6.9.09

(Nice Dream)

Έχουν περάσει ήδη κάμποσες μέρες που είμαστε πίσω. Δυο βδομάδες ολόκληρες. Οι υποχρεώσεις, η ζέστη, ή απλά μια ματιά έξω σπρώχνουν τις εικόνες της Πράγας στο βάθος του μυαλού, όπως σπρώχνει κανείς στο βάθος του συρταριού τα ενθύμια απ'τον άνθρωπο που δεν έχει πια αλλά αγαπάει ακόμα. Δεν θέλεις να θυμάσαι, όμως το μυαλό σού παίζει παιχνίδια: γαντζώνεται στα όσα είδε αναζητώντας στη διαθέσιμη μνήμη κάτι όμορφο, ξέροντας ότι μόνο εκεί μπορεί να το βρει.

Έχω επισκεφθεί αρκετές πόλεις του εξωτερικού, πόλεις ονομαστές για την ομορφιά, την ατμόσφαιρα, τη γοητεία τους, πόλεις όπου τα θέματα οργάνωσης, κυκλοφοριακού, καθαριότητας, σεβασμού στην ιστορία και στο περιβάλλον θεωρείται δεδομένο ότι έχουν λυθεί ή έστω ότι έχουν γίνει όλες οι απαραίτητες ενέργειες από τους αρμόδιους για να λυθούν κι από εκεί και πέρα εξαρτάται από τους κατοίκους και τους επισκέπτες.

Η Πράγα, όμως, θεωρεί κανείς πριν την επισκεφθεί πως είναι διαφορετική περίπτωση. Είναι η πρωτεύουσα (του ενός μισού) μιας χώρας του πρώην Ανατολικού Μπλοκ, που βγήκε από το κουκούλι της πριν από 20 περίπου χρόνια. Θα περίμενε κανείς ότι τα πράγματα θα ήταν κάπως πιο πίσω απ'ό,τι στη Δυτική Ευρώπη, τουλάχιστον στο επίπεδο αυτών που μπορεί να δει και να καταλάβει ένας τουρίστας. Δυστυχώς για τη χώρα που ζούμε κι ευτυχώς για εμάς σαν πολίτες της Ευρώπης και του κόσμου, η πραγματικότητα λέει άλλα. Δεν μπορούμε να γενικεύσουμε και να μιλήσουμε γενικά για την Τσεχία σαν χώρα, αλλά η Πράγα είναι σαν μια από εκείνες τις άλλες σπουδαίες πόλεις: μια πόλη όπου όλα τα βασικά, τουλάχιστον στο κέντρο της αλλά και σε όσα προάστια είδαμε (και δεν περάσαμε από τα καλύτερα απ'ό,τι διαβάσαμε), μοιάζουν σε γενικές γραμμές λυμένα, και όπου οι αρχές και οι κάτοικοι ασχολούνται απερίσπαστοι με το να αναδεικνύουν την παράδοση και την ομορφιά της.

Μου θύμισε σε πολλά αγγλική πόλη. Το δίκτυο των συγκοινωνιών κάλυπτε και τα πιο απομακρυσμένα προάστια, και λειτουργούσε με ακρίβεια λεπτού. Παντού, ακόμα και σε φτωχογειτονιές, ανάμεσα σε τεράστιες εργατικές πολυκατοικίες, έβλεπες φροντισμένα πάρκα, παρκάκια, παρτέρια. Ακόμα κι ο καιρός ήταν σκέτα East Midlands το καλοκαίρι - ψύχρα το πρωί, 25 βαθμοί και ευχάριστη ζέστη το μεσημέρι, κρύο το βράδυ και η μια στις τρεις μέρες συννεφιασμένη και βροχερή.

Σε άλλα όμως ξεπερνούσαν και τους Άγγλους: σε ολόκληρο το κέντρο και παραέξω δεν είδαμε ούτε ένα σκουπίδι κάτω, ούτε έναν κάδο ξέχειλο. Και πως να το πετάξεις κάτω το σκουπίδι όταν γύρω σου βλέπεις παντού ομορφιά; Άψογα διατηρημένα κτήρια, από γοτθικούς πύργους και ναούς (αχ, St Vitus! Αλλά και γενικά, ο ανιχνευτής της λατρεμένης μου γοτθικής αρχιτεκτονικής χτύπησε κόκκινο...) μέχρι μπαρόκ, ροκοκό και αρ-νουβό μπιζουδάκια, όλα χρωματιστά και κεραμιδοσκέπαστα. Κι ανάμεσά τους τέλεια ενταγμένα τα καινούρια, από καλαίσθητα κτήρια γραφείων μέχρι το αριστούργημα Dancing House του Frank Gehry. Χωρίς ποτέ το μίγμα να μοιάζει βαρύ, αυστηρό ή υπερβολικό, και χωρίς ποτέ να προδίδει ότι έχει διατηρηθεί ή δημιουργηθεί για να σ'εντυπωσιάσει. Ίσα ίσα, οι Τσέχοι δε φαίνονταν να σκίζονται να βοηθήσουν τους τουρίστες - μάλλον εμπόδιο στις μετακινήσεις τους κι ενόχληση στην ησυχία τους έμοιαζαν οι ορδές που κατακλύζανε καθημερινά την πλατεία της Παλιάς Πόλης και τη Γέφυρα του Καρόλου πάνω απ'τον πολυτραγουδισμένο Μολδάβα (κάντε ένα κλικ και αφήστε το στο background να παίζει...). Και δε δίσταζαν να το δείχνουν, όντες οι μεν εστιάτορες, μαγαζάτορες κτλ απόμακροι και τυπικοί, οι δε υπόλοιποι στα όρια (;) της αγένειας. Το ότι η πόλη τους προσφέρεται για το θαυμασμό όλων ημών των απ'έξω ήταν απλά μια αναπόφευκτη συνέπεια που εκμεταλλεύτηκαν, αλλά κατα βάση είναι έτσι όμορφη από φυσικού της και για τους κατοίκους της.

Κι αυτό το διαπίστωνε κανείς καλύτερα όταν πήγαινε έξω απ'το κέντρο, σε γειτονιές με δρόμους πολυάσχολους, τοπικά μαγαζάκια και κόσμο που έκανε καθημερινές δουλειές. Κι εκεί ακόμα όλα έμοιαζαν τακτοποιημένα, φροντισμένα και καθαρά. Κι εκεί ακόμα τα λεωφορεία και τα τραμ ήταν όλα στην ώρα τους, υπήρχαν περιποιημένα πάρκα και παρτέρια και φαρδιά πεζοδρόμια και όμορφα κτίρια. Tο Κουκάκι και τα Πατήσια της Πράγας έμοιαζαν να ρίχνουν στ'αυτιά των αντιστοίχων της Αθήνας με τρόπο συντριπτικό - πάνω απ'όλα, συντριπτικό για την ψυχολογία μας όταν, καθισμένοι στο λεωφορείο της γραμμής, κατευθυνόμασταν οριστικά και αμετάκλητα πια προς το αεροδρόμιο και απο'κει προς τη χαβούζα μας. Δεν ξέρω κιόλας - μπορεί να είχαν φροντίσει ειδικά τα κομμάτια που έβλεπε κανείς στη διαδρομή του αεροδρομίου και παραμέσα τα πράγματα να ήταν τραγικά. Μπορεί να είχαν κρύψει τους ζητιάνους και τους εξαθλιωμένους της πόλης (καλή ώρα!) για να μη χαλάνε τη διάθεση των τουριστών. Απ'το μυαλό του κυνικού Έλληνα με τα γεμάτα διδακτικά βιώματα χρόνια στηνΑθήνα περνούν πολλά... Αλλά όσα μπορέσαμε να δούμε οδηγούσαν στο παραπάνω συμπέρασμα αβίαστα.

Το "οριστικά και αμετάκλητα" κολλάει στο αναπάντεχο δώρο που δεχτήκαμε από την Sky Europe (R.I.P.), η οποία μας χάρισε, άθελά της, μισή έξτρα μέρα στην Πράγα, πληρώνοντάς μας και το φαγητό για να εξιλεωθεί για την 12ωρη καθυστέρηση. Έτσι, τη Δευτέρα το μεσημεράκι ήμασταν και πάλι στο χαρούμενο, ηλιόλουστο κέντρο, κι αποφασίσαμε να δούμε ένα από τα κομμάτια της πόλης που δεν είχαμε προλάβει. Περπατήσαμε στα γοητευτικά στενάκια της Malá Strana (= μικρή γειτονιά) κι αρχίσαμε ν'ανεβαίνουμε τον καταπράσινο λόφο Petrin. Ανεβαίνοντας, βρεθήκαμε να περπατάμε ανάμεσα σε κατάφορτες μηλιές και αχλαδιές,. Θα νόμιζε εύκολα κανείς πως είχε κατά λάθος φύγει μακριά από το κέντρο αλλά κοιτάζοντας πίσω η πανοραμική θέα της πόλης, εκτός απ'το να μας κόβει την ανάσα, μας θύμιζε πως ήμασταν ακόμα πολύ κοντά και πως ναι, είναι δυνατόν το αστικό περιβάλλον να συνυπάρξει με εικόνες σαν κι αυτή. Για κάποια δευτερόλεπτα σκέφτηκα την Αθήνα. Πολύ κακή ιδέα, αλλά δεν μπορούσες να το αποφύγεις όταν τα αποδεικτικά στοιχεία της γλαφυρότατης αντίθεσης απλώνονταν τόσο άφθονα μπροστά στα μάτια σου...

Είχε πάει πια απόγευμα και κατεβαίναμε στην πλατεία κάτω από το κάστρο για να πάρουμε το μετρό και ν'αφήσουμε την Πράγα οριστικά πίσω μας. Σε ένα πλάτωμα σταματήσαμε. Το δρομάκι που κατέβαινε από την μπροστινή πύλη του κάστρου συναντούσε το πλακόστρωτο που κατηφόριζε από το λόφο Petrin σ'ένα μικρό πλάτωμα. Κρυμμένη σε κάποια σκαλοπάτια, μια κοπέλα τραγουδούσε ένα περίεργο τραγούδι με τη συνοδεία ενός ακορντεόν, και ο ψηλός πέτρινος τοίχος που ανέβαινε προς το κάστρο έστελνε τους ήχους ν'αντηχήσουν σ'όλα τα γύρω κτίρια και να φτάσουν στ'αυτιά μας με μια γλυκιά, ελαφρώς παραμορφωτική ηχώ, σα να έρχονταν από ψηλά. Μικρά μαγαζάκια πουλούσαν χειροτεχνίες και άλλα μικροπράγματα, κι αντί για πινακίδες είχαν τα ξύλινα θυρόφυλλά τους ζωγραφισμένα, από πάνω ως κάτω, ανακοινώνοντας την πραμάτια τους. Το φως του απογευματινού ήλιου δεν έφτανε κάτω, αλλά έβλεπες εδώ κι εκεί σκόρπια κομματάκια του από αντανακλάσεις στα γύρω παράθυρα. Κάποιος κόσμος, όχι πολύς, κατέβαινε με χαλαρούς ρυθμούς απ'το κάστρο και σκόρπια γέλια έμπαιναν που και που στην ηχώ του τραγουδιού. Η πόλη ετοιμαζόταν γι'άλλο ένα όμορφο, χαρούμενο βράδυ, χωρίς εμάς, κι αυτή ήταν η τελευταία εικόνα της που έχουμε στο μυαλό μας. Μέχρι την επόμενη φορά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

 
Clicky Web Analytics