One Club" και "One Was a Lie" βλέπουμε πως το Soft Province στέκεται και ως αυτόφωτη ύπαρξη. Υπάρχουν αρκετές ομοιότητες μάλιστα με τους αντίστοιχους Retribution Gospel Choir του Alan Sparhawk των Low, το side project του Jace όμως υπερτερεί αφού η αντίστοιχη μετάβαση από τους Besnard Lakes είναι πιο ομαλή.

Σε σχέση με την αδελφή μπάντα, το Soft Province βασίζεται περισσότερο στην επαναληπτικότητα πέρα απο τις κλασσικές ψυχεδελικές και progressive επιρροές. Το γυναικείο άρωμα και οι θηλυκές καμπύλες είναι αλήθεια πως λείπουν απο τη μασχαλίλα του project μιας και δεν υπάρχει κάποιο "Albatross" για να ξαποστάσει ο ακροατής.

Αλλά εντάξει, μην το κρίνουμε με τα μέτρα των Besnard. Εδώ είναι το project δύο φίλων που ήθελαν να συνεργαστούν απο καιρό και αντί για ένα ποτήρι κρασί ξεσκονίζουν τις κιθάρες τους για τα καλά. Δεν θα μπορούσαμε παρά να επικροτήσουμε τέτοιες συμπεριφορές.

The Soft Province - "One Was a Lie" από το Soft Province



Οι R.E.M. ξύπνησαν για τα καλά. Και όταν λέμε ξύπνησαν εννοούμε συνέχισαν με το γκάζι πατημένο. Μουσικά, γιατί ποιοτικά συνεχίζουν να βρίσκονται στις επάλξεις μετά από ένα διάστημα αμφισβήτησης που πέρασαν το πρώτο μισό των '00s.

Το Accelerate ήταν σημαντικό σημείο στροφής της μπάντας η οποία φάνηκε να διψάει μετά απο πολύ καιρό για να ξανανιώσει τις παλιές της δόξες. Δίψα που είδαμε και ιδίοις όμασι στην απίστευτη συναυλία τους στο Καλλιμάρμαρο. Τώρα το γκάζι συνεχίζει να είναι πατημένο αλλά πλέον αλλάζουν ταχύτητες και η πορεία είναι πιο ομαλή.

Ο δίσκος είναι πιο πλούσιος απο το Accelerate και, όπως ομολογούν και οι πιο σκληροπυρηνικοί τους φαν, διαθέτει μερικά απο τα καλύτερα τραγούδια που έχουν γράψει εδώ και μερικά χρόνια. Το "UBerlin" θυμίζοντας το "Drive" είναι μια απο τις κλασσικές μπαλάντες τους με τον Stipe να βρίσκεται σε ενδοσκοπική αλλά αισιόδοξη και ελπιδοφόρα διάθεση σε αντίθεση με το Accelerate που προσπαθούσε με χοροπηδηχτά να δείξει τον κίνδυνο που έρχεται. Στο υπέροχο "Oh My Heart", ακόμα ένα μελλοντικό κλασσικό τους κομμάτι που θα μας συντροφεύει για καιρό, ο Stipe αποφαίνεται "The storm didn't kill me/ The government changed" σε απάντηση στο "Houston" του προήγουμενου δίσκου που ομολογούσε απαισιόδοξα "Ιf the storm doesn't kill me/ Τhe government will". Εξίσου αισιόδοξο είναι το πιο παραδοσιακό "It Happened Today" στο οποίο βοηθά και ο Eddie Vedder με τα φωνητικά του.

Στιχουργικά (μιας και οι στίχοι του Stipe πάντα ήταν το μισό μέρισμα απο το κλάσμα των R.Ε.Μ.) βάζει τα γυαλιά σε όλους αυτούς τους γεροκλανιάρηδες με τα κουρασμένα μυαλά, ανεξαρτήτως ηλικίας, δείχνοντας ότι είναι ένας άνθρωπος που ζει και απολαμβάνει το σήμερα χωρίς να φοβάται την τεχνολογία. Στέκεται θαρραλέα απέναντι από τις χαοτικές εξελίξεις που καλπάζουν συνειδητοποιώντας ότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος να τα καταφέρεις (ή δήλωσή του πως κρατάει όλους του τους στίχους στο iκάτι του δεν είναι τυχαία).
Έτσι οι R.Ε.Μ. ακούγονται φρέσκιοι, ορεξάτοι και ακόμα δυναμικοί υπενθυμίζοντας ότι το μόνο που έχει αλλάξει από τις μέρες του ραδιοφώνου είναι μερικές τρίχες και μερικά κιλά παραπάνω. Απο δίπλα ο Mike Mills αγέραστος να δίνει την απαιτούμενη νεανική φρεσκάδα στα σοφά λόγια του Stipe.

Τα "Walk It Back" και "Everyday Is Yours To Win" είναι μερικοί ακόμα θρίαμβοι των ατόφιων μελωδιών που μας έχουν αφήσει οι Αθηναίοι. Και δε σταματούν εκεί. Υπάρχουν και εκλεκτότατοι καλεσμένοι όπως ο Eddie Vedder που αναφέραμε νωρίτερα. Η Peaches δίνει την αστείρευτη ενέργειά της στο "Alligator_Aviator_Autopilot_Antimatter" ένα τραγούδι βγαλμένο απο τις χρυσές εποχές του MTV. "This is my time and i'm thrilled to be alive" μουρμουρίζει ο Stipe στο ανατριχιαστικό "Blue" με την συμμετοχή της Patti Smith (που έχει μερίδιο στη σύνθεση του κομματιού) σε μια συνέχεια του "E-Bow the Letter" 15 χρόνια μετά.
Το Collapse Into Now είναι ο θρίαμβος του τώρα, είναι το μέρος που θέλουν να βρίσκονται οι R.E.M. εκεί κάπου ανάμεσα στην jangle pop τους και στα μελαγχολικά folk αριστουργήματά τους.





Η μεγαλύτερη απογοήτευση του πρώτου τετάρτου της χρονιάς και πιθανότατα η μεγαλύτερη απογοήτευση όλου του 2011 (αν αποδειχθεί μέτριος και ο δίσκος των Wild Beasts θα ζητήσω ιατρική βοήθεια).

Δραματικό ξεκίνημα το ξέρω αλλά γνωρίζετε πόσο πολύ λατρέψαμε το The Seldom Seen Kid. Το Build A Rocket Boys! δεν είναι μόνο ένα βήμα παρακάτω (και δύο και τρία) αλλά είναι μαζί ίσως με το Leaders Of The Free World το πιο αδύναμο άλμπου των Elbow. Mονότονος, επίπεδος, μη αξιομνημόνευτος και, περιέργως για τους Elbow, πολύ αδύναμος συνθετικά δίσκος.

Το "The Birds" είναι ένα ξεκίνημα που θα έπρεπε να μας ψυλλιάσει. Επιμονή σε μια μελωδία που δεν βγάζει πουθενά και σοκαριστικά αδιάφοροι στίχοι του Guy Garvey. Έπρεπε να μας ψυλλιάσει λέμε γιατί το "Lippy Kids" και το "With Love" θολώνουν κάπως τα νερά με την γλυκόπικρη σήμα κατατεθέν της μπάντας λυρικότητά τους. Το μεν "Lippy Kids" είναι ένας ύμνος και ταυτόχρονα έκκλιση στους νέους να χαρούν τη νιότη τους (όπως είπε και ο Guy είναι ένα τραγούδι αντίδραση στη φασιστική παρουσίαση της νεολαίας απο τα βρετανικά tabloids) στο δε "With Love" κυριαρχεί το μαντολίνο και η αγάπη που είναι θέμα χρόνου να σε βρει. Το θέμα όλου του δίσκου είναι ακριβώς ένα ταξίδι στα παιδικά και εφηβικά χρόνια του Guy στο Bury όπου έφτιαξε τις πρώτες του αναμνήσεις και γνωρίστηκε με τους υπόλοιπους Elbow. Το θέμα θα μπορούσε να βγάλει ένα αριστούργημα τηρουμένων των συντελεστών και όμως...

Το "Jesus Is A Rochdale Girl" είναι μια εξαιρετική στιγμή του δίσκου για ένα κορίτσι απο το Rochdale (παιδικός έρωτας του Guy). Για χάρη της υποκύπτει στη χρόνια εμμονή του με τους Talk Talk και δανείζεται το σήμα κατατεθέν «πειραγμένο» keyboard τους απο το Laughing Stock.

Απο εκεί και πέρα, υπερβολικά επηρεασμένοι ίσως απο τη σκηνή του Sheffield, βουτάνε στα κλισέ και τις εύκολες λύσεις με τα "The Night Will Always Win" και "Open Arms". Λίγος αγγλικός αυτοσαρκασμός με το -πολύ έξυπνο στιχουργικά- "High Ideals", ένα αχρείαστο reprise του "The Birds" με τον ερασιτέχνη τραγουδιστή -συντηρητή του piano τους να αναλαμβάνει τα φωνητικά, το "Grounds For Divorce" των πολύ φτωχών που λεγεται "Neat Little Rows" και βουαλά έτοιμος ο δίσκος. Το τελευταίο "Dear Friends" μας υπενθυμίζει που πάσχει ο δίσκος. Του λείπει η ενορχήστρωση, η μεγαλοπρέπεια, το δράμα σε σωστές δόσεις και κάποιες συνθέσεις που δεν αποκαλύπτουν κατευθείαν τα χαρτιά τους. Γι'αυτό το "Dear Friends" (έχουμε flashback από το "Red" όποτε το ακούμε) θα μπορούσε να βρίσκεται στο Seldom Seen Kid και γι'αυτούς τους λόγους ο προηγούμενός τους δίσκος αλλά και ο πρώτος τους ήταν δύο απο τους καλύτερους δίσκους της προηγούμενης δεκαετίας.

Κοιτώντας τώρα στον επίλογο τις αποθεωτικές κριτικές για το Build A Rocket Boys! αναρωτιέμαι αν άκουσα τον ίδιο δίσκο. Αναρωτιέμαι επίσης αν η γνώμη μου θα βελτιωθεί μέχρι το τέλος του χρόνου και θα υπερισχύσει ο θαυμασμός για την προσωπικότητα του Guy Garvey απο την (όσο είναι δυνατή αυτή) αντικειμενικότητα του αυτιού μου. To "Jesus Is A Rochdale Girl" είναι το κάτι άλλο πάντως. Χμμ....

20.4.11

You better shut your eyes/ Here's where your life begins


Το δεύτερο άλμπουμ αυτής της γαλλο-φινλανδικής συμμαχίας κατέφθασε και συνεχίζει απο εκεί που σταμάτησε το καλοβαθμολογημένο και ευπώλητο (για κάποιον μυστήριο λόγο) ντεμπούτο τους με τίτλο A Mouthful. Οι The Dø αρέσκονται σε lo-fi, χαριτωμένες μελωδίες που σχεδόν πάντοτε υφίστανται την κακοποίηση του ντουέτου για να ασχημύνουν και να διατηρήσουν τον outsider-φρικιό χαρακτήρα τους.

Το εναρκτήριο "Dust It Off" αντιπροσωπεύει ακριβώς αυτό, με τη χαρακτηριστική φωνούλα μικρού αγοριού της Olivia Merilahti να διακόπτεται από ένα ηχητικό κύμα που παρεμβάλλεται. Beautiful freak όπως έλεγε και ο Eels. Πιο τσαχπίνηδες από τη Mirah αλλά με λιγότερο καλές μελωδίες από το C'mon Miracle της Αμερικανίδας. Περισσότερο θορυβώδεις, με τόλμη και ποικιλία στον ήχο τους αλλά και μια νυσταλέα ληθαργική ατμόσφαιρα.

Τα ασυνήθιστα μεγαλοπρεπή για τα μέτρα τους "The Wicked and the Blind" και "Smash Them All" ξεχωρίζουν με τις πολλές τους αρμονίες, τον ορχηστρικό τους ήχο και τα δραματικά τελειώματά τους. Γρήγορα όμως επιστρέφουμε στην παιχνιδιάρικη αυτοσχέδια pop δωματίου, που της αρέσει να την ακούνε αλλά κρύβεται μέσα στην ντουλάπα όταν αυξάνεται το ακροατήριο. Το "Gonna Be Sick" τέτοιο παράδειγμα, ένα κομμάτι που θα μπορούσε να βρίσκεται στο Mutations του Beck, όπως και το "Too Insistent" που διαθέτει το μόνο που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ρεφρέν στον δίσκο.

Ο σκοπός είναι ένας συμπαθητικά αφιλόδοξος δίσκος που ερωτεύεται την επιτυχία αλλά επειδή είναι πιτσιρικάς την κλωτσάει στο καλάμι για να της δείξει οτι του αρέσει. Από το "Playground Hustle" του προηγούμενου δίσκου είχαμε καταλάβει ότι τους αρέσει να συχνάζουν σε παιδικές χαρές αλλά δεν είχαμε καταλάβει ότι και στα όνειρά τους υπάρχουν κοντά παντελονάκια και σφεντόνες. Αν ήταν και τόσο γεμάτο σε ιδέες, όσο το πρώτο και το δεύτερο μέρος του Both Ways Open Jaws θα ήταν πολύ καλύτερα τα πράγματα.





Η Εβραιοπούλα, ξάδερφη του αντίχριστου, κάτοχος ουράς, πράκτορας της νεάς τάξης κλπ που κινείται μεταξύ της πατρίδας της, του Παρισιού και του Αμστελόδαμου ξέρει να φτιάχνει χιτάκια. Έστω και αυτά τα υποτονικά χιτάκια που προτιμάει ο Best. Στο "My Name Is Trouble" απευθύνομαι που με την άψογη και άκοπη ροή του κυλάει ως ένα απο τα πιο ραδιοφωνικά και ευχάριστα κομμάτια που ακούσαμε φέτος. Η γλυκιά φωνή της Keren μας προειδοποιεί οτι το επίθετό της είναι «Πρόβλημα» και το μικρό της «Αχούρι» αλλά εμάς μας έρχεται να της τσιμπήσουμε το μάγουλο. Τα μέλια συνεχίζονται στο α λα Cortney Tidwell αστρικό dream pop του "Run With You", ύμνο στους καταδικασμένους εραστές που δεν έχουν αύριο και απαιτούν να χαρούν την τελευταία μέρα που τους αναλογεί.

Αλλά ως εκεί. Πρέπει να διαχωρίσουμε τη θέση μας απο τη συνέχεια του δίσκου γιατί μετά μας ακούγεται σαν η Madeleine Peyroux να τραγουδά για τον Ginsberg και τον Corso. Δεν έχει τη σκληράδα, την έγκριση του υποκόσμου και την απαραίτητη δόση από γούκα-ντούγκα-ντούγκα νταν που χρειάζεται για κάτι τέτοιο. Και όχι δεν θα αναφέρουμε το ανεκδιήγητο "101" που ξεκινάει μια αντίστροφη μέτρηση μέχρι το 1 χωρίς κανέναν απολύτως λόγο. Και έτσι κι αλλιώς αν θέλαμε να μετρήσουμε ακούγαμε και αυτό.





Όταν όλοι σε απογοητεύουν χρειάζεσαι να γυρίσεις στις παλιές καλές διαχρονικές αξίες. Εντάξει, δεν είναι ότι βρίσκεται στα καλύτερά του εδώ, αλλά είναι μια πολύ φιλότιμη προσπάθεια να πιάσει το σφυγμό του φοβερού Blackberry Belle. Αυτό που χαρακτήριζε τον δεύτερο δίσκο των Twilight Singers ήταν, εκτός απο την ποικιλία του, η ικανότητά του να συνδυάζει τις μελωδικές με τις σκοτεινές βλέψεις του Dulli ισορροπώντας κάπου ανάμεσα στη soul και τις jazz επιρροές του. Εδώ δεν υπάρχουν ούτε καν ψίχουλα αυτής της jazz μιας και είναι πιο εσωτερικός και λιτός δίσκος. Με πολλές drum machines εκφράζει σίγουρα μια τεράστια διαφορά σε σύγκριση με το rock διαστάσεων ολυμπιακής πισίνας του Powder Burns.

Κάποια στοιχεία και ρυθμοί παρελθόντων συνθέσεων επαναλαμβάνονται, ενώ με εξαίρεση τη φοβερή και φρέσκια πνοή του "The Beginning of the End" δεν ξεχωρίζει κάποιο τραγούδι το κεφαλάκι του απο το σωρό. Στο προαναφερθέν ο Dulli παραδίδεται στον ερωτιάρη Curtis Mayfield που έχει μέσα του με τη μελωδία να θυμίζει κάτι από χρυσές εποχές των Afghan Whigs και τη φωνή του να είναι στα πιο αισθησιακά της. Το ξεκούρδιστο "Last Night In Town" μας κάνει να αισθανόμαστε λίγο περίεργα αλλά μπαίνουμε στο νόημα με την αρχή του "Be Invited" και λίγη τζούρα από μυθικούς πλέον Gutter Twins (τη συνεργασία του με τον Mark Lanegan). Το χαρακτηριστικό πάθος του Dulli σπαρταράει στο δυναμικό "Waves" αλλά και το «ύπουλο» "Get Lucky" όπου ξεδιπλώνεται ξανά η αυτού διαβολικότης του. Και αν οι προαιώνιοι φαν του Dulli δεν βρουν κάτι που δεν έχουν ξανακούσει στο "On The Corner" και το "Gunshots" πετάγεται το βραδυφλεγές "She Was Stolen" κι έρχονται στα ίσα τους. Κάποιες αδιάφορες στιγμές του δίσκου είναι πράγματι ένα καμπανάκι (πού πήγαν τα έπη που υπήρχαν στο τέλος του κάθε δίσκου του Dulli και γιατί αντικαταστάθηκαν με το νερόβραστο ομώνυμο κομμάτι;) αλλά ο τύπος έχει το στυλ -και την εμπειρία πλέον- να κάνει πάντοτε τη μουσική του άξια ακροάσεων.

18.4.11

Nothing good is kept for later/ You should never have let it through to the keepa

Είναι αλήθεια ότι δεν τυχαίνει να αναφερόμαστε συχνά στις μη μουσικές μας αδυναμίες στο some beans. Για μια από τις δικές μου όμως ήρθε το πλήρωμα του χρόνου. Σαν φανατική ποδοσφαιρόφιλη από το 1982 είχα πάντα ένα κόλλημα με την πιο ιδιοσυγκρατική θέση στο ποδόσφαιρο: αυτήν κάτω από τα δοκάρια. Έτσι είναι μάλλον φυσιολογικό που ο αγαπημένος μου Έλληνας ποδοσφαιριστής όλων των εποχών είναι ο Νίκος Σαργκάνης. Μόνο ένας άνθρωπος όλα αυτά τα χρόνια κατάφερε να σταθεί δίπλα του στο προσωπικό μου πάνθεον, και χτες βράδυ έβαλε τελεία σε μια τεράστια καριέρα.

Το σημαντικότερο κομμάτι της δεν ήταν οι (πολλοί) τίτλοι και οι (πολλές) ατομικές διακρίσεις και τα ρεκόρ, αλλά το ότι έδειξε στους απαίδευτους ποδοσφαιρικά και ανυπόμονους με οτιδήποτε μη προφανές Έλληνες ότι μπορεί κανείς να παίξει πολύ επιτυχημένα αυτή τη θέση με πιο «εγκεφαλικό» και λιγότερο «πιθηκίσιο» τρόπο. Και ότι για την επιτυχία σε αυτήν ο χαρακτήρας είναι εξίσου σημαντικός με τα όποια προσόντα. Γιατί είναι φοβερά απαιτητική. Οι στιγμές αγαλλίασης που πρόσφερε στους τερματοφυλακόφιλους (αφού υπάρχουν «καιρόφιλοι» κατά τον Μεγάλο Σάκη, θα υπάρχουν και τέτοιοι...) ήταν δεκάδες τα τελευταία 14 χρόνια. Το (αδιαμφισβήτητο) γεγονός ότι ήταν (και είναι ακόμα εδώ που τα λέμε) ένας από τους ωραιότερους άντρες στη χώρα ήταν απλά ένα λίαν ευπρόσδεκτο μπόνους και σίγουρα όχι ο σημαντικότερος λόγος που όλον αυτόν τον καιρό ξόδεψα αμέτρητα απογεύματα Σαββάτου ή Κυριακής παρακολουθώντας το εκάστοτε Παναθηναϊκός/ Ολυμπιακός vs SKODA Ξάνθη από την τηλεόραση. Αν κι έχω παρατήσει την προσπάθεια να πείσω γι'αυτό τον κόσμο που δε με ξέρει (χρησιμοποιούσα το επιχείρημα του Σαργκάνη που ήταν σαν τρακαρισμένος αλλά για κάποιο μυστήριο λόγο δεν έπιανε ποτέ).

Οι αποχαιρετισμοί τέτοιου είδους είναι πάντα σκληροί (αν δε σας αρέσει ο αθλητισμός απλά σκεφτείτε τη μέρα που ανακοίνωσε τη διάλυσή της μια αγαπημένη σας μπάντα, είναι παρόμοιο) αλλά ο χτεσινός ήταν πραγματικά ονειρεμένος. Δε με απασχολεί το χρώμα, όπου κι αν γινόταν θα προσπαθούσα να είμαι εκεί -αν και ομολογώ ότι μ'αρέσει που έγινε επί πειραϊκού εδάφους. Αισθάνομαι τυχερή που τα κατάφερα και ήμουν.

Και ήταν πραγματικά συγκινητικό. Αντώνη, thanks for the memories!

Augie March - "The Keepa" από το Strange Bird

13.4.11

Αμπελοφασουλοσοφίες 13/4/11

Και ναι, κυρίες και κύριοι!


Στρώστε τα κόκκινα χαλιά γιατί η uptight αξιώθηκε επιτέλους να ξαναγράψει. Μετά από ενάμισι μήνα που πρέπει να ήταν ο πιο πολυάσχολος της ζωής μου, επιτέλους υπάρχει χρόνος και ενέργεια για να ξαναραδιάσω τις σκέψεις μου στο λατρεμένο μας medium....

Με τσίγκλισε κι ο mr.grieves που κατέγραψε όλα τα καλά του Richard Ayoade ξεχνώντας να τονίσει πόσο κουκλί είναι. Δεν μπόρεσα να κρατηθώ γιατί είναι κάτι που έπρεπε να καταγραφεί και να υπογραμμιστεί.

Έτσι λοιπόν αποφάσισα να σπάσω τη σιωπή μου αφού η ανακαίνιση τελείωσε, η Άνοιξη ήρθε, ακόμα κι ο Σάκης Αρναούτογλου, ο γκουρού των καιρόφιλων, επέστρεψε στις οθόνες μας αναγκάζοντας εμάς τους θαυμαστές του να χύσουμε δάκρυα χαράς προχτές το βράδυ στις 21.45 που αντικρύσαμε ξανά τη σακακοφορεμένη φιγούρα του να παλαντζάρει χαριτωμένα δεξιά κι αριστερά δείχνοντας βαρομετρικά και μιλώντας για πασπαλίσματα χιονιού στα ορεινά. Όλα είναι ξανά στη θέση τους. Και ξέρουμε τι καιρό θα κάνει αύριο. Και μεθαύριο.

Η 'Ανοιξη από τη μεριά της ήρθε με νέο καταιγισμό από κυκλοφορίες. Το τοπ τούτης της χρονιάς έχει αποκτήσει εξέχοντα μέλη από πολύ νωρίς και οι υποψήφιοι ολοένα και πληθαίνουν, και το catching up που έχω να κάνω μετά από τον ενάμισι αυτό μήνα παράνοιας είναι επικών διαστάσεων.

Εδώ που τα λέμε, για τον όγκο του catching up ευθύνεται κι εκείνος ο μικρός δίσκος που βγήκε το Φλεβάρη και έχει φάει ένα σημαντικό μέρος των όποιων ωρών μουσικής μου αναλογούσαν ημερησίως όλον αυτόν τον καιρό, κυρίως μέσα στο αυτοκίνητο. Μέρος δυσανάλογα μεγάλο σε σχέση με αυτό που θα μπορούσα να παραχωρήσω ακόμα και στους αγαπημένους μου δίσκους κάθε χρονιάς δεδομένου του πλήθους των κυκλοφοριών ώστε να μπορέσω να ακούσω αρκετά πράγματα. Κι ακόμα, παρά το ότι πλέον ακούω με μανία ό,τι καινούριο υπάρχει, δεν έχω κανένα σημάδι ότι τελείωσα μαζί του. Ίσα ίσα.

Εξάλλου, δεν έχουμε μιλήσει καν ακόμα αναλυτικά γι'αυτό. Το Μάιο, μαζί με πολλά άλλα που θα δείτε.

Συνολικά πάντως από μουσικής άποψης η χρονιά πάει ήδη καλύτερα απ'ό,τι θα μπορούσαμε να φανταστούμε. Με κυκλοφορίες από πολλούς λατρεμένους μας καλλιτέχνες, όπως οι Low, των οποίων το νέο δίσκο ακούω πρώτη φορά τώρα, αλλά και πολλές δυναμικές νέες εισόδους.

Από την άλλη, υπάρχουν και πολλά πράγματα γύρω απ'τα οποία περιστρέφεται ένα αδικαιολόγητο hype. Όπως ας πούμε ο Kurt Vile. Ανεξήγητος χαμός για έναν τύπο που ο Devendra π.χ. τον έχει για πρωινό.

Επίσης ελπίζω ότι βρισκόμαστε προς το τέλος της τάσης που επιβάλλει όλα τα συγκροτήματα να ντισκοποιούν όσο περισσότερο μπορούν τον ήχο τους για να γουστάρουν οι χίπστερς. Τελευταίο παράδειγμα το πρόσφατο σινγκλάκι των Architecture in Helsinki.

Για λίγο καιρό έμοιαζε με καλή ιδέα το να μπολιαστεί με τη συνθετική υφή της μουσικής των '80s η σύγχρονη εναλλακτική ποπ αλλά μάλλον έχει παρατραβήξει το πράγμα. Κι όσο κι αν το πάντα προσοδοφόρο target market των 35άρηδων τυχαίνει τώρα να αφορά τα παιδιά των '80s και να μπορεί να ποντάρει ο καθένας στη νοσταλγία τους, η ημερομηνία λήξης της όλης κατάστασης μοιάζει να έχει περάσει καιρό τώρα.

Και το λέει αυτό ένας άνθρωπος που το πρώτο του αγαπημένο συγκρότημα υπήρξαν οι Duran Duran. Αλλά αρκετά είπα, οι υπόλοιπες εξομολογήσεις την επόμενη φορά.

Και αρκετή γκρίνια έριξα επίσης, οπότε ας κλείσουμε με κάτι θετικό: ένα απόσπασμα από τον πανέμορφο δίσκο των Low, C'mon!


12.4.11

Αμπελοφασουλοσοφίες 12/4/11

Ο αγαπημένος του blog Alex Turner επέστρεψε και μάλιστα σε διπλή δόση.

Εκτός από το νέο single των Arctic Monkeys που αντιπροσωπεύει όλα όσα μισούμε σε αυτούς (πάει ο αέρας του Josh Homme) ο Alex ανέλαβε και το soundtrack του Submarine.

Και εδώ αρχίζουν τα πιο ενδιαφέροντα. Τα τραγούδια του Alex είναι συμπαθητικά στο στυλ των Last Shadow Puppets (πιο λιτά) αλλά αυτό που μας κάνει να ανυπομονούμε είναι η ίδια η ταινία.

To Submarine φαίνεται να συνδυάζει τα δύο αγαπημένα στοιχεία των Εγγλέζων. Το φλεγματικό τους χιούμορ και τη μουσική.

Βλέπετε τη σκηνοθεσία την έχει αναλάβει ο Richard Ayoade, ή αλλιώς Moss από την καλύτερη αγγλική κωμωδία της τελευταίας πενταετίας, το The IT Crowd, ή αλλιώς Dean Learner απο το cult αριστούργημα Garth Marenghi's Darkplace το οποίο δημιούργησε και σκηνοθέτησε ο ίδιος ο Ayoade.

Από τα πιο έξυπνα νέα μυαλά στην βρετανική κωμωδία ο Ayoade τυγχάνει και φίλος του Turner έχοντας σκηνοθετήσει βίντεο και συναυλίες των Arctic Monkeys.

Σε άλλα ακόμα πιο συναρπαστικά νέα κυκλοφορεί στο διαδίκτυο ο νέος δίσκος των Wild Beasts και αυτό είναι απο μόνο του ένα πολύ σημαντικό γεγονός.

Το πρώτο single είναι το "Albatross" και μπορείτε να του ρίξετε μια ματιά εδώ.

Δεν ήταν ωραίες οι εποχές που δεν υπήρχε facebook, twitter και γενικά όλα αυτά τα μέσα δικτύωσης; Όχι για κανέναν άλλο λόγο αλλά τουλάχιστον γνωρίζοντας μόνο όσους βρίσκονταν στον περίγυρό σου είχες μια ελπίδα ότι ο κόσμος που δεν γνώριζες ήταν συναρπαστικός, δημιουργικός και σοφός.

Με λίγα λόγια μπορούσες να περιορίσεις την ηλιθιότητα που υπήρχε γύρω σου. Τώρα δυστυχώς είναι ανεξέλεγκτη και δεν της ξεφεύγεις με τίποτα.

Μια απο τις πολύ καλές κυκλοφορίες που είχαμε την τύχη να ακούσουμε τώρα τελευταία είναι αυτή του καινούργιου δίσκου των Wye Oak.

Το δίδυμο απο την Βαλτιμόρη έβγαλε ένα δυναμικό και υπνωτικό σε στιγμές άλμπουμ με έντονο χαρακτήρα, folkίζοντα ήχο αλλά με κιθαριστικά ξεσπάσματα και την κλασσική αμερικανική lo-fi παραγωγή.

Απο το δίσκο, που βελτιώνεται με κάθε ακρόαση, ξεχωρίσαμε το παρακάτω.


 
Clicky Web Analytics