19.7.10

And after sixty years hard labor/ He bumped into a neighbor/ Told him about a world gone insane

Υπάρχει ρυθμός, μελωδίες που έρχονται πάνω σε παράξενα αποκρυσταλλωμένα ριφάκια, μια γυναικεία αιθέρια φωνή, πολλή ηχώ και ορχηστρικά ambient ηχοτοπία. Όλα αυτά μοιάζουν οικεία στα χαρτιά αλλά στην πραγματικότητα οι προθέσεις τους είναι πιο σκοτεινές και κρυμμένες. Κάποιες λίγες φορές όπως στο "When It Comes" βγαίνουν απο το καβούκι τους έχοντας όμως ως ασπίδα τα beats τους που θυμίζουν λίγο Fever Ray. Άλλη μια τέτοια εξωστρεφής φορά είναι και, η πιο άμεση στιγμή του δίσκου, το "On Giving Up" που, καλοφτιαγμένο καθώς είναι, σε κερδίζει απο την πρώτη στιγμή, ενώ τα φωνητικά και το παγερό keyboard ακολουθούν δρόμους παράλληλους αλλά απομονωμένους.

Οι High Places είναι απο το Brooklyn και αυτό είναι στην ουσία το δεύτερο άλμπουμ τους (τρίτο αν υπολογίσουμε και ένα compilation που έβγαλαν πριν δύο χρόνια) ενώ έχουν ακολουθήσει σε tour σημαντικά ονόματα της σύγχρονης μουσικής όπως τους Deerhunter και τον Dan Deacon. Ο Bradford Cox μάλιστα σίγουρα "έκλεψε" κάποια κολπάκια τους για τον δίσκο των Atlas Sound. Οι High Places βέβαια, προτιμούν λιγότερο τις κιθάρες (με εξαίρεση το "Canada") και περισσότερο άλλα απόκοσμα ηχητικά εφέ που τα διαλέγει ο πολυοργανοπαίχτης Rob Barber. Το ωραίο όμως είναι οτι φτιάχνουν ένα πολύ γευστικό αποτέλεσμα παρά το γεγονός πως δεν φαίνεται να προτιμούν πολύ δημοφιλή πράγματα. Σε λίγους άλλωστε θα άρεσε ένας μόνιμος χειμώνας"("Constant Winter)".

Αν η Bat For Lashes κλεινόταν για 1 χρόνο σε ένα δωμάτιο μόνο με φαΐ και νερό κάτι τέτοιο θα κρατούσε στα χέρια της όταν θα έβγαινε από εκεί. Αφήστε που ο Eno θα είναι περήφανος για instrumental όπως το "Drift Slayer". Και αν παίρνουν κάποια στοιχεία απο τα άγευστα τροπικά beats που είναι της μοδός, ο ιδιαίτερος χαρακτήρας τους και η ψυχή που υπάρχει μέσα σε αυτό το παγωμένο φρούριο επιβεβαιώνουν οτι δίσκοι σαν και το Vs Mankind επιβιώνουν μόνο σε μεγάλα υψόμετρα και απροσπέλαστα βάθη.




Η φωνή της Rachel Fannan είναι ένα θαύμα. Πηγαίνει όπου θέλει και όλες οι πόρτες που χτυπάει ανοίγουν ορθάνοιχτα μπροστά της. Αυτό βολεύει αφάνταστα μια μπάντα σαν τους Sleepy Sun που αρέσκονται στον αχταρμά και στο μπλέξιμο πολλών διαφορετικών ειδών μουσικής.

Κατα βάση βέβαια είναι rock. Ψυχεδελικό rock αλλά και απλό hard rock αν τους έρθει η όρεξη. Κοιτάξτε το πρώτο κομμάτι του δίσκου, το "Marina". Εκεί που ταξιδεύεις με τα υπέροχα falsetto της Rachel, ξαφνικά «σκάει» ένας tribal ρυθμός και από εκεί που αγνάντευες παγωμένες λίμνες δίπλα στη φωτιά ξαφνικά σε τσιμπάει ένα επίμονο κουνούπι της ζούγκλας. Θα πρέπει να ομολογήσουμε οτι αυτή η υπερφόρτωση ιδεών και η αναποφασιστικότητα αρέσει σε πολύ κόσμο. Για παράδειγμα η uptight πίνει νερό στο όνομα του Kevin Barnes αλλά εγώ ακόμα να τον εκτιμήσω παρά τις προσπάθειες που κάνω.

Μην φανταστείτε όμως ότι ο δίσκος είναι φτερό στον άνεμο. Όπως είπαμε υπάρχει βάση, και αυτή η βάση είναι τα Led Zeppelinικά ριφάκια (θα τολμούσα να πω και Black Sabbathικά) και το σκληρό, ξερό σαν νύχια που στεγνώνουν απο το αλάτι της θάλασσας, percussion όπως στο κάπως αναχρονιστικό "Wild Machines". Όταν βάζουν τον πισινό τους κάτω μπορούν να φτιάξουν και πιο όμορφα πράγματα - για να τα ακούς δίπλα στη φωτιά που λέγαμε - όπως το "Rigamaroo". Η ζωή όμως δεν είναι μόνο ηρεμη και ευχάριστη και όλοι οι άνθρωποι καλοπροθεσίτες.

Στην προσπάθειά τους να αποδείξουν οτι δεν είναι φλώροι και hippies ίσως το παρακάνουν. Όπως στο "Desert God" που κάνουν μια - φιλότιμη η αληθεια είναι - προσπάθεια να καταστρέψουν ένα επικό desert rock (στην κυριολεξία) ανάγνωσμα με μια αχρείαστη παρεμβολή φυσαρμόνικας ή στο "Freedom Line" όπου στα σίγουρα ρίχνουν στα σκουπίδια μια πολύ ενδιαφέρουσα doo-wop αρχή.

Ακόμα και έτσι υπάρχουν κάποια πράγματα να κρατήσεις εκ των οποίων το σημαντικότερο είναι η φωνή της Rachel Fannan. Φωνή την οποία μπορούμε να απολαύσουμε και στο πολύ πιασάρικο "Follow Me Down" από τον τελευταίο δίσκο των Unkle.

Οι καλύτερες συνθέσεις μπορούν να έρθουν στην πορεία αλλά η φωνή, που είναι η καλή τους τύχη προς το παρόν, υπάρχει και υπόσχεται καλύτερες μέρες για τους Sleepy Sun. Εκτός αν γίνει των Nightwish το κάγκελο.





25 χρόνια καριέρας συμπληρώθηκαν φέτος για τους Καναδούς Cowboy Junkies. Στον δικό τους ξεχωριστό κόσμο δεν άλλαξαν πολλά απο τότε. Εκτός ίσως απο την Margo Timmins που απο μια εκ των 50 ομορφότερων ανθρώπων στον κόσμο το 1990 κατά το περιοδικό People πλέον μοιάζει με κλασσική Αμερικανίδα μαμά.

Η κλασσική αμερικάνα τους με τη πολύ σκοτεινή παραλλαγή, που θα μπορούσε να περιγράψει μια μέρα σε ένα περιπλανώμενο τσίρκο με φρικιά, τους έχει ακόμα χεράκι χεράκι. Φέτος, αφού εδώ και αρκετά χρόνια εχουν τη δική τους εταιρία και με λίγα λόγια κάνουν ό,τι θέλουν, συνέλαβαν ένα φιλόδοξο σχέδιο: τέσσερα άλμπουμ σε 18 μήνες.

Η αρχή έγινε με το Renmin Park που σίγουρα θα αποτελέσει φάρο για τη «νομαδική σειρά άλμπουμ» όπως την ονόμασαν και οι ίδιοι. Εκτός απο φάρο βέβαια θα αποτελέσει και σημείο έντονης ταλάντωσης της μουσικής τους ιστορίας αφού το Renmin Park θα μπορούσε να συμπεριληφθεί στις καλύτερες στιγμές τους. Καθόλου φλύαρο (εκτός ίσως απο τα τελευταία κομμάτια που έτσι και αλλιώς μοιάζουν με δοκιμαστικό σωλήνα) και ακριβώς στον σκοπό του.

Ο σκοπός ήταν να φτιάξουν 12 συνθέσεις που θα ζωγραφίσουν το τρίμηνο ταξίδι του κιθαρίστα και τραγουδοποιού της μπάντας Michael Timmins στην Κίνα και ειδικότερα στο ειδυλλιακό Renmin Park. Εκτός ερήμου και αμερικάνικης άγριας φύσης, ο καμβάς τους γεμίζει με τον περίεργο, αλλοπρόσαλλο αλλά αν μη τι άλλο ενδιαφέροντα αέρα μιας χώρας που ο πολιτισμός της ασφυκτυά λιωμένος κάτω απο την μπότα της «δημοκρατίας» ενώ άλλοτε εκπορνεύει μαζί με τα νεαρά της κορίτσια και τις τελευταίες της αναστολές.

Ας πούμε οτι ο δίσκος όπως και η Κινέζικη δημοκρατία κρύβει μερικές εκπλήξεις κάτω απο το γνώριμο περίβλημα ενός δίσκου των Cowboy Junkies. Η αισθησιακή φωνή της Margo και το ελαφρώς jazz πασπάλισμα της εδώ θα συνταιριαστούν με δύο διασκευές των κινέζων μουσικών ZXZZ και Xu Wei (στο στυλ των Cowboy Junkies βέβαια) που συνδέθηκαν με τον κ. Timmins και αντάλλαξαν απόψεις για την μουσική. Ο εργατικός μόχθος (στο συγκλονιστικό "Few Bags Of Grain"), η «διεστραμμένη» κανονικότητα του Francis Bacon και ο σκόρπιος ρομαντισμός είναι τα χρώματα της παλέτας.

Σαν ένα ταξιδιωτικό ημερολόγιο που χωρίς να κρίνει περιγράφει εμπειρίες. Αυτή είναι η ζωή του νομάδα έτσι και αλλιώς. Πηγαίνει απο μέρος σε μέρος και μένει όπου βρει πρόσφορο έδαφος και τροφή. Στην συγκεκριμένη περίπτωση η «τροφή» και το πρόσφορο έδαφος βοήθησαν τον Michael Timmins να γράψει ένα πολύ καλό πρώτο κεφάλαιο σε μια τετραλογία που αναμένεται με μεγάλο ενδιαφέρον.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

 
Clicky Web Analytics