31.8.11

I never said I was right/ I just hoped you thought it anyway

Κάποια άλμπουμ κολλημένα στο limbo μεταξύ των καλύτερων κυκλοφοριών και των αδιάφορων μας κοιτούν με βλέμμα προσμονής. Σε κανέναν από αυτούς τους δίσκους δεν αξίζει να πάει «αδιάβαστος» οπότε θα επιχειρήσουμε να πούμε δύο λόγια για τον καθένα. Δίσκοι σε καμία περίπτωση τέλειοι, που όμως διαθέτουν κάτι ο καθένας όπου μπορείς να σταθείς.

Το 100 Lovers των Devotchka είναι βασισμένο σε αυτό το κλασσικό με έθνικ επιρροές ροκ τους που τόσο γλαφυρά σχεδιάζουν τα τελευταία δέκα χρόνια και έφτασε στο απόγειο της δόξας του με το "Transliterator" που έκλεψε καρδιές στο Little Miss Sunshine. Το αντίστοιχο "Transliterator" στο 100 Lovers είναι το προβλέψιμα ονομασμένο "100 Other Lovers". Η ζεστή μελωδία του καθώς και το χαριτωμένο θέμα του το κάνουν ένα απο τα πιο ευχάριστα κομμάτια που ακούσαμε φέτο. Ο υπόλοιπος δίσκος υπερβάλλει σε σημεία και γι'αυτό δεν μπορεί να ακολουθήσει το γλυκύτατο αυτό κομμάτι. Αφήστε που η ερμηνείες του Nick Urata (διαβάζεται Νικουράτα) θυμίζουν έντονα τον Αντώνη Καλογιάννη το οποίο δεν είναι κακό αρκεί να μη γίνεται συνέχεια. Εδώ μπορείτε να δέιτε και το έξοχο video του "100 Other Lovers".

Ένα άλλο κομμάτι που κατά πάσα βεβαιότητα θα δείτε στις λίστες μας στο τέλος της χρονιάς είναι το "Limitless Arms" των Καρολινέζων Rosebuds. Μέρος ενός υποτονικού δίσκου που δε συναντά καν τις προσδοκίες της, όχι και πολύ απαιτητικής πλέον, ετικέτας του αγνού indie rock. Το προαναφερθέν "Limitless Arms" μας θυμίζει τη βρετανική μελαγχολική rock που τόσο λατρεύουμε και μεταδίδει αβίαστα την ατμόσφαιρά της που σημειωτέον ποτέ δεν πρόκειται να βαρεθούμε. Αυτό το μεταμεσονύκτιο κοκτέηλ εξαίσιων φωνητικών αρμονιών και διακριτικών εγχόρδων είναι ήδη σχεδόν κλασσικό. Αν διαβάζετε το κείμενο μετά τη 1 το βράδυ ακούστε το ξανά και ξανά και ξανά.

Η πρώην μπάντα του Damien Rice, που μετονομάστηκε από Juniper σε Bell X1, ακολούθησε και φέτος τα pop-new wave μονοπάτια και μας προσέφερε το ανθεμικό "Hey Anna Lena" που είναι μια ιδανική αρχή για τον πέμπτο δίσκο τους Bloodless Coup. Δίσκος που πήγε γενικότερα άπατος στον υπόλοιπο κόσμο εκτός φυσικά της Ιρλανδίας απ' όπου κατάγονται και όπου είναι πολύ αγαπητοί.

Ένα συγκρότημα που πραγματικά πηγαίνει άπατο, τόσο που το έχουν πλακώσει οι τάπες που πέταγε στα βαρέλια ο Johnny Walker, είναι οι Guillemots. Μετά την απροσδόκητη επιτυχία του ντεμπούτου τους Through The Windowpane και την απροσδόκητη αποτυχία του δεύτερού τους με τίτλο Red ήρθε, επτά χρόνια μετά, το Walk the River και συνεχίζει το σίγουρο δρόμο της αποτυχίας. Δεν είναι ότι είναι κακό. Είναι ότι δεν είναι αξιομνημόνευτο και διαρκεί αδικαιολόγητα πολλή ώρα. Μέσα απο αυτόν τον χαμό όπου μπερδεύονται στυλ και είδη το ομώνυμο "Walk the River" ξεχωρίζει εύκολα, όχι επειδή πέφτει στους τίτλους αρχής όταν το κεφάλι είναι ακόμα καθαρό, αλλά επειδή είναι μια υπέροχη μελωδία που στέκεται όπου και να την ακουμπήσεις (ραδιόφωνο, συναυλίες, mix cd).

Εντυπωσιακή αλλαγή στο στυλ του J Mascis. Μετα τη φασαρία των Dinosaur Jr που την αποδεχόμαστε άλλοτε με ανοιχτές αγκάλες και άλλοτε με βουλωμένα αυτιά αφιέρωσε όλο του το πάθος σε έναν όμορφο, τελείως ακουστικό δίσκο με υψηλούς καλεσμένους τον Kevin Drew και τον Kurt Vile. Η επαναλαμβανόμενη αλλά τόσο καθαρή και αγνή ακουστική κιθάρα αποτελεί τα θεμέλια για να προσθέσουν οι καλεσμένοι του βιολιά, κλαρινέτα, πιάνο και ότι άλλο προαιρούνται. Το ασύγκριτο ομώνυμο κομμάτι είναι σίγουρα μια απο τις ομορφότερες στιγμές της χρονιάς.

Η Δανέζα -κάπως σιτεμένη- γοργόνα Maggie Bjorklund επιστράτευσε όλες τις φιλίες της από τη σύγχρονη σκηνή του Seattle καθώς και το τοτέμ (αυτής) Mark Lanegan. Μαζί με την πιο νότια παρέα της, τους Calexico, έφτιαξε έναν δίσκο που άνετα θα μπορούσε να είχε κάνει και μόνος του ο Joey Burns. Αυτές οι καταραμένες οι slide κιθάρες είναι παντού και συνέχεια αλλά ευτυχώς η φωνή της σειρήνας Maggie κάνει τη διαφορά. Πέρα από τις σταθερά καλές συνεργασίες με τον Lanegan, ειδικότερα στο "Coming Home", η πιο ιδιαίτερη και μυστηριώδης στιγμή του δίσκου είναι το "Vildspor" σε ντουέτο με τον Jon Auer των Posies και την αδέξια αλλά τρυφερή φωνή του σε κάτι που θυμίζει Deus και θα μπορούσε να βρίσκεται στη νέα δισκογραφική δουλειά των Calexico.

Φυσικά είναι απολύτως απαραίτητο να δείτε τις live εκτελέσεις των κομματιών απο τα στούντιο Crackle & Pop και ειδικότερα την μεθυστική εκτέλεση του "Coming Home" με τον Lanegan κλασσικά να δεσπόζει και να δίνει βαρύτητα στην αλαφροΐσκιωτη Maggie. Επίσης μια καλή ευκαιρία να ξαναδούμε τον πολυτάλαντο multinstrumentalist των Screaming Trees Barrett Martin στην ίδια σκηνή με τον Mark.

Ένα μίνι άλμπουμ-μίνι σοκολάτα, γλυκό και λαχταριστό έβγαλε η Jesca Hoop από τη βόρεια Καλιφόρνια που κάποτε κράταγε τα παιδιά του Tom Waits. Για οποιονδήποτε ακόμα και αυτή η επαφή θα ήταν όνειρο πόσο μάλλον για καποιον καλλιτέχνη για τον οποίο μάλιστα ο ίδιος ο Tom Waits στάζει μέλι (μέλι που δεν έχει στάξει ποτέ και για κανέναν καλλιτέχνη που εμφανίστηκε τα τελευταία 30 χρόνια). Το Snowglobe είναι ένα έξοχο άλμπουμ 6 τραγουδιών που η ίδια το αποκαλεί mini και οι υπόλοιποι EP. Τη βρίσκει πλέον στο Μάντσεστερ όπου την οδήγησε ο έρωτας (παντρεύτηκε με έναν από τους Elbow) και εμπνευσμένη σαφέστατα από την μελαγχολία της πόλης και τον φιλαράκο της Guy Garvey (με τον οποίο παλιότερα τραγούδησαν το μαγικό "Μurder of Birds") μας παρέδωσε ένα αξιοζήλευτο EP με σαγηνευτική ατμόσφαιρα και μαστόρικες συνθέσεις.

Ολόδικό της το τελευταίο youtube.

28.8.11

Αμπελοφασουλοσοφίες 28/8/11

Το κλασσικό χαλάρωμα των κυκλοφοριών της περιόδου έρχεται ως όαση μέσα στο συνήθη καταιγισμό της μουσικής. Ό,τι μας έχει ξεφύγει λόγω χρόνου ακούγεται τώρα και διάφορα άλμπουμ, αραχνιασμένα στους folders, μας αποκαλύπτονται.

Ανάμεσα στις συζητήσεις για τα φετινά μεταλλαγμένα κουνούπια που έχουν γίνει το talk of the town μεταξύ των ταξιτζήδων, των τουριστών, των πρεζακιών και όποιου άλλου έχει μείνει στην πόλη, οι υπολογιστές αναστενάζουν με ανακούφιση επειδή άδειασαν απο περιττά megabytes όπως ακριβώς ανακουφίστηκε η πρωτεύουσα απ' όλο αυτό το περιττό μελίσσι που έχει εγκατασταθεί στο σβέρκο της.

Εντάξει, ο δίσκος των Danielson ας πούμε δεν είναι ακριβώς περιττά megabytes. Και μόνο το μαγικό και ανατριχιαστικό "Hossana In The Forest" δικαιολογεί την ύπαρξή του και ακόμα περισσότερο.

Επιβάλλεται να το ακούσετε εδώ.



Ούτε βέβαια το Rome του Dangermouse είναι τέτοιο βάρος. Απλά δεν μπορώ να μην αισθάνομαι μια απογοήτευση, μετά απ'όλο αυτό το hype γύρω του, αφού κατέληξα πως είναι μια light εκδοχή του Broken των Soulsavers. Τη στιγμή μάλιστα που αντί για Lanegan έχει Norah Jones και Jack White δε μιλάμε απλά για light εκδοχή αλλά για διατροφή διαβητικών.

Αλλά να! Το γλυκούλι "Black" ξεπροβάλει σαν καλοριφέρ μέσα στο χιόνι οπότε δεν θα γκρινιάξω άλλο.

Αντίθετα θα γκρινιάξω και μάλιστα πολύ για τα (πολλά) χαμένα megabytes του φετινού δίσκου των Dears.

Όλες αυτές οι αλλαγές στη σύνθεσή τους τελικά τους μπέρδεψαν για τα καλά. Οι Καναδοί έβγαλαν έναν κλισέ δίσκο που δυσκολεύεται να το βουλώσει. Ξαφνικά οι εποχές του Gang of Losers μοιάζουν αιώνες πίσω.

Το "Lamentation" τουλάχιστον αφήνει κάποια σημάδια ζωής σχετικά με το μέλλον.

Η επανάσταση στη «μαύρη» μουσική συνεχίζεται φέτος, όχι με το Watch the Throne των κακομαθημένων και υπερεκτιμημένων νεόπλουτων Jay Z και Kanye West, αλλά μεταξύ άλλων και με την Jill Scott.

Στα χνάρια του ArchAndroid, με λιγότερες ιδέες βέβαια και πιο μελιστάλαχτη, η Jill Scott προσθέτει τον οβολό της σε αυτό το περίεργο αλλά γοητευτικό μίγμα jazz-progressive R&B που μαγείρεψε τόσο καλά πέρυσι η Janelle Monae.

Κάποιες φορές πολύ πιο «κοριτσίστικη» απ'ό,τι πρέπει αλλά άλλες φορές γερή και γεμάτη άνεση δημιουργός όπως στο φλογερό "Hear My Call", το χαλαρό "Some Other Time" (αν και οι στίχοι του είναι ακριβώς αυτό το στυλ Sex and the City που ανέφερα παραπάνω) και το κολλητικό "Shame" που κάνει το coast to coast και καρφώνει με στυλ.

Ως πιο παραδοσιακοί θα προτιμήσουμε προς το παρόν το "Hear My Call" από το πολύ ενδιαφέρον The Light of the Sun.


12.8.11

That's why the dark is there/ So you don't have to see what you can't bear

Πριν 15 μέρες ανακοινώθηκαν οι υποψηφιότητες για τα βραβεία Mercury. Τα βρετανικά βραβεία δυστυχώς πάνε από το κακό στο χειρότερο. Όχι μόνο αγνοήθηκε το King Of Limbs, το Valhalla Dancehall, οι Horrors και άλλοι, αλλά υποψηφιότητα κατάφερε να αποσπάσει το 21 της Adele που πέρα από το πρώτο single δεν έλεγε τίποτα (αφήστε που η υποψηφιότητά της καταστρατηγεί την έννοια των βραβείων Mercury που υποτίθεται προσπαθούν να ενισχύσουν τις πωλήσεις λιγότερο γνωστών καλλιτεχνών), ο αστείος δίσκος της Katy B (αν ήθελαν να βραβεύσουν μια βρετανίδα Katy ας έβαζαν την Perry που έχει τουλάχιστον δύο πολύ σημαντικά προσόντα) και ο χειρότερος και λιγότερο ενδιαφέρων δίσκος που έβγαλαν ποτέ οι Elbow. Το μεγαλύτερο έγκλημα βέβαια ήταν πως οι Wild Beasts καταληστεύθηκαν για δεύτερη φορά. Πρώτη φορά πέρυσι που έχασαν από τους «λίγους» XX και φέτος που δεν ήταν καν στις υποψηφιότητες.

Άλλη μια ευκαιρία χάθηκε λοιπόν για να βγει στον αφρό η μπάντα απο το Kendal. Όχι βέβαια ότι είναι άγνωστοι στο ευρύ κοινό. Το headlining spot στο Field Day Festival αποδεικνύει του λόγου το αληθές. Μετά από ένα πολύ καλό ντεμπούτο, ένα αριστουργηματικό δεύτερο άλμπουμ και ένα εξαιρετικό (προς επίσης αριστουργηματικό) τρίτο αναρωτιέμαι πότε θα αποκτήσει το κουαρτέτο τη δόξα που του αξίζει. Και έχεις και το διανοητικά καθυστερημένο NME να τους ξεγράφει ως κενούς και πομπώδεις μετά το Two Dancers. Μπορεί κάποιος που έχει ασχοληθεί πολύ επιδερμικά με τη μπάντα και τα φωνητικά του Hayden Thorpe να κάνει το λάθος να τα χαρακτηρίσει πομπώδη ή υπερβολικά γλυκανάλατα για τα γούστα του. Αυτό όμως θα ήταν ένα μεγάλο.... εμμμ... λάθος.

Οι Wild Beasts ήδη μας έχουν προσφέρει πολλά. Και ηχητικά αλλά και σε ό,τι αφορά τα «ντεσού» της μουσικής τους (που πάντα μας αρέσουν). Από μια μπάντα άλλωστε με τέτοιο όνομα δεν περιμέναμε τίποτα λιγότερο (αν και οι Art Brut καταρρίπτουν το επιχείρημά μου). Το Smother, σύμφωνα με τον Hayden Thorpe, έχει εμπνευστεί από τη μετακίνηση της μπάντας από το τιμημένο Kendal (από εκεί έλκουν την καταγωγή τους και οι άλλοι φετινοί αδικημένοι, οι British Sea Power) στο πολύβουο και χαοτικό Λονδίνο. Ο Hayden που αυτή τη φορά είναι λιγάκι πιο συγκρατημένος και περισσότερο αισθησιακός, προκειμένου να ταιριάξει με το ηχητικό τοπίο του άλμπουμ, περιγράφει το Smother ως μαξιλαράκι όπου η μπάντα «ξεκούραζε» τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο τα όνειρα και τις σκέψεις της. Εξάλλου, θα προσθέταμε εμείς, σε κάθε έναν απο τους τρεις δίσκους τους η άνεση και η σιγουριά για το που βρίσκονται είναι εμφανής.

Το Smother είναι σφιχτό, σύντομο, με στοχευμένους πειραματισμούς και πολλά μικρά ενταγμένα αρμονικά στο σύνολο πραγματάκια. Συγκρατημένο καθώς είναι, μας οδηγεί βελούδινα σε ένα άλλο μονοπάτι. Όχι απαραιτήτως ένα βήμα μπροστά απο το Two Dancers απλά ένα τουβλάκι ακόμα που φτιάχνει τον κλειδαμπαρωμένο μουσικό τους πύργο που περιτριγυρίζεται απο τάφρους που κολυμπάνε κροκόδειλοι με ζαρτιέρες.

Ναι, είναι ένας σεξουαλικά φορτισμένος δίσκος. Το Smother από μόνη της σαν λέξη και η σχέση της με έννοιες όπως η υποταγή και η καταπίεση είναι αρκετή για τέτοιους συνειρμούς. Η έλλειψη οξυγόνου και η πάλη για την εξασφάλιση του είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με το σεξουαλικό ένστικτο. Ένα σβουρηχτό φιλί που σου κόβει την ανάσα και, μαζί με την εξαφάνιση οποιουδήποτε ήχου από το περιβάλλον, σε κάνει να αισθάνεσαι σα να βουτάς με το κεφάλι κατευθείαν στο βυθό της θάλασσας. Οι αγωνιώδεις κοφτές ανάσες του οργασμού που ελπίζουν να πνίξουν τις κραυγές. Οι βαθιές αναπνοές που προσπαθούν να μετακινήσουν την πέτρα που μετακομίζει στο στήθος σου όταν την βλέπεις να περπατά χαμογελαστή προς το μέρος σου. Όλες αυτές οι στιγμές διψάνε για οξυγόνο. Αέρα, ανάσες, χώρο, δε χρειάζεται κάποιος μόνο σε σχέση με αυτή την ενστικτώδη ανάγκη. Ένα άλλο ένστικτο, αυτό του φόβου, είναι επίσης συνυφασμένο με την ασφυξία. Σε απλά μαθηματικά φόβος και σεξ μετατρέπονται σε διέγερση.

Με αυτή την ιδέα «παίζει» το Smother. Οι σχέσεις εξουσίας που δημιουργούνται στο κρεβάτι. Ή τον καναπέ. Ή το πάτωμα. Ή όπου τύχει τέλος πάντων. Ο πειραματισμός προσπαθεί να σχηματίσει μια σφαιρική εικόνα γι'αυτές τις σχέσεις. Παρότι ξεκάθαρα αντρικός δίσκος δεν κολλάει μόνο στην ιδέα του σκληρού και ανελέητου αρσενικού -Απόστολος Γκλέτσος- αλλά κυλιέται ευάλωτο στα σεντόνια χωρίς να φοβάται να παραδώσει τον έλεγχο. Η αντιπαραβολή των δύο φωνών Thorpe και Fleming διευκολύνει αυτήν την εναλλαγή παθητικού και ενεργητικού. Η μπάσα φωνή και τα πυκνά μούσια του Fleming ως αντίθεση της δραματικής και λεπτής φωνής της ανδρόγυνης φιγούρας του Thorpe.

Είναι σημαντικό από την άλλη πως αυτή η αντίθεση δεν είναι εκ διαμέτρου αντίθετη. Μη φανταστείτε ότι ο Fleming ρεύεται και ξύνει τη μασχάλη του στον καναπέ, ούτε ότι ο Thorpe βγάζει τα φρύδια του και παίζει μαξιλαροπόλεμο με τις φίλες του. Και οι δύο συναντιούνται και ο καθένας αποτελεί τη μία πλευρά της σφαίρας. Έτσι όπως κουταλιάζονται οι φωνές τους είναι έτοιμες να δώσουν και να δοθούν. Όταν τα φωνητικά τους μοιράζονται είναι πραγματικό χάρμα αυτιών. Το βελούδινο πλέξιμο των φωνών τους οδηγεί τα τραγούδια σε εκρηκτικά διαλείμματα ζάχαρης και φρούτων. Φράουλες ποτίζουν με το κόκκινό τους την καραμελωμένη ζάχαρη στο "Reach a Bit Further" και ο Thorpe ξεκινά την ελεγεία "I was angry and brash as a bull/ You were devastatingly beautiful". Στο "Lion's Share" ακούστε πόσο αρμονικά παίρνει τη σκυτάλη ο Fleming απο το μονόλογο του Thorpe ενώ η μουσική επιμένει και επιταχύνεται σαν καρδιοχτύπι.

Από την άλλη ο επώδυνος και αινιγματικός εσωτερικός κόσμος του Fleming προσπαθεί να καλύψει μια υποβόσκουσα χαιρεκακία που δεν έχουμε ιδέα σε τι οφείλεται στο "Deeper". Το απαλό beat και το ερεθιστικό keyboard που θυμίζει softcore πορνό (με οσκαρικές ερμηνείες) φτιάχνουν πιθανότατα το πιο sexy κομμάτι της χρονιάς επιβεβαιώνοντας με το στίχο "The breakfast is all laid out/ Waiting on you to arrive/ Deeper, deeper/ And send the others away/ Deeper, deeper/ The smile across my face" πως αν πετύχει η μοναξιά τύφλα να'χει η πολυκοσμία. Είναι τόσο θερμοί οι εναγκαλισμοί των φωνών τους που όποτε τραγουδάει ο καθένας μόνος του η έλλειψη του άλλου είναι έντονη. Ίσως έχει γίνει εσκεμμένα αυτό. Για παράδειγμα το "Bed Of Nails" με το σούπερ-ντούπερ υπερηχητικό, εφευρετικό ριφάκι του keyboard και το πολύ χαρακτηριστικό percussion του κρυφού ήρωα της μπάντας Chris Talbot, προσπαθεί πονεμένα να αποδείξει τη σαρκική του αφοσίωση σιγοτραγουδώντας το "Your Flesh is so Nice" του μακαρίτη Jeff Buckley. Μέχρι και το ψοφίμι του Δρ. Φρανκεστάιν απειλεί να αναστήσει ο αθεόφοβος μετά από τον έρωτα όλο τρέλα που θα κάνει/ του κάνουν. Εκεί όμως δε βρίσκεται ο Fleming με τη σίγουρη φωνή του να τον παρηγορήσει.

Το πιθανότατα δεύτερο πιο sexy κομμάτι της χρονιάς, το "Plaything", παίζει το σαδομαζοχιστικό παιχνίδι μέχρι τέλους και χωρίς λέξεις κλειδιά/ απελευθέρωσης. Δένει σφιχτά τα χέρια του «θύματος» και βάζει όλη του την εφευρετικότητα να δουλέψει κάτω απο τη φούστα της καθώς αυτή νιαουρίζει «μη! δεν είναι σωστό!". Ο άλλος κρυφός ήρωας του δίσκου είναι ο κιθαρίστας Ben Little που με το μελένιο του ριφάκι στο "Loop the Loop" θυμίζει κάτι από τα περίεργα που κάνει με τη Rickenbacker του ο Ed O'Brien.

Γενικά ο δίσκος έχει πολλές τέτοιες μικρές εκπλήξεις και πολλούς αφανείς ήρωες. Γι'αυτό άλλωστε είναι απαραίτητη η ακρόαση του ξανά και ξανά και ξανά, βαθιά πιο βαθιά πιο βαθιά. Το πόσο χορευτικός δίσκος είναι δεν θα αποκαλυφθεί τόσο εύκολα. Και όμως είναι τόσο έξυπνα χορευτικός και μελωδικός που κάνει τους Hot Chip να θέλουν να φάνε τα πουλοβεράκια τους. Η παραγωγή είναι εκατό χρόνια μπροστά από το Βασίλη Δανιήλ και το εξώφυλλο έξοχο (έχει και την έγκριση της καλλιτέχνιδος mrs. uptight). O Mike Diver του BBC έγραψε μεταξύ άλλων στην κριτική του για το δίσκο "Wild Beasts are, right now, the most inspirational, intriguing, effortlessly enrapturing band at work in Britain". Εμείς τίποτα άλλο δεν θα προσθέσουμε στα λεγόμενα του Mike παρά ένα new ανάμεσα στο enrapturing και το band. Ξέρουν τι θέλουν και -ελπίζουμε- να το πάρουν. Νιαααρρρρρρ.

1.8.11

Οι περιπέτειες ενός φουσκατάνθρωπου:

Ο φουσκατάνθρωπος βλέπει Ελληνικές ταινίες

Ένα απ’τ’αγαπημένα μου χόμπι τον τελευταίο καιρό, πέρα απ’το να μυρίζω βρώμικες κάλτσες και να παίζω NBA 2K11, είναι να τεστάρω τα όρια της υπομονής μου βλέποντας ξεχασμένες ελληνικές ταινίες σε 2, 3, 4 ακόμα και 5 δόσεις ανάλογα την περίπτωση. Όχι δεν αναφέρομαι σε'80s cult, ούτε στις φαντασιοπληξίες του Nikolaides, ούτε ακόμα χειρότερα σε νεοtrash ηλιθιότητες τύπου Φωκίωνας Μπόγρης.... Όοοχι, μιλάμε για αυθεντικές unintentional parody κουλτουροσαβούρες που’ναι ζήτημα να’χουνε χωρέσει 1-2 φορές χαράματα στη μεταμεσονύκτια ζώνη της ΕΤ-1. Ταινίες όπως 17 στα 18 και Beautiful People. Ναι γέλα, σε κάνα 5 χρόνια από τώρα που θα πληρώνεις για να τις δεις σε φεστιβάλ στο Gagarin, θα γουστάρεις παλιομαλάκα.

Να σημειώσω ότι απ’όσα πράματα έχω δει τελευταία, αποφάσισα να συμπεριλάβω αυτές τις 2 επειδή κολλάνε στο κλίμα του καλοκαιριού, βγάζουνε κάποιο λίγο γέλιο... ίσως και κάνα βυζάκι. Τύφλα να’χει το δελτίο ειδήσεων του Θοδωρή Δρακάκη δηλαδή. Όποιος λοιπόν γουστάρει μια βόλτα στους βρωμερούς υπονόμους του (νεο)ελληνικού σινεμά με οδηγό απόψεις πιο αυθαίρετες και από οικόπεδο στο δάσος της Πεντέλης είναι στο σωστό μέρος. Τρέμε Ορέστη Ανδρεαδάκη και Δημήτρη Κουτσογιαννόπουλε και Σωτήρη Δανίκα ή όπωςδιάολοείναιταμικράσας.

17 στα 18: Hands down η πιο άκυρη και σουρεαλιστική ταινία της τελευταίας δεκαετίας και βαλε. Μέσα σε όλο το κομπαρσιλίκι που εμφανίζεται εδώ αναγνωρίζουμε τους πρώην χάκερς Φοίβο και Πέτρο σε πρωταγωνιστικό ρόλο. Απ’ό,τι φαίνεται ο Φώτης αρνήθηκε να συμμετάσχει και μάλλον αυτό είναι και το μοναδικό έξυπνο πράμα που’χει κάνει έως τώρα στη ζωή του (ντάξει βάλε και τη Ματσούκα...). O τύπος που’κανε τη σκηνοθεσία θεώρησε καλή ιδέα να προσαρμόσει ελληνική αστική μιζέρια σε σενάρια τύπου Road Trip, American Pie κ .ο .κ. πλην τ’αντίστοιχο χιούμορ (ναι είναι φτηνό και καγκούρικο, χέσε μας), αγκαζέ με anti-drug προπαγάνδα και κοινωνικά μηνύματα για παιδιά προσχολικής ηλικίας..... Εμένα πάντως μ’άνοιξε η όρεξη για σάντουιτς με βαρβιτουρικά και 2-3 τζούρες βενζίνη επιδόρπιο..... Αμ δε φτάνουνε αυτά για να γυρίσεις φιλμ ρε μπάρμπα. Αφού σε κόφτουνε τόσο τα προβλήματα της νεολαίας βρες ένα κομμάτι από Active Member για μουσικό χαλί και πάνε γύρνα διαφημιστική καμπάνια για τον ΟΚΑΝΑ, την Ιθάκη, τη Στροφή ή άλλη οργάνωση στήριξης ναρκομανών της προτίμησής σου... που λέει ο λόγος. Εκεί σε παίρνει.

Συνεχίζω....... τα εμετικά late '90s-'00s ντυσίματα με τους αψυχολόγητους συνδυασμούς χρωμάτων είναι κάτι που προσπαθούσα χρόνια να ξεχάσω και ούτε αυτό δεν απέδωσαν σωστά.

Είναι έτσι:

Όχι έτσι:
Όσο για ερμηνείες άστο καλύτερα. Τις μισές σκηνές εδώ μέσα θα’πρεπε να τις κάνουνε λούπα και να τις προβάλουνε σε κέντρα προστασίας επιληπτικών και αυτιστικών εν ήδη ομοιοπαθητικής θεραπείας. Αυτός ο Φοίβος ειδικά είναι άλλο πράμα. Το παλικάρι διαρκώς τινάζεται χωρίς λόγο σα να’χει προχωρημένο Parkinson και καμιά 10αρια νευρικά τικ μαζί. Ultimately όμως, τη παράσταση κλέβει ο 17αρης στα 18αρης με το καλοσχηματισμένο goatee, γυρνώντας μας πίσω, στις ένδοξες μέρες των 80s κ στα ανήλικα μουστάκια του Θέμη Μάνεση.
(0/10)

Beautiful People: Είναι γνωστό τοις πάσι ότι ένα καλό σενάριο παρέα με 2-3 πιασάρικες ατάκες είναι αρκετά για να δώσουνε ενδιαφέρον σε μια ταινία ακόμα και αν έχει budget 100$. Στη προκειμένη περίπτωση όμως ο σκηνοθέτης είναι τόσο αβνάνας, που δε θα μπορούσε παρά να προσπαθήσει να καμουφλάρει την ανυπαρξία πετυχημένων διαλόγων και σοβαρού σεναρίου πίσω από «εικόνες μαγευτικής ομορφιάς» και «πλάνα που κόβουν την ανάσα» από το νησί των ανέμων και των πούστηδων, τη Μύκονο. Γνωστή η συνταγή.... με άλλα λόγια μιλάμε για μια καλογυαλισμένη κουράδα. Αλλά τι να πει κανείς για τον συγκεκριμένο; Οι τίτλοι μιλάνε από μόνοι τους: Ο Εργένης (πανομοιότυπο σενάριο), Πεθαίνοντας στην Αθήνα (άμα πάλευα να τη δω ολόκληρη αυτή τη ταινία, θα της έγραφα ολοδικό της υπερεκτεταμένο post) κλπ κλπ.... ΚΛΠ. Το μοναδικό film της προκοπής που’ χω δει από δαύτονα είναι το Αυτή η Νύχτα Μένει και αυτό από βιβλίο το σήκωσε ο μαλάκας.

Το φτωχό storyline δε δικαιολογεί 2 ώρες παρά 1 τέταρτο ταινία και ΜΑ την αλήθεια μου, δε μπορώ να ξοδεύω όλον μου τον χαμένο χρόνο στο Beautiful People, όταν είναι μιάμιση το πρωί και έχω βγάλει μόλις 2 team fire στο NBA Hangtime.

Ο Γιάννης Bόγλης (αριστερά) υποδύεται μια κοκκαλική φυσιογνωμία. Πρόεδρε όλα σε θυμίζουν...

Επίσης τι διάολο συμβαίνει και πολλοί (εθνικισταί κυρίως) σκηνοθέται/συγγραφείς θεωρούνε απόλυτα πιθανό το να βρεθούμε στα καλά καθούμενα σε εμπόλεμη κατάσταση με την Τουρκία δεν καταλαβαίνω. Οργανωμένο κράτος είναι ρε ΒΟΔΙΑ, όχι οι στρατιές του Τζένγκις Χαν. Εκτός και αν τα βραδάκια πού'στε μόνα σας, φαντασιωνόσαστε μουστακαλήδες Οθωμανούς να σας αναδιαμορφώνουνε τη σούφρα οπότε πάει αλλού το θέμα. Να ξέρετε πάντως ότι προς το παρόν τουλάχιστο θα συνεχίσετε τη βγάζετε με τους αντίχειρές σας.

Τέλος, αφού συμμετέχει ρε άτομο στη μπουρούχα σου η Ρέα Τουτουντζή και δε μπορείς να βασιστείς σε κάτι άλλο, αξιοποίησε καλύτερα τις μπουτάρες της και για τ’ όνομα του θεού ΜΗΝ ΜΑΣ ΔΕΙΧΝΕΙΣ ΤΑ ΚΩΛΟΜΕΡΙΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΟΥΡΗ!!!

Το χρηματιστήριο Αθηνών σε ώρα αιχμής
(1/10)
 
Clicky Web Analytics