28.10.08

Yin & Yang, pt II: Yin - Innocence

Ο μουσικόφιλος που ζει στο 2008 λογικά είναι ένας ευτυχισμένος άνθρωπος. Του αρκεί μια σύνδεση στο Ίντερνετ για να έχει πρόσβαση σε περισσότερη μουσική απ'ότι μπορεί ν'ακούσει. Blogs, MySpace, ατέλειωτα sites, internet radio αλλά και streaming από εκατοντάδες σταθμούς παγκοσμίως, P2P, κι ακόμα και οι ίδιοι οι καλλιτέχνες να χαρίζουν μουσική - αν αυτό δεν είναι ο παράδεισος του μουσικόφιλου, τότε δεν ξέρω τι είναι! Οι πιο πολλοί θυμόμαστε τις εποχές που η μοναδική ενημέρωση, εδώ στην Ελλάδα, ήταν ένα-δυο περιοδικά ή ένας σταθμός (Rest In Peace, ω! αξέχαστε Ρόδον!), ή τις ατέλειωτες ώρες που ταϊζαμε με κάρβουνο το 14άρι μοντεμάκι για να μπούμε σ'ένα μουσικό site, τρέμοντας μην πάρει κανείς τηλέφωνο και κοπεί η γραμμή. Ή την αναμονή κάθε Παρασκευής για να ξοδέψουμε το ένα τρίτο του εβδομαδιαίου χαρτζιλικιού στο και-κάποτε-ήταν-τόσο-καλό! Ν.Μ.Ε.. Κι όσο κι αν φράσεις όπως "το δύσκολο έχει άλλη γλύκα" πάνε να καλύψουν το παρελθόν με ένα ζαχαρένιο γλάσο νοσταλγίας, όσο κι αν ο τωρινός υπερκορεσμός μας κάνει να θεωρούμε πολλά πράγματα δεδομένα, θα ήταν αχαριστία να πει κανείς ότι ο ωκεανός πληροφοριών και ακουσμάτων που μας περιμένει κάθε μέρα στην άκρη του κέρσορα του ποντικιού μας δεν μας αρέσει.

Ας πάμε όμως πίσω, πολύ λίγο πριν όλη εκείνη η εποχή πνεύσει θορυβωδώς τα λοίσθια με δράστη του πρώτου θανατηφόρου πλήγματος ένα προγραμματάκι ονόματι Napster. Όταν ακόμα όλα αυτά ήταν η καθημερινή πραγματικότητα. Ήταν 1999, όταν στη μουσική πιάτσα ξεκίνησε ένα σούσουρο, εντονότερο απ'ότι συνήθως, γύρω από ένα νέο μουσικό φαινόμενο από την Ισλανδία. Ξαφνικά, στα αγγλικά έντυπα άρχισε να ξεπροβάλλει ένας παράξενος τίτλος τραγουδιού που έμοιαζε πιο πολύ με ονομασία γαλαξια - "Svefn-G-Englar" - και που σου τραβούσε την προσοχή ήθελες δεν ήθελες. Το συγκρότημα λεγόταν Sigur Ros και λίγο καιρό αργότερα, μόλις βγήκε το album με τον εξίσου παράξενο τίτλο Ágætis Byrjun, η χιονοστιβάδα του hype άρχισε να κατρακυλάει ανεξέλεγκτη.

Δεν θυμάμαι τώρα πια τι ήταν αυτό που παρακίνησε εμένα προσωπικά να αγοράσω το δίσκο. Ίσως ήταν οι παραδομένες άνευ όρων κριτικές, ίσως ένα CD του Uncut που τότε, στις πρώτες του μέρες, αποτελούσε κάτι σαν νέο ευαγγέλιο. Θυμάμαι όμως πολύ καλά τις πρώτες ακροάσεις και το πόσο έυκολα παραδόθηκα κι εγώ με τη σειρά μου.

Πατώντας το play, εκπληκτικά τοπία μοναδικής ομορφιάς κυλούσαν μέσα στο μυαλό μου όπως στο video του "Joga" της Bjork. Στο "Starálfur" ήμουν στην κορυφή ενός λόφου αντικρύζοντας τη θάλασσα ένα ηλιόλουστο πρωινό, νιώθοντας όλη την ευφορία της ζωής μαζεμένη. Στο "Hjartaõ Hamast (Bamm Bamm Bamm)", κατάμαυρα σύννεφα μαζεύονταν στη δύση σ'ένα μαβί σούρουπο. Το "Flugufrelsarinn" (ορκίζομαι ότι το έγραψα από μνήμης) ήταν μια διάφανη αρκτική νύχτα, 3 η ώρα το μεσημέρι. Ήταν ο ήχος ενός πρωτόγονου κόσμου. Βοηθούσε και η γλώσσα, αυτά τα κάτι-σαν-ισλανδικά (όχι πως θα τα ξεχωρίζαμε αν δεν το'λεγαν οι ίδιοι) που, απαλλαγμένα από το βάρος του νοήματος για εμάς τους απ'έξω, άφηναν την πανέμορφη φωνή του Jonsi Birgisson να γίνεται απλά ένας ακόμα ήχος, εξίσου εκφραστικός με τις κιθάρες που έμοιαζαν με φάλαινες, σύννεφα, γκέυζερ, παγετώνες και ό,τι άλλο πολικό βάλει ο νους σου, τις μικρές jazzy λεπτομέρειες των πλήκτρων και τα υπόλοιπα συστατικά του αραχνοϋφαντου πλεχτού που ύφαιναν οι υπόλοιποι.

Όσο όμως μαθαίνεις περισσότερα για τον δημιουργό ενός έργου τέχνης που σε συγκλόνισε, τόσο περισσότερο τον φέρνεις στο δικό σου, καθημερινό επίπεδο. Το ζήτημα είναι αν θα συνεχίσεις να εκτιμάς εξίσου το έργο και μετά την απομυθοποίηση που έρχεται σ'εκείνο το σημείο, και το τι κάνει ο καλλιτέχνης μετά. Οι Ισλανδοι πιτσιρικάδες χάθηκαν για λίγο, και όταν ξαναεμφανίστηκαν ήταν σαφές ότι είχαν επιλέξει να παρατείνουν το μυστήριο. Ένας δίσκος χωρίς τίτλο, όμορφος - μα και μονότονος. Το ίδιο και ο επόμενος. Η ομορφιά ήταν εκεί, μα η αθωότητα, η άγνοια κινδύνου που έκανε το Ágætis Byrjun τόσο καθηλωτικό είχε χαθεί.

Κι έτσι, ερχόμαστε πίσω στο σήμερα. Οι Sigur Ros δεν είναι πια τα μικρά ξωτικά από την παγωμένη Ισλανδία, αλλά ένα ακόμα συγκρότημα, πολύ καλό μεν, όπως όλα τ'άλλα δε, τουλάχιστον για τα media. Δεν είναι κάτι που έχει να κάνει τόσο με την ποιότητα της δουλειάς τους, όσο με την προαναφερθείσα οικειοποίηση: δεν είναι πια νέο όνομα, και ως γνωστόν η βιομηχανία του θεάματος ψοφάει για νέα ονόματα. Και προφανώς, ένα γκρουπ που βρίσκεται στον πέμπτο δίσκο του και με μια δεκαετία πίσω του δεν μπορεί να πλασαριστεί πια ως νέο - η πρωτοτυπία της προέλευσής τους και της γλώσσας που χρησιμοποιούσαν συντήρησε λίγο παραπάνω από το συνηθισμένο τη δυνατότητα αυτή, αλλά πλέον, με την ταχύτητα που κινείται η μουσική, είναι κι αυτοί "παλιοί". Έτσι, ο προβολέας έφυγε από πάνω τους. Δεν είναι πια στο κέντρο της σκηνής. Και απολαμβάνουν επιτέλους το προνόμιο της ησυχίας και του (ελαφρώς) χαμηλωμένου πήχυ.

Έτσι αποτραβηγμένοι από τα φώτα και χωρίς να βιάζονται, αποφάσισαν πως ήρθε η ώρα να βγουν από το αδιέξοδο. Έφεραν στο στούντιο τον έμπειρο Flood να τους βοηθήσει, αλλά κυρίως έφεραν πίσω ένα μέρος της αθωότητας, ακριβώς επειδή σταμάτησαν να προσπαθούν να την αναπαραγάγουν. Αυτή τη φορά, φαίνεται να πηγάζει ξανά από μέσα τους, με κύρια έκφρασή της τη φωνή του Jonsi. Αν η αθωότητα είχε ήχο, θα ήταν ο ήχος αυτής της φωνής - αυτό το άσπιλο, σχεδόν αμόλυντο από τις καθημερινές τριβές ηχητικό χάδι, καθαρό σαν τον αέρα που φτάνει από τον απόλυτο Βορρά στις ακτές του μικρού τους νησιού.

Τώρα όμως το συνοδεύουν εκρήξεις χαράς που όμοιές τους δεν έχουμε ξανασυναντήσει στο υλικό των Ισλανδών φίλων, εκτός από το μαγευτικό "Starálfur" που αναφέρθηκε πιο πάνω. Το πρώτο μισό του Med Sud I Eyrum Vid Spilum Endalaust αγγίζει τα όρια του γιορταστικού, και η εικόνα του εξώφυλλου είναι από τις πιο αντιπροσωπευτικές αναπαραστάσεις σε ένα εξώφυλλο του συναισθήματος που βγάζει ένας δίσκος που έχω δει ποτέ. Το "Inní Μér Syngur Vitleysingur" είναι σα να τρέχεις κουτρουβαλώντας σε ένα ηλιόλουστο λιβάδι χωρίς να θέλεις να σταματήσεις ποτέ, ενώ το εννιάλεπτο "Festival" ξεκινάει σαν ύμνος, και κάπου στη μέση του κομματιού η εκκλησία όπου ακούγεται φουσκώνει και τελικά εκρήγνυται, με εκατομμύρια χρωματιστά κομματάκια να εκτοξεύονται με ιλιγγιώδη ταχύτητα προς όλες τις κατευθύνσεις.

Η πρωτοφανής για τα δεδομένα τους εξωστρέφεια καταλαγιάζει στο δεύτερο μισό του album, αλλά και πάλι, δεν επιστρέφουν ακριβώς στον ήχο που έχουμε συνηθίσει - εδώ ο ήχος είναι πιο λιτός, πιο "οργανικός" και πιο ζωντανός, και τα τραγούδια πιο άμεσα, με μια γλυκιά και σχεδόν φωτεινή μελαγχολία να τα διαπερνά. Το επικό "Ára Bátur" εμφανίζει μια από τις λίγες στιγμές όπου η λιτότητα του ήχου καταστρατηγείται για μερικά δευτερόλεπτα, αλλά η αντίθεση ανάμεσα στο απλό πιάνο που αποτελεί τη ραχοκοκκαλιά του κομματιού και την κορύφωση με τα πνευστά, τα έγχορδα και τα φωνητικά να ίπτανται μεγαλόπρεπα προς το ηλιοβασίλεμα δικαιολογεί πέρα για πέρα την παρασπονδία. Κι αμέσως μετά, το πανέμορφο "Illgresi" με την απλή ακουστική του κιθάρα επαναφέρει την χαμηλότονη γλύκα. Τα αιωρούμενα έγχορδα του "Fljótavík" ολοκληρώνουν αυτήν τη θεσπέσια τριάδα αφήνοντάς σε να κοιτάς τη θάλασσα το σούρουπο, με τα φωτάκια από τα ψαροκάικα να φεγγίζουν μακριά.

Η μοναδική στιγμή που οι Sigur Ros μοιάζουν να επαναλαμβάνουν λιγότερο πετυχημένα την παλιά τους συνταγή είναι το τελευταίο κομμάτι του δίσκου, το "All Alright", το οποίο είναι και η πρώτη τους αγγλόφωνη απόπειρα. Όχι πως δεν είναι αντάξια όμορφο των προηγούμενων, όμως μοιάζει στάσιμο και χωρίς κατεύθυνση σε σχέση με τα υπόλοιπα κομμάτια, τα οποία σε αγγίζουν χωρίς καν να προσπαθούν, με τη φυσικότητα και τη χάρη των πρώτων τους χρόνων. Ίσως να είναι και συμβολικό - είναι η μοναδική στιγμή που μοιάζουν να προσπαθούν να πάνε κόντρα στη φύση τους, και το αποτέλεσμα δεν είναι τόσο καλό. Όμως σε όλο το υπόλοιπο album, η φύση τους - το φως και η αθωότητα - κερδίζει.

"Festival":

4 σχόλια:

radiowar είπε...

Οι Sigur ros μου εχουν χαρισει μια απο τις συγκλονιστηκοτερες ακροασεις album στην ζωη μου. Γιατι δεν αρκει απλα να εχεις ενα σπουδαιο δισκακι στην κατοχη σου αλλα πρεπει να βρεις και το σωστο momentum για να το ακουσεις. Και το momentum ηρθε μεσα σε ενα λεωφορειο , ταξιδευοντας βραδυ απο το Birmingham στο Εδιμβουργο αγκαλια με το ατιτλο "()". Ταξιδεψα, οχι πανω στο υγρο οδικο δικτυο της Αγγλιας, αλλα μεσα σε μια μαυρη τρυπα που ισοδυναμουσε με ελευθερη περιδινηση και προορισμο αγνωστο.
Λιγους μηνες αργοτερα το ακουσα και live στο θεατρο βραχων. Εμπειρια ζωης. Δεν περιγραφεται με λεξεις εντυπωσιασμου. Την επομενη μερα γνωρισα τον συντροφο της ζωης μου. Τα χρονια περασαν, οι ζωες μας αλλαξαν, και να... σε λιγες ημερες θα τους ξαναδω... αυτη τη φορα στο Παρισι :-)

Πι ες1: Συγχωρατε με για το ακαταστατο της γραφης μου, that's me.

Πι ες2: To blog σας ειναι πανεμορφο. Keep walking!

uptight είπε...

Επειδή προσωπικά έχω βιώσει υπέροχες ακροάσεις δίσκων και γενικά μουσικής, ακόμα κι απ'το ραδιόφωνο, ταξιδεύοντας στους μουσκεμένους δρόμους της Αγγλίας (εμπειρία που με μεγάλη χαρά θα ξαναβίωνα) σε καταλαβαίνω απόλυτα... :-)

Κι εγώ πολύ θα ήθελα να τους ξαναδώ, μετά από εκείνο το βράδυ στο Θέατρο Βράχων. Επειδή όμως μόνο μια φορά το χρόνο έχουμε την πολυτέλεια για ταξίδι έξω για συναυλία, φέτος το εξαντλήσαμε. :-D Αν δεν ξανάρθουν εδώ, μας βλέπω να πηγαίνουμε κάποια από τις επόμενες χρονιές έξω για πάρτη τους. :-)

Ευχαριστούμε πολύ! :-) Δυστυχώς δεν με αφήνει για κάποιο λόγο να μπω στο προφίλ σου και να μπω στο μπλογκ σου!

radiowar είπε...

Χμμ.. δεν το εβλεπες γιατι δεν υπηρχε blog! Τωρα ομως υπαρχει και ειναι ορατο (το νεογνο.. 3,200 gr ντεφαρικι πραμα!) :-)

uptight είπε...

Μια χαρά το ξεκίνημα - μεγειές! You have been added... :-)

 
Clicky Web Analytics