Ξέρω ότι από πλευράς συχνότητας post γι'αυτό το μήνα δεν σκίζουμε κιόλας. Ο λόγος είναι, πιθανότατα, πως δεν έχουμε τολμήσει να βουτήξουμε αρκετά βαθιά στην καινούργια μουσική, αφού κάνουμε ένα διάλλειμα από τις περσινές λίστες και την υπερφόρτωση του 2008. Σύντομα θα ξανακάτσουμε πάντως στα θρανία του 2009 που, στα χαρτιά τουλάχιστον, από πλευράς ονομάτων που κυκλοφόρησαν ή κυκλοφορούν σύντομα μουσική, μας δίνει αρκετούς λόγους ώστε να ανυπομονούμε.
Αυτά όμως ανήκουν στη ζωντανή μουσική του σήμερα. Οι κύριοι για τους οποίους θα μιλήσουμε είναι ήδη καταχωρημένοι στον φάκελο του παρελθόντος. Έχουν ημερομηνία γέννησης και δίπλα από μια παύλα έχουν και ημερομηνία κατάληξης. Κατοικοεδρεύουν πλέον στο σκονισμένο αρχείο και ανοίγονται μόνο σε ειδικές αφορμές.
Talk Talk 1981-1991
Τα συναισθήματα που θα «έπρεπε» να σου αφήνει ένα οποιοδήποτε συγκρότημα το οποίο είναι ανενεργό εδώ και περίπου 20 χρόνια κατά τη διάρκεια μιας ακρόασης είναι πατρικής κατανόησης (προσπαθώντας να το κρίνεις πιο ευγενικά, λαμβάνοντας υπ’όψιν τα πλαίσια εκείνης της εποχής), αδυσώπητης νοσταλγίας (αν είχες την τύχη να βρίσκεσαι τριγύρω όταν αυτό το συγκρότημα μεγαλουργούσε), ή στη χειρότερη περίπτωση μια ανάγκη να σκουπίσεις τα χέρια σου από τις σκόνες του παρελθόντος.
Υπάρχουν όμως και οι σπάνιες περιπτώσεις που αυτό που ακούς σε κάνει να αισθάνεσαι σαν στο σπίτι σου. Όταν η ατμόσφαιρα και οι νότες που κυλούν σου θυμίζουν ένα γνώριμο αγαπημένο πρόσωπο, όταν κατανοείς πως η καλλιτεχνική έμπνευση και δημιουργικότητα αυτού του παλιού καλλιτέχνη έχει γίνει αντικείμενο αναζήτησης και σημείο αναφοράς για όποιον νεότερο θαυμάζεις, τότε είσαι σίγουρος ότι έχεις μπροστά σου έναν από τους «μεγάλους».
Αναρωτήθηκα κάποτε από πού απορρέει η συγκρατημένα αιθέρια φωνή και ο μινιμαλιστικός τόνος μουσικής των Shearwater. Αναρωτήθηκα από πού προέρχονται οι θλιμμένοι τζαζ συνδυασμοί στα αριστουργήματα της Bjork. Αναρωτήθηκα για ποιόν λόγο οι Radiohead διάλεξαν να φύγουν από τις συγκλονιστικά εύκολες γι’ αυτούς ποπ φόρμες.
Η απάντηση είναι οι Talk Talk.
«Πάντα θέλαμε να μην επαναλαμβανόμαστε, αλλά φτάσαμε σε ένα σημείο που νομίζαμε πως αν συνεχίσουμε, θα αρχίσουμε να επαναλαμβανόμαστε»
Έτσι απλά, ο Mark Hollis δικαιολόγησε την εξαφάνιση των Talk Talk. Μπορούμε να υποθέσουμε πως ένιωσε και ο ίδιος ότι επαναλαμβάνεται, γι’ αυτό μετά το πρώτο του άλμπουμ αποσύρθηκε από τη μουσική, σταμάτησε να δίνει συνεντεύξεις, και προσπάθησε σκληρά να μας κάνει να ξεχάσουμε την ύπαρξη του. Είμαι σίγουρος πως μόλις κάποιος μουσικός απόγονος του τον αναφέρει ως επιρροή, ο Hollis θα στραβώνει την αγγλική του φάτσα με αποδοκιμασία, και θα σβήνει τα κεριά του πύργου του γυρνώντας στο σιδερένιο κρεβάτι του.
Ή τέλος πάντων έτσι μας τον έχουν παρουσιάσει τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Βλέπετε ο Hollis, εκτός από αντισυμβατικός, θεωρούνταν αντιδραστικός, εσωστρεφής, μίζερος και εμμονικός. Για τον μουσικό Τύπο ο Hollis ήταν άλλος ένας Brian Wilson, Syd Barret και Robert Wyatt. Δηλαδή κάποιος που δεν άντεξε τη δόξα και τις προσδοκίες, αποκτώντας είτε φόβο στο να ηχογραφήσει καινούργια πράγματα, είτε φόβο στο να εμφανιστεί δημόσια.
Φυσικά, οι περιπτώσεις κάποιος απλά να μην αισθάνεται ότι έχει να πει κάτι περισσότερο, ή να θέλει να μην ρισκάρει χαλώντας την τελευταία καλή εικόνα, είναι ανήκουστες για τα μουσικά μέσα. Γιατί ο Tύπος θέλει άνοδο και πτώση. Θέλει αίμα και τραγικές ανθρώπινες ιστορίες κατάπτωσης και ενίοτε επανόδου.
Οι Talk Talk δεν έδωσαν σε κανέναν αυτό το δικαίωμα. Κάτι που εν πολλοίς πιστώνεται ο Hollis, αλλά και ο Timothy Friese-Greene, ένα ανεπίσημο μέλος της μπάντας και παραγωγός τους, ο οποίος τους έσπρωξε προς την κατεύθυνση του πειραματισμού και της μουσικής που έγινε ο θεμέλιος λίθος του post rock. Η μπάντα παράλληλα αρνήθηκε να γίνει έρμαιο της εταιρίας της, της EΜΙ. Μιας EΜΙ που δεν δίστασε, σε μια επίδειξη γελοιότητας, να τους μηνύσει με την κατηγορία ότι υπήρξαν επίτηδες αντιεμπορικοί.
Όταν προφανώς οι Talk Talk κέρδισαν στα δικαστήρια την ελευθερία τους από την εταιρεία, εκείνη με την κλασσική μέθοδο του παρατημένου γκόμενου ξαναέβγαλε στην κυκλοφορία το πιο γνωστό ποπ χιτάκι από τις synth εποχές τους, “It’s my life”.
Μετά το Spirit of Eden, ο Hollis αρνήθηκε να προμοτάρει με τουρ το άλμπουμ λέγοντας πως ήταν μια έμπνευση της στιγμής και δεν ήταν δυνατόν να αναπαραχθεί ξανά. Το ίδιο συνέβη και με το Laughing Stock αλλά και το προσωπικό του άλμπουμ από το 1998.
Πράγματι, από το The Colour of Spring είχαν εμφανιστεί κάποια ζωντανά σημάδια του μεγαλείου που θα ακολουθούσε. Τa δύο επόμενα άλμπουμ με την υπογραφή των Talk Talk και το μοναχικό άλμπουμ του Hollis είναι στιγμές σπάνιας επιφοίτησης. Είναι από εκείνες τις περιπτώσεις που η μούσα σε βρίσκει μόνη της κατσουφιασμένο και κολλημένο στη λάσπη της μετριότητας, και σε μεταφέρει στα ενδότερά της. Σου ψιθυρίζει γλυκά στο αυτί και σου εμπιστεύεται τις πιο καλές συνταγές της.
«Είμαι κάπου μεταξύ τζάζ, φόλκ και κλασσικής μουσικής. Δεν είμαι τραγουδοποιός. Απλά βλέπω τον εαυτό μου σαν κάποιον που προσπαθεί να κάνει κάθε άλμπουμ μια ξεχωριστή εμπειρία, και όχι μιαν απλή ακολουθία τραγουδιών»
Ο Hollis πίστεψε σε αυτό που έκαναν. Αφιέρωσε όλες του τις δυνάμεις ώστε να αναπαραστήσει ακριβώς το όνειρο που είχε. Και αν δεν ήταν η τελειομανία του, οι Talk Talk δεν θα έφταναν νικητές στο τέλος ενός δρόμου που ήταν προορισμένοι να φτάσουν. Καθόρισε τα δικά του πρέπει και δεν υπέκυψε ηθικά. Και το κυριότερο; Δεν έκανε εκπτώσεις στο όραμα του.
Δεν υπάρχει καλυτερο συναίσθημα, όταν ακούς μουσική, και ξέρεις ότι αυτό που φτάνει στ'αυτιά σου έχει την 100% έγκριση του καλλιτέχνη.
Κάθε φορά που ευχόμαστε να είχαν βγάλει περισσότερους δίσκους, πρέπει να μας αρκεί που όταν ακούμε το Spirit Of Eden όλο το δωμάτιο και ο κόσμος τριγύρω σωπαίνουν.
Κάθε φορά που αναρωτιόμαστε πόσα ακόμα θα είχαν να προσφέρουν, ας μας αρκεί που οι ανάσες κόβονται από την διαπεραστική γυάλινη ομορφιά του Mark Hollis.
Και κάθε φορά που αναρωτιόμαστε που διάολο έχει χαθεί ο Hollis, ας μας αρκεί που τα αυτιά τεντώνονται για να ακούσουν όλα τα μικρά διακριτικά δωράκια που είναι διάσπαρτα στο Laughing Stock.
Talk Talk - "The Rainbow" (Spirit of Eden)
Shearwater - "The Rainbow" (live @ Lakeshore Theater, Chicago, 13/10/08)
Mark Hollis - "A Life (1895-1915)" (Mark Hollis)
Αυτά όμως ανήκουν στη ζωντανή μουσική του σήμερα. Οι κύριοι για τους οποίους θα μιλήσουμε είναι ήδη καταχωρημένοι στον φάκελο του παρελθόντος. Έχουν ημερομηνία γέννησης και δίπλα από μια παύλα έχουν και ημερομηνία κατάληξης. Κατοικοεδρεύουν πλέον στο σκονισμένο αρχείο και ανοίγονται μόνο σε ειδικές αφορμές.
Talk Talk 1981-1991
Τα συναισθήματα που θα «έπρεπε» να σου αφήνει ένα οποιοδήποτε συγκρότημα το οποίο είναι ανενεργό εδώ και περίπου 20 χρόνια κατά τη διάρκεια μιας ακρόασης είναι πατρικής κατανόησης (προσπαθώντας να το κρίνεις πιο ευγενικά, λαμβάνοντας υπ’όψιν τα πλαίσια εκείνης της εποχής), αδυσώπητης νοσταλγίας (αν είχες την τύχη να βρίσκεσαι τριγύρω όταν αυτό το συγκρότημα μεγαλουργούσε), ή στη χειρότερη περίπτωση μια ανάγκη να σκουπίσεις τα χέρια σου από τις σκόνες του παρελθόντος.
Υπάρχουν όμως και οι σπάνιες περιπτώσεις που αυτό που ακούς σε κάνει να αισθάνεσαι σαν στο σπίτι σου. Όταν η ατμόσφαιρα και οι νότες που κυλούν σου θυμίζουν ένα γνώριμο αγαπημένο πρόσωπο, όταν κατανοείς πως η καλλιτεχνική έμπνευση και δημιουργικότητα αυτού του παλιού καλλιτέχνη έχει γίνει αντικείμενο αναζήτησης και σημείο αναφοράς για όποιον νεότερο θαυμάζεις, τότε είσαι σίγουρος ότι έχεις μπροστά σου έναν από τους «μεγάλους».
Αναρωτήθηκα κάποτε από πού απορρέει η συγκρατημένα αιθέρια φωνή και ο μινιμαλιστικός τόνος μουσικής των Shearwater. Αναρωτήθηκα από πού προέρχονται οι θλιμμένοι τζαζ συνδυασμοί στα αριστουργήματα της Bjork. Αναρωτήθηκα για ποιόν λόγο οι Radiohead διάλεξαν να φύγουν από τις συγκλονιστικά εύκολες γι’ αυτούς ποπ φόρμες.
Η απάντηση είναι οι Talk Talk.
«Πάντα θέλαμε να μην επαναλαμβανόμαστε, αλλά φτάσαμε σε ένα σημείο που νομίζαμε πως αν συνεχίσουμε, θα αρχίσουμε να επαναλαμβανόμαστε»
Έτσι απλά, ο Mark Hollis δικαιολόγησε την εξαφάνιση των Talk Talk. Μπορούμε να υποθέσουμε πως ένιωσε και ο ίδιος ότι επαναλαμβάνεται, γι’ αυτό μετά το πρώτο του άλμπουμ αποσύρθηκε από τη μουσική, σταμάτησε να δίνει συνεντεύξεις, και προσπάθησε σκληρά να μας κάνει να ξεχάσουμε την ύπαρξη του. Είμαι σίγουρος πως μόλις κάποιος μουσικός απόγονος του τον αναφέρει ως επιρροή, ο Hollis θα στραβώνει την αγγλική του φάτσα με αποδοκιμασία, και θα σβήνει τα κεριά του πύργου του γυρνώντας στο σιδερένιο κρεβάτι του.
Ή τέλος πάντων έτσι μας τον έχουν παρουσιάσει τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Βλέπετε ο Hollis, εκτός από αντισυμβατικός, θεωρούνταν αντιδραστικός, εσωστρεφής, μίζερος και εμμονικός. Για τον μουσικό Τύπο ο Hollis ήταν άλλος ένας Brian Wilson, Syd Barret και Robert Wyatt. Δηλαδή κάποιος που δεν άντεξε τη δόξα και τις προσδοκίες, αποκτώντας είτε φόβο στο να ηχογραφήσει καινούργια πράγματα, είτε φόβο στο να εμφανιστεί δημόσια.
Φυσικά, οι περιπτώσεις κάποιος απλά να μην αισθάνεται ότι έχει να πει κάτι περισσότερο, ή να θέλει να μην ρισκάρει χαλώντας την τελευταία καλή εικόνα, είναι ανήκουστες για τα μουσικά μέσα. Γιατί ο Tύπος θέλει άνοδο και πτώση. Θέλει αίμα και τραγικές ανθρώπινες ιστορίες κατάπτωσης και ενίοτε επανόδου.
Οι Talk Talk δεν έδωσαν σε κανέναν αυτό το δικαίωμα. Κάτι που εν πολλοίς πιστώνεται ο Hollis, αλλά και ο Timothy Friese-Greene, ένα ανεπίσημο μέλος της μπάντας και παραγωγός τους, ο οποίος τους έσπρωξε προς την κατεύθυνση του πειραματισμού και της μουσικής που έγινε ο θεμέλιος λίθος του post rock. Η μπάντα παράλληλα αρνήθηκε να γίνει έρμαιο της εταιρίας της, της EΜΙ. Μιας EΜΙ που δεν δίστασε, σε μια επίδειξη γελοιότητας, να τους μηνύσει με την κατηγορία ότι υπήρξαν επίτηδες αντιεμπορικοί.
Όταν προφανώς οι Talk Talk κέρδισαν στα δικαστήρια την ελευθερία τους από την εταιρεία, εκείνη με την κλασσική μέθοδο του παρατημένου γκόμενου ξαναέβγαλε στην κυκλοφορία το πιο γνωστό ποπ χιτάκι από τις synth εποχές τους, “It’s my life”.
Μετά το Spirit of Eden, ο Hollis αρνήθηκε να προμοτάρει με τουρ το άλμπουμ λέγοντας πως ήταν μια έμπνευση της στιγμής και δεν ήταν δυνατόν να αναπαραχθεί ξανά. Το ίδιο συνέβη και με το Laughing Stock αλλά και το προσωπικό του άλμπουμ από το 1998.
Πράγματι, από το The Colour of Spring είχαν εμφανιστεί κάποια ζωντανά σημάδια του μεγαλείου που θα ακολουθούσε. Τa δύο επόμενα άλμπουμ με την υπογραφή των Talk Talk και το μοναχικό άλμπουμ του Hollis είναι στιγμές σπάνιας επιφοίτησης. Είναι από εκείνες τις περιπτώσεις που η μούσα σε βρίσκει μόνη της κατσουφιασμένο και κολλημένο στη λάσπη της μετριότητας, και σε μεταφέρει στα ενδότερά της. Σου ψιθυρίζει γλυκά στο αυτί και σου εμπιστεύεται τις πιο καλές συνταγές της.
«Είμαι κάπου μεταξύ τζάζ, φόλκ και κλασσικής μουσικής. Δεν είμαι τραγουδοποιός. Απλά βλέπω τον εαυτό μου σαν κάποιον που προσπαθεί να κάνει κάθε άλμπουμ μια ξεχωριστή εμπειρία, και όχι μιαν απλή ακολουθία τραγουδιών»
Ο Hollis πίστεψε σε αυτό που έκαναν. Αφιέρωσε όλες του τις δυνάμεις ώστε να αναπαραστήσει ακριβώς το όνειρο που είχε. Και αν δεν ήταν η τελειομανία του, οι Talk Talk δεν θα έφταναν νικητές στο τέλος ενός δρόμου που ήταν προορισμένοι να φτάσουν. Καθόρισε τα δικά του πρέπει και δεν υπέκυψε ηθικά. Και το κυριότερο; Δεν έκανε εκπτώσεις στο όραμα του.
Δεν υπάρχει καλυτερο συναίσθημα, όταν ακούς μουσική, και ξέρεις ότι αυτό που φτάνει στ'αυτιά σου έχει την 100% έγκριση του καλλιτέχνη.
Κάθε φορά που ευχόμαστε να είχαν βγάλει περισσότερους δίσκους, πρέπει να μας αρκεί που όταν ακούμε το Spirit Of Eden όλο το δωμάτιο και ο κόσμος τριγύρω σωπαίνουν.
Κάθε φορά που αναρωτιόμαστε πόσα ακόμα θα είχαν να προσφέρουν, ας μας αρκεί που οι ανάσες κόβονται από την διαπεραστική γυάλινη ομορφιά του Mark Hollis.
Και κάθε φορά που αναρωτιόμαστε που διάολο έχει χαθεί ο Hollis, ας μας αρκεί που τα αυτιά τεντώνονται για να ακούσουν όλα τα μικρά διακριτικά δωράκια που είναι διάσπαρτα στο Laughing Stock.
Talk Talk - "The Rainbow" (Spirit of Eden)
Shearwater - "The Rainbow" (live @ Lakeshore Theater, Chicago, 13/10/08)
Mark Hollis - "A Life (1895-1915)" (Mark Hollis)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου