27.11.08

Sweden, Mon Amour!

Σουηδία. Μια λέξη συνδεδεμένη μόνο με όμορφα πράγματα. Κρύο. Απέραντη ηρεμία. Ψηλοί, κατάξανθοι και χαμογελαστοί άνθρωποι. Οργάνωση, παιδεία και κοινωνική πρόνοια που τα περισσότερα κράτη μπορούν μόνο να ονειρεύονται. Δάση, γραφικά ψαροχώρια, χιόνια, παγετώνες. Ατέλειωτες μέρες και νύχτες. Βόρειο Σέλας. ΙΚΕΑ. Μουσική!

Τι άλλο να κάνουν οι απόγονοι των Βίκινγκς σε μια χώρα όπου όλα μοιάζουν να δουλεύουν ρολόι, και όπου ο χειμώνας όχι μόνο κρατάει πολύ αλλά είναι βαρύς και αδυσώπητος σαν τη Beth Ditto; Δημιουργούν. Γράφουν, σκηνοθετούν, σχεδιάζουν, ή παίζουν μουσική. Δεκαετίες τώρα, σκαρώνουν υπέροχη μουσική σε όλες τις μορφές της. Κάποιες φορές προσπαθούν να ξορκίσουν το χειμώνα ντύνοντάς την στα πιο φωτεινά χρώματα και κρεμώντας πάνω της τις πιο ζεστές μελωδίες και ήχους. Άλλες φορές απλά αφήνουν τις απέραντες νύχτες να περάσουν από μέσα τους και να βγουν με τη μορφή μελαγχολικών διαμαντιών, ή ψυχρών, απέριττων κομψοτεχνημάτων. Από τους πρωθιερείς ABBA μέχρι τους μελιστάλαχτους Cardigans, από τις χαμένες στο δάσος μελωδίες των Logh μέχρι τα ακουστικά χάδια του Jose Gonzalez, από την κομψή ηλεκτρονική μελαγχολία του Jay Jay Johanson ως τα παγοβουνίσια keyboards των The Knife, η πιο μεγάλη χώρα της Σκανδιναβίας δεν έπαψε ποτέ να χαρίζει στον μουσικό πλανήτη λόγους για να τη λατρεύει.

Κι όμως, το πιο χαρακτηριστικό σουηδικό άκουσμα που μπορεί να βρει κανείς στην πιάτσα δεν εμπίπτει σε καμιά από τις παραπάνω περιπτώσεις, ή ίσως να εμπίπτει σε όλες μαζί τόσο αρμονικά που είναι δύσκολο να πει κανείς. Υπάρχει ένα σουηδικό συγκρότημα που η μουσική του ΕΙΝΑΙ χειμώνας, σουηδικό έπιπλο, χουχουλιαστή φωτιά στη σόμπα της ξύλινης καλύβας και παγωμένος βοριάς μαζί. Ξέρω πως μοιάζουν υπερβολικά όλ'αυτά, αλλά μιλάμε για ένα γκρουπ που δε μοιάζει με τίποτα άλλο που να κυκλοφορεί σήμερα. Τραγουδάνε στα σουηδικά, και η μουσική τους μοιάζει να έχει προσγειωθεί στο 2008 κατ'ευθείαν από τις χρυσές εποχές της ψυχεδέλειας, βγαίνοντας όμως από τη χρονομηχανή με γυαλί ηλίου κάτω από τις ξανθιές κοτσίδες του Βίκινγκ και σουλατσάροντας με περίσσια αυτοπεποίθηση και πλήρη άγνοια κινδύνου ανάμεσα στα διάφορα παιδάκια με τις στενές γραβάτες και το "έχω περάσει μιάμιση ώρα μπροστά στον καθρέφτη για να φτιάξω αυτή τη φράντζα" μαλλί (αν και έχει ψιλοπεράσει αυτή η ιστορία ευτυχώς). Μιλάμε για τους Dungen.

Οι Dungen μπορεί να είναι στα χαρτιά τέσσερα άτομα, αλλά ουσιαστικά μιλάμε για το σχήμα του Gustav Ejstes, ο οποίος γράφει τα πάντα, τραγουδάει και παίζει τα περισσότερα όργανα στο στούντιο. Ένας Σουηδός Kevin Barnes χωρίς τους σεξουαλικούς προβληματισμούς, ας πούμε. Αν και, εδώ που τα λέμε, ο Kevin ίσως (λέω, ίσως) να μην ήταν αυτός που είναι αν του έλειπαν οι σεξουαλικοί προβληματισμοί, γιατί σ'αυτήν την περιπτωση θα του αρκούσε να είναι μια σπουδαία και ασταμάτητη μηχανή παραγωγής pop hooks, και δεν θα ήθελε να είναι ταυτόχρονα ΚΑΙ ο TAFKAP. Αλλά αυτό είναι θέμα για ένα άλλο, μελλοντικό ποστ. Πίσω στον Gustav, ο οποίος από την πλευρά του ίσως να ήθελε να είναι μέλος των Jefferson Airplane ή των πρώιμων Pink Floyd ή ο Jimmy Hendrix, ή όλα μαζί ταυτόχρονα. Οι προσπάθειές του να το καταφέρει έχουν αποφέρει τα τέσσερα άλμπουμ των Dungen, και μπορεί κανείς να πει ότι, μαζί με τ'άλλα παιδιά, είναι σε πάρα πολύ καλό δρόμο.

Στο δικό μου το δρόμο βρέθηκαν τυχαία, από αυτό εδώ το ποστ του I Guess I'm Floating πέρυσι τον Απρίλιο. Η περιγραφή ήταν αρκετά θελκτική ώστε να κατεβάσω το κομμάτι, αλλά όταν τελικά το άκουσα, η αντιστοιχία μεταξύ της περιγραφής και του ίδιου του κομματιού έμοιαζε με αυτήν ανάμεσα στη συνταγή ενός κέικ και την αίσθηση όταν η πρώτη δαγκωνιά λιώνει στο στόμα σου. Τι σκ*τά δουλειά είχε η αρμένικη λύρα σε ένα κομμάτι που άρχιζε αθώα, γλυκά και όμορφα με μια ακουστική κιθάρα; Κάποιο άλλο blog μου προμήθευσε το "Familj". Το επίμονο, εθιστικό ριφάκι των διάφανων πλήκτρων που έβρισκε αργότερα αντικριστά του το αντίστοιχο του βιολιού, το απλούστατο ρεφραίν και οι ακουστικές κιθάρες που το ακολουθούσαν και σ'εκαναν προς στιγμή να πιστέψεις ότι βρίσκεσαι σε περιβάλλον κομματιού Oasis, μόνο και μόνο για να τονίσουν τον μικρό κατακλυσμό από μελωδίες που ερχόταν λίγα δευτερόλεπτα μετά και που ο Noel ούτε στον ύπνο του δεν έχει δει... Έπρεπε να εντρυφήσω.

Το Tio Bitar ήρθε για να επιβεβαιώσει με εμφατικό τρόπο όσα είχα καταλάβει για τους τέσσερεις Σουηδούς. Ψυχεδελο-progressive rock έγραφε η ταμπελίτσα, και όντως αυτό ήταν - παιγμένο με σφρίγος, πάθος, ένταση, γεμάτο μελωδίες που θα ήθελα πάρα πολύ να τραγουδήσω αν ήξερα έστω και μια λέξη από τη γλώσσα τους, εφευρετικότητα, ενορχηστρώσεις άψογες και γεμάτες φαντασία αλλά και παραπομπές στις μέρες των λουλουδιών και των μαγικών μανιταριών. Το μόνο πράγμα που με χάλαγε κάπως ήταν τα απαραίτητα κιθαριστικά τζαμαρίσματα, αλλά κι αυτά ήταν σχετικά περιορισμένα σε αριθμό - ένα τέτοιο ας πούμε κλείνει το "Mon Amour", το οποίο ξεκινάει σαν ένα φανταστικό ροκ κομμάτι μ'ένα ρεφραίν φτιαγμένο για χτύπημα. Το άκουγα και νόμιζα ότι θα έκλεινα τα μάτια, θα τα ξανάνοιγα και θα έβλεπα γύρω μου παντελόνια-καμπάνες, ταγάρια και μακριά ξέπλεκα μαλλιά σε άντρες και γυναίκες. Χωρίς όμως να αισθάνομαι καθόλου, μα καθόλου άσχημα μ'αυτό το ενδεχόμενο. Ο δίσκος κατσικώθηκε αμέσως και αμετάκλητα στην καλύτερη πεντάδα της χρονιάς. Το 2007 και το 1970 δεν έκαναν ποτέ και πουθενά πιο καλή παρέα.

Εξερευνώντας λίγο το διαδίκτυο, ανακάλυψα πως οι Dungen είχαν ήδη ένα μικρό αλλά πιστό κοινό, που μάλιστα υποστήριζε πως το προηγούμενο, δεύτερο άλμπουμ τους, το Ta Det Lugnt του 2004, ήταν καλύτερο από το Tio Bitar. Ακούγοντάς το, δεν συμφώνησα με αυτήν την άποψη, αλλά το γεγονός ότι ήταν σχεδόν εξίσου καλό με κατέταξε οριστικά στους φαν του γκρουπ. Πιο βαρύ και κιθαριστικό αλλά και πιο μελωδικό από το Tio Bitar, εστίαζε στην πιο progressive πλευρά τους, χωρίς όμως ποτέ να υποπίπτει στην αχαλίνωτη self-indulgence που πάει πακέτο με τον όρο. Εντάξει, είχε τα τζαμαρισματάκια του, και μάλιστα στο ωραιότερο κομμάτι του δίσκου, το οχτάλεπτο και βάλε "Du E För Fin För Mig", αλλά η guitar overdose του δίσκου περιείχε πράγματα για τα οποία πολλοί κιθαρίστες θα σκότωναν (Matt Bellamy, πόσο θα ήθελες να είχες γράψει το "Sluta Följa Efter"; Εεε;) και συνολικά το άλμπουμ διεπόταν από τις ίδιες αρετές που έκαναν το Tio Bitar τόσο όμορφο κι εθιστικό. I was hooked for good, όπως θα λέγαμε σε άπταιστα ελληνικά.

Ήταν λοιπόν απόλυτα φυσιολογικό η είδηση ότι οι Σουηδοί μαλλιάδες θα κυκλοφορούσαν τον 4ο δίσκο τους μέσα στο 2008 να αποτελέσει ένα από τα καλύτερα μουσικά νέα που έμαθα μέσα στη χρονιά. Το έβγαλαν πολύ απλά 4, και είναι η φυσική, αν και κατά τι λιγότερο εντυπωσιακή συνέχεια του Tio Bitar. Πράγμα λογικό, αν σκεφτεί κανείς ότι βγήκε μόλις ένα χρόνο μετά το περσινό τους έπος. Το επίπεδο πάντως διατηρείται πολύ υψηλό, και το γκρουπ συνεχίζει να εξελίσσεται με μικρά αλλά σίγουρα βήματα. Ραφινάρουν τον ήχο τους, ρίχνουν τις διάρκειες των κομματιών σε εντελώς ποπ επίπεδα (2 με 4 λεπτά), δίνουν στα τζαμαρίσματα δικό τους χώρο να καλπάσουν, χρησιμοποιώντας γι'αυτά δυο από τα δέκα κομμάτια του δίσκου και αποφεύγοντας να τα κολλήσουν στο τέλος κάποιου άλλου κομματιού, βάζουν περισσότερο πιάνο και τζαζ στον ήχο τους, και γενικά δείχνουν ορεξάτοι για ακόμα καλύτερα πράγματα.

Τα οποία φυσικά είναι απόλυτα ικανοί να πετύχουν. Ίσως να μην τους δούμε σύντομα στο εξώφυλλο του Billboard, αλλά είναι πολύ μεγαλύτερο κατόρθωμα να κατακτάς καρδιές σε όλο τον πλανήτη τραγουδώντας στην όχι και τόσο τουριστική γλώσσα σου κι έχοντας τα μουσικά trends γραμμένα εκεί που δεν πιάνει μελάνι. Και για να μη λέτε ότι είμαστε όλο λόγια στο μικρό μας blog, σας παραθέτω τρία δείγματα από τις τρεις τελευταίες δουλειές των αγαπημένων μου Σουηδών.

Μεταξύ αυτών, ένα από τα τραγούδια που σημάδεψαν για μένα την περσινή χρονιά - το μικρό έπος που κλείνει το Tio Bitar και που, αν ποτέ έκανα το όνειρο πραγματικότητα και είχα δική μου εκπομπή στο ραδιόφωνο, θ'αποτελούσε το σήμα της χωρίς δεύτερη σκέψη, αφού είναι ένα από τα ωραιότερα ορχηστρικά κομμάτια που έχω ακούσει ποτέ. Κάπου διάβασα ότι μοιάζει με το κομμάτι που κλείνει το Dark Side of the Moon αλλά προσωπικά δεν το ακούω. Περισσότερο μου μοιάζει με έναν παγωμένο άνεμο σε μια σκοτεινή τούνδρα - η τέλεια μουσική για να δεις τα Φώτα. Τώρα πια η λέξη "Σουηδία", περισσότερο ίσως απ'οτιδήποτε άλλο, έχει συνδεθεί για μένα με τους Dungen.

Dungen - "Sluta Följa Efter" (Ta Det Lugnt)
Dungen - "En Gång I År Kom Det en Tår" (Tio Bitar)
Dungen - "Fredag" (4)

"Familj" (Tio Bitar) :

Δεν υπάρχουν σχόλια:

 
Clicky Web Analytics