Θυμάμαι ακόμα πόσο περήφανο ένιωσε το ελληνικό έθνος όταν ανακάλυψε τον Alex Καπράνο. Με το που έσκασαν (με αρκετό πάταγο) στα παγκόσμια μουσικά δρώμενα οι Franz Ferdinand, σερφάροντας ατσαλάκωτοι πάνω στο μετα-νέο κύμα, η Ελλάς βρήκε στο πρόσωπο του ψηλόλιγνου και κομψού Ελληνοάγγλου ένα ακόμα άξιο τέκνο της φυλής που «τα κατάφερε» όπως κάθε άξιο τέκνο της φυλής οφείλει. Και δώσ'του αφιερώματα, ακόμα κι από ανθρώπους που έμοιαζαν να έχουν ν'ασχοληθούν με την τρέχουσα μουσική πραγματικότητα από το 1990 (το αργότερο). Ακόμα κι ότι είχε ονομάσει την προηγούμενη μπάντα του "The Karelia" ανακάλυψαν οι άτιμοι, άσχετα αν δεν είχαν ακούσει ποτέ ούτε ένα τραγούδι τους και δε γνώριζαν την ύπαρξή τους πριν την επιτυχία των Franz. Τουλάχιστον όλο αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να έρθει η μπάντα στα ντουζένια της στο Ρόδον, φυσικά με τον Alex να μας χαιρετάει σε χαριτωμένα σπαστά ελληνικά.
Οι Franz σιγά σιγά έφυγαν απ'το προσκήνιο, οι Foals του Γιάννη Φιλιππάκη έχουν προς το παρόν στο ενεργητικό τους μόνο ένα κάποιο hype που δεν έχουν ακόμα δικαιολογήσει (αν και το καινούριο τους single ομολογώ είναι πολύ καλό και ελπιδοφόρα διαφορετικό απ'το υπερτιμημένο ντεμπούτο τους) οπότε αργούμε να τους ανακαλύψουμε, ενώ τη Marina με τα Διαμάντια της είναι πολύ νωρίς ακόμα για να την «πιάσουν» τα παλαιάς τεχνολογίας μουσικά ραντάρ του ελληνικού τύπου. Κι όμως, κάτω απ'τη μύτη όλων αυτών υπάρχει εδώ και χρόνια - όσα και οι Franz - ένας ακόμα μισο-συμπατριώτης μας που παράγει μουσική στην προσιτή μας Βρετανία, και μάλιστα με επιτυχία σχεδόν εφάμιλλη της μπάντας του Καπράνου.
Απλά αυτός είχε την τύχη/ ατυχία να μη λέγεται Καπράνος, Παπαδόπουλος ή κάτι άλλο ελληνοπρεπές διότι το ελληνικό μισό των γονιών του ήταν η μητέρα του. O Alexis Taylor αποτελεί το ένα πέμπτο των Hot Chip, ίσως της καλύτερης βρετανικής ελέκτρο μπάντας της τελευταίας πενταετίας, και έχει μια από τις ωραιότερες φωνές εκεί έξω. Αυτή ακριβώς η φωνή και οι πανέμορφες αρμονίες που άπλωνε σε στρώσεις στο ρεφραίν του "Boy From School", του πιο μελαγχολικού χορευτικού hit που έχω ακούσει τα τελευταία χρόνια, με τράβηξαν στον μικρόκοσμο που έχουν χτίσει εδώ και χρόνια ο Taylor και οι υπόλοιποι τέσσερεις Hot Chip.
Τόσο μουσικά όσο και ακαδημαϊκά μορφωμένα παιδιά και ακριβώς όσο χρειάζεται nerds (ο Alexis είναι εξέχον μέλος του λατρεμένου μου Μισοριξιά Club, και σε κάθε φωτογραφία της μπάντας προσπαθεί να γραφτεί στο Βιβλίο των Ρεκόρ Γκίνες για το Τραγικότερο Πουλόβερ όλων των εποχών), έφτιαξαν τρεις δίσκους γεμάτους με εκλεκτική ελεκτροπόπ με πραγματικά μεγάλη γκάμα επιρροών και γερές δόσεις χιούμορ. Φέτος επανήλθαν με τον πολυαναμενόμενο τέταρτο, με τίτλο One Life Stand, έναν εθιστικό ποπ δίσκο που χαίρεσαι ν'ακούς και να ξανακούς.
Οι μελωδίες είναι απλές και ευδιάκριτες, φωτεινές και φιλόξενες, και σου προσφέρονται σε γενναίες δόσεις κουβαλώντας με ασφάλεια στους στιβαρούς ώμους τους το καθένα από τα δέκα κομμάτια. Όχημά τους τις περισσότερες φορές είναι η πραγματικά απολαυστική φωνή του Alexis, πιο soul από ποτέ και έχοντας επιτέλους πάρει τη θέση που της αξίζει στο κέντρο της σκηνής, ενώ ο Joe Goddard προσφέρει ένα πιο γήινο αντίβαρο. Λιγότερο παιχνιδιάρηδες απ'ότι στο Made in the Dark αλλά χωρίς φυσικά να βγάζουν αυτό το τόσο βασικό τους χαρακτηριστικό απ΄το παιχνίδι, βάζουν μπροστά τις πιο κλασσικές επιρροές τους και τις γεμίζουν με πραγματικά θετική ενέργεια που ξεχειλίζει από παντού.
Τα πιο προφανή highlights βρίσκονται στην αρχή, στη μέση και στο τέλος: το "Thieves in the Night" ξεκινάει το δίσκο με τρομερή αυτοπεποίθηση, με το keyboard που τριγυρίζει τη βασική μελωδία να μοιάζει με απευθείας nod στο αγαπημένο "Bizarre Love Triangle" των New Order, απόλυτων δάσκαλων για κάθε βρετανική (και όχι μόνο) ελεκτρο-ποπ (η έμφαση στο «ποπ») μπάντα που σέβεται τον εαυτό της. Το ομώνυμο κομμάτι και πρώτο single με τα ανατολίτικα μοτίβα στα πλήκτρα σε σπρώχνει στην πίστα και εκρήγνυται με ένα εντελώς κολλητικό ρεφραίν ("I only wanna be your one life stand" - νομίζω είναι τέλειο για πρόταση γάμου), ενώ το "Take It In" κλείνει το δίσκο με το διαβολικό ριφάκι του να εναλλάσσεται με τις αγγελικές διακηρύξεις του ρεφραίν ("And oh, oh, my heart has flown to you just like a dove/ It can fly/ It can fly").
Αυτή η περίσσεια αγάπης διατρέχει ολόκληρο το δίσκο, από «είμαστε όλοι αδέρφια, σας αγαπάω όλους» μέχρι πίστη και αφοσίωση και περιστέρια και λουλούδια. Πράγμα που δεν είναι κακό, έστω κι αν σε μερικά σημεία κολλάει από τα σιρόπια και μερικά πράγματα ακούγονται λίγο cheesy - η μπάντα το κατέχει αρκετά το πράγμα για να τα σώσει κι αυτά. Το "Hand Me Down Your Love" μοιάζει μονοδιάστατο μέχρι το υπέροχο γύρισμα του ρεφραίν και την είσοδο των εγχόρδων. Το "I Feel Better" έχει αρκετά από τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τα φτηνά, σχεδόν εκνευριστικά dubstep κομμάτια που παράγονται με το σωρό και που λατρεύουν να χορεύουν τα Αγγλάκια στα club της Κω μεθώντας με Breezer και Smirnoff Ice, αλλά ξαφνικά το κομμάτι και η ανάσα σου κόβεται στη μέση από την εντυπωσιακή είσοδο της φωνής του Taylor και η ιδέα του να άκουγες κάτι τέτοιο σε μια γεμάτη Starlight δε μοιάζει και τόσο χάλια - ούτε καν η θέα των κατακαμμένων, αναψοκοκκινισμένων Βρετανών Δον Ζουάν που προσπαθούν να ρίξουν τις πιτσιρίκες με τα πλαστικά κερατάκια δεν θα ήταν αρκετή για να σου το χαλάσει.
Το "Slush" από τη μεριά του που ανοίγει το δεύτερο «μέρος» του δίσκου μοιάζει με mainstream αμερικάνικη soul μπαλάντα των '80s και προς στιγμή νομίζεις ότι ακούς Christian FM ή κάτι τέτοιο αλλά πάνω στα τέσσερα λεπτά κάνει μια εντυπωσιακή στροφή, με λιτά πνευστά, κύμβαλα και πιάνο να στρώνουν χαλί για ένα θεσπέσιο, πραγματικά soulful δίλεπτο όπου ο Taylor ερμηνεύει εκπληκτικά έναν μόνο, αλλά τόσο αφοπλιστικό, στίχο - "Don't I know there is a god?/ Now I know there is a god in your heart". Δεν ξέρω πώς θα γίνει αλλά ίσως να είναι η πρώτη φορά που ένα δίλεπτο από ένα εξάλεπτο κομμάτι θα μπει στα αγαπημένα μου της χρονιάς.
Αφήνουν την quirky φύση τους να εμφανιστεί στο τρυφερό "Alley Cats" που, ταιριαστά με τον τίτλο του, τρίβεται πάνω σου και κουρνιάζει στα γόνατά σου χωρίς πολλές εξηγήσεις, ενώ προσφέρουν άλλον έναν ύμνο στις βρετανικές πίστες για το ερχόμενο καλοκαίρι με το "We Have Love" πριν μπουν στα χωρικά ύδατα των Depeche Mode με το "Keep Quiet" (το επισήμανε ο mr.grieves κι έχει δίκιο - θα ήταν εύκολα stand-out σε έναν δίσκο σαν το Ultra) πριν το "Take It In" διαλύσει τη σκοτεινή ατμόσφαιρα σαν ακτίνες του ήλιου που μπαίνουν ξαφνικά στο δωμάτιο.
Μ'αυτά και μ΄αυτά ο Alexis ανακηρύσσεται πανηγυρικά νικητής στον άτυπο πατριωτικό αγώνα - οι Hot Chip τα κατάφεραν και πάλι, χαρίζοντάς μας έναν νηφάλια ευδαιμονικό, σε σημεία γιορταστικό αλλά ποτέ πανηγυρτζίδικο δίσκο από μια μπάντα έμπειρη πλέον και στα καλύτερά της, ένα δίσκο πέρα για πέρα ικανό να σου φτιάξει τη μέρα. Για μένα δούλεψε μια χαρά.
Οι Franz σιγά σιγά έφυγαν απ'το προσκήνιο, οι Foals του Γιάννη Φιλιππάκη έχουν προς το παρόν στο ενεργητικό τους μόνο ένα κάποιο hype που δεν έχουν ακόμα δικαιολογήσει (αν και το καινούριο τους single ομολογώ είναι πολύ καλό και ελπιδοφόρα διαφορετικό απ'το υπερτιμημένο ντεμπούτο τους) οπότε αργούμε να τους ανακαλύψουμε, ενώ τη Marina με τα Διαμάντια της είναι πολύ νωρίς ακόμα για να την «πιάσουν» τα παλαιάς τεχνολογίας μουσικά ραντάρ του ελληνικού τύπου. Κι όμως, κάτω απ'τη μύτη όλων αυτών υπάρχει εδώ και χρόνια - όσα και οι Franz - ένας ακόμα μισο-συμπατριώτης μας που παράγει μουσική στην προσιτή μας Βρετανία, και μάλιστα με επιτυχία σχεδόν εφάμιλλη της μπάντας του Καπράνου.
Απλά αυτός είχε την τύχη/ ατυχία να μη λέγεται Καπράνος, Παπαδόπουλος ή κάτι άλλο ελληνοπρεπές διότι το ελληνικό μισό των γονιών του ήταν η μητέρα του. O Alexis Taylor αποτελεί το ένα πέμπτο των Hot Chip, ίσως της καλύτερης βρετανικής ελέκτρο μπάντας της τελευταίας πενταετίας, και έχει μια από τις ωραιότερες φωνές εκεί έξω. Αυτή ακριβώς η φωνή και οι πανέμορφες αρμονίες που άπλωνε σε στρώσεις στο ρεφραίν του "Boy From School", του πιο μελαγχολικού χορευτικού hit που έχω ακούσει τα τελευταία χρόνια, με τράβηξαν στον μικρόκοσμο που έχουν χτίσει εδώ και χρόνια ο Taylor και οι υπόλοιποι τέσσερεις Hot Chip.
Τόσο μουσικά όσο και ακαδημαϊκά μορφωμένα παιδιά και ακριβώς όσο χρειάζεται nerds (ο Alexis είναι εξέχον μέλος του λατρεμένου μου Μισοριξιά Club, και σε κάθε φωτογραφία της μπάντας προσπαθεί να γραφτεί στο Βιβλίο των Ρεκόρ Γκίνες για το Τραγικότερο Πουλόβερ όλων των εποχών), έφτιαξαν τρεις δίσκους γεμάτους με εκλεκτική ελεκτροπόπ με πραγματικά μεγάλη γκάμα επιρροών και γερές δόσεις χιούμορ. Φέτος επανήλθαν με τον πολυαναμενόμενο τέταρτο, με τίτλο One Life Stand, έναν εθιστικό ποπ δίσκο που χαίρεσαι ν'ακούς και να ξανακούς.
Οι μελωδίες είναι απλές και ευδιάκριτες, φωτεινές και φιλόξενες, και σου προσφέρονται σε γενναίες δόσεις κουβαλώντας με ασφάλεια στους στιβαρούς ώμους τους το καθένα από τα δέκα κομμάτια. Όχημά τους τις περισσότερες φορές είναι η πραγματικά απολαυστική φωνή του Alexis, πιο soul από ποτέ και έχοντας επιτέλους πάρει τη θέση που της αξίζει στο κέντρο της σκηνής, ενώ ο Joe Goddard προσφέρει ένα πιο γήινο αντίβαρο. Λιγότερο παιχνιδιάρηδες απ'ότι στο Made in the Dark αλλά χωρίς φυσικά να βγάζουν αυτό το τόσο βασικό τους χαρακτηριστικό απ΄το παιχνίδι, βάζουν μπροστά τις πιο κλασσικές επιρροές τους και τις γεμίζουν με πραγματικά θετική ενέργεια που ξεχειλίζει από παντού.
Τα πιο προφανή highlights βρίσκονται στην αρχή, στη μέση και στο τέλος: το "Thieves in the Night" ξεκινάει το δίσκο με τρομερή αυτοπεποίθηση, με το keyboard που τριγυρίζει τη βασική μελωδία να μοιάζει με απευθείας nod στο αγαπημένο "Bizarre Love Triangle" των New Order, απόλυτων δάσκαλων για κάθε βρετανική (και όχι μόνο) ελεκτρο-ποπ (η έμφαση στο «ποπ») μπάντα που σέβεται τον εαυτό της. Το ομώνυμο κομμάτι και πρώτο single με τα ανατολίτικα μοτίβα στα πλήκτρα σε σπρώχνει στην πίστα και εκρήγνυται με ένα εντελώς κολλητικό ρεφραίν ("I only wanna be your one life stand" - νομίζω είναι τέλειο για πρόταση γάμου), ενώ το "Take It In" κλείνει το δίσκο με το διαβολικό ριφάκι του να εναλλάσσεται με τις αγγελικές διακηρύξεις του ρεφραίν ("And oh, oh, my heart has flown to you just like a dove/ It can fly/ It can fly").
Αυτή η περίσσεια αγάπης διατρέχει ολόκληρο το δίσκο, από «είμαστε όλοι αδέρφια, σας αγαπάω όλους» μέχρι πίστη και αφοσίωση και περιστέρια και λουλούδια. Πράγμα που δεν είναι κακό, έστω κι αν σε μερικά σημεία κολλάει από τα σιρόπια και μερικά πράγματα ακούγονται λίγο cheesy - η μπάντα το κατέχει αρκετά το πράγμα για να τα σώσει κι αυτά. Το "Hand Me Down Your Love" μοιάζει μονοδιάστατο μέχρι το υπέροχο γύρισμα του ρεφραίν και την είσοδο των εγχόρδων. Το "I Feel Better" έχει αρκετά από τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τα φτηνά, σχεδόν εκνευριστικά dubstep κομμάτια που παράγονται με το σωρό και που λατρεύουν να χορεύουν τα Αγγλάκια στα club της Κω μεθώντας με Breezer και Smirnoff Ice, αλλά ξαφνικά το κομμάτι και η ανάσα σου κόβεται στη μέση από την εντυπωσιακή είσοδο της φωνής του Taylor και η ιδέα του να άκουγες κάτι τέτοιο σε μια γεμάτη Starlight δε μοιάζει και τόσο χάλια - ούτε καν η θέα των κατακαμμένων, αναψοκοκκινισμένων Βρετανών Δον Ζουάν που προσπαθούν να ρίξουν τις πιτσιρίκες με τα πλαστικά κερατάκια δεν θα ήταν αρκετή για να σου το χαλάσει.
Το "Slush" από τη μεριά του που ανοίγει το δεύτερο «μέρος» του δίσκου μοιάζει με mainstream αμερικάνικη soul μπαλάντα των '80s και προς στιγμή νομίζεις ότι ακούς Christian FM ή κάτι τέτοιο αλλά πάνω στα τέσσερα λεπτά κάνει μια εντυπωσιακή στροφή, με λιτά πνευστά, κύμβαλα και πιάνο να στρώνουν χαλί για ένα θεσπέσιο, πραγματικά soulful δίλεπτο όπου ο Taylor ερμηνεύει εκπληκτικά έναν μόνο, αλλά τόσο αφοπλιστικό, στίχο - "Don't I know there is a god?/ Now I know there is a god in your heart". Δεν ξέρω πώς θα γίνει αλλά ίσως να είναι η πρώτη φορά που ένα δίλεπτο από ένα εξάλεπτο κομμάτι θα μπει στα αγαπημένα μου της χρονιάς.
Αφήνουν την quirky φύση τους να εμφανιστεί στο τρυφερό "Alley Cats" που, ταιριαστά με τον τίτλο του, τρίβεται πάνω σου και κουρνιάζει στα γόνατά σου χωρίς πολλές εξηγήσεις, ενώ προσφέρουν άλλον έναν ύμνο στις βρετανικές πίστες για το ερχόμενο καλοκαίρι με το "We Have Love" πριν μπουν στα χωρικά ύδατα των Depeche Mode με το "Keep Quiet" (το επισήμανε ο mr.grieves κι έχει δίκιο - θα ήταν εύκολα stand-out σε έναν δίσκο σαν το Ultra) πριν το "Take It In" διαλύσει τη σκοτεινή ατμόσφαιρα σαν ακτίνες του ήλιου που μπαίνουν ξαφνικά στο δωμάτιο.
Μ'αυτά και μ΄αυτά ο Alexis ανακηρύσσεται πανηγυρικά νικητής στον άτυπο πατριωτικό αγώνα - οι Hot Chip τα κατάφεραν και πάλι, χαρίζοντάς μας έναν νηφάλια ευδαιμονικό, σε σημεία γιορταστικό αλλά ποτέ πανηγυρτζίδικο δίσκο από μια μπάντα έμπειρη πλέον και στα καλύτερά της, ένα δίσκο πέρα για πέρα ικανό να σου φτιάξει τη μέρα. Για μένα δούλεψε μια χαρά.
6 σχόλια:
τι κριμα που τα μισα τραγουδια εχουν πηξει στη ζαχαρη.η λέξη γλυκούλικα ποπ τραγουδια ακουγεται σαν πανουκλα και δεν υπαρχει χειροτερο για ενα συγκροτημα να ριχνει γλυκοζη παραπανω απ'ότι πρέπει .Επρεπε να ακουσω το we have love και to take it in για να μην παθω ζαχαρο....ανισος δισκος και τον ακουσα πανω απο δεκα φορες για να ΜΗΝ το πιστεψω.Στο επομενο θα δειξουν πολλα περισσοτερα.αν δεν πεθανουν απο διαβητη.
ενδιαφερον μπλογκ...
Κι εγώ πίστευα στην αρχή πως ήταν άνισος αλλά τελικά και τα κομμάτια που αρχικά δε με ξετρέλαναν με κέρδισαν όταν κατάλαβα πόσο έξυπνα παίζουν με τα στερεότυπα. Κι εντάξει, δε μου πήγαινε να παριστάνω για πολύ καιρό την θερμιδο/σακχαροφοβική μέσα σε ένα πραγματικά ποιοτικό ζαχαροπλαστείο... :-)
θέλει αυτοσυγκράτιση όμως.και εξαρτάται.αν σου αρεσουν τα μαυρα γλυκα τότε ο,τιδηποτε λευκο το τρως με μετρο ή καθόλου.οι χοτ τσιπ πανε προς μιλφειγ στα μισα τραγουδια και ευτυχώς δηλαδη που έχουν και λιγο μπιτερ στα τελευταία .θα προτιμούσα τα τρια πρώτα που και ζαχαρη πολυ δεν εχουν αλλά και εχουν λιγο φρουτωδη γευση.Γουστα ειναι αυτα και για να μη παρεξηγούμαι,οι χοτ τσιπ μου αρεσουν και τους θαυμάζω αρκετα.αλλα αυτο το αλμπουμ ειναι ανισο.δε με χαλαει αλλα περιμενω περισσοτερα την επομενη φορα.
παντως ακου και το τελευταιο καριμπου..θα καταλαβεις γιατι αλλαξα ζαχαροπλαστειο και το εχω ριξει σε πιο περιτεχνα γλυκισματα.
ουφ,λεω να κανω κανα πους απσ τωρα..με τοσα πολλά γλυκα..καιρος για λιγο ξυδι με τους fall..:]
Μια καλή μιλφέιγ ομολογώ με συγκινεί περισσότερο από οτιδήποτε έχει σχέση με bitter... Αν και τελικά προτιμώ τα γλυκά που έχουν πολλές στρώσεις. Και λίγο φρουτάκι μέσα. Τον Caribou δεν τον έχω ακούσει ακόμα, οσονούπω θα γίνει & αυτό αλλά μ'αυτά και μ'αυτά μου'ρθε μια μεγάλη όρεξη για ένα γλυκό τώρα. :-P
Μουσικά καλά τα λέτε, δεν έχω να προσθέσω τίποτα, εκτός από το ότι προτιμώ τον Caribou εποχής The Milk of Human Kindnes. Μια και πιάσατε τα ζαχαροπλαστεία όμως: Το καλύτερο σοκολατάκι στον κόσμο είναι το εξής:
http://www.marcolini.be/#/en/home/
Peas on Earth to all of you Beans!
Ξαναδιάβαζα ένα άρθρο για τον τύπο (τον Μαρκολινί) από έναν παλιό Ταχυδρόμο, της Κρεμέζη νομίζω... Ακούγεται ιδιοφυής τύπος αλλά δυστυχώς δεν έχω πάει κατά κει οπότε δεν είχα την τύχη να τα δοκιμάσω ως τώρα. Επιφυλάσσομαι.
Δημοσίευση σχολίου