Στον τρελό αλλά αξιαγάπητο κόσμο του μουσικού φόρουμ του αγαπημένου atease το θέμα με τίτλο "Is it wrong to assume Vampire Weekend are wealthy/privileged?" έχει φτάσει τις 15 σελίδες. Δεν είναι περίεργο βέβαια αυτό για ένα μέρος όπου μπορείς να βρείς από μικρούς φιλόσοφους μέχρι έμπειρα trolls. Παρά την ανέλπιδη προσπάθεια να εξηγήσεις τι ακριβώς συμβαίνει σε αυτό το φόρουμ (δεν είναι τυχαίο ότι όλα τα θέματα που αφορούν θανάτους μουσικών έχουν μετατραπεί σε αέναο διαγωνισμό της πιο κυνικής ατάκας) απ’ό,τι φαίνεται πράγματι ο κόσμος ενδιαφέρεται για την οικονομική και κοινωνική κατάσταση των Vampire Weekend.
Δεν είναι ψέμα ότι όλους μας συναρπάζουν οι ιστορίες των φτωχών outsiders που δεν είχαν στον ήλιο μοίρα αλλά κατάφεραν να μεγαλουργήσουν. Βλέπετε όλες αυτές οι κινούμενες εικόνες του Hollywood παραλείπουν να παρουσιάσουν τις μικρές λεπτομέρειες που αποδεικνύουν ότι όλοι σε κάποια στιγμή της ζωής μας βάλαμε τα χρήματα και το συμφέρον μας πάνω απ’όλα.
Όταν πεις σήμερα τη λέξη «Καζαντζίδης» οι περισσότεροι θυμούνται και γνωρίζουν τη γραφική φιγούρα που πλακωνόταν με τους εβραίους και τις εταιρείες. Λίγοι πλέον ξέρουν ότι είχε αρνηθεί να τραγουδήσει σε μια συναυλία προς τιμήν του όπου το εισιτήριο ήταν υπέρογκο και απλησίαστο για τον λαικό κόσμο που τον ανέδειξε. Όταν πεις τη λέξη «Αλεξίου» όλοι σκέφτονται μια αξιοπρεπή παρουσία που ποτέ δεν προκάλεσε. Λίγοι όμως ξέρουν ότι ένα από τα προηγούμενά της cd πωλούνταν φθηνότερα στην πλέον γνωστή αλυσίδα δισκοπωλείων αναγκάζοντας έτσι τα μικρότερα μαγαζιά να έρθουν σε ακόμα μειονεκτικότερη θέση.
Δεν υπάρχουν άγγελοι που λέει και το τραγούδι. Ούτε διάβολοι αντιστοίχως. Αν οι Vampire Weekend έχουν φοιτήσει σε κάποιο πανεπιστήμιο και σχεδόν πάντα φωτογραφίζονται σα να γύρισαν από καφέ στο Κεφαλάρι, αγγίζοντας τις παρυφές του lifestyle φωνάζοντας στο βίντεο του "Giving Up The Gun" τον Jake Gylenhall και τον Joe Jonas, ή αν ο βετεράνος μαύρος μουσικός Gil Scott-Heron φωτογραφίζεται να απολαμβάνει το τσιγάρο του στο εξώφυλλο του δίσκου του, είναι κάτι δευτερεύον και άπτεται άλλων κοινωνιολογικών συζητήσεων που δε σχετίζονται με την ίδια την ουσία και την έννοια της μουσικής.
Αυτό που ακούμε στο Contra είναι ένα μάτσο νεαρούς που λατρέυουν τους Clash και τις εξερευνήσεις που έκαναν στη μουσική του κόσμου, και που παίζουν με την αντίληψη που έχει ο κόσμος για τους ίδιους. Ο Ezra Koenig επειδή είναι έξυπνο παιδί διάλεξε την εικόνα ενός ξανθού πανέμορφου κοριτσιού με μια μπλούζα polo τραβηγμένη το 1983 ώστε να τεστάρει τις αντιδράσεις. Γιατί αυτό που για κάποιον είναι απλά ένα όμορφο κορίτσι για κάποιους άλλους συμβολίζει την πλουτοκρατία και τον καπιταλισμό μιας κόρης ενός πλούσιου μπαμπά πριν συναντήσει τον δάσκαλο του τένις.
Αυτό είναι και το παράλογο στις σύγχρονες κοινωνίες μας. Δε μας πειράζει η γνώση της αδικίας που βρίσκεται δίπλα μας (και πάνω μας, και κάτω μας, και αριστερά μας και δεξιά μας), αλλά είναι ικανή η εικόνα μιας κοπέλας με γυαλιστερό μαλλί να μας εξοργίσει. Κάτι τέτοιες συζητήσεις μου θυμίζουν εκέινο το στριπάκι της Μαφάλντα όπου ο μπαμπάς της πετάει κάτω έξω φρενών την εφημερίδα αφού διάβασε οτι ο διαιτητής αδίκησε την ομάδα του. Τότε έρχεται η Μαφάλντα που απλά είδε την εφημερίδα πεταμένη από την πλευρά των ειδήσεων του κόσμου και του λέει «μπράβο μπαμπά που ακόμα αντιδράς στις αδικίες της κοινωνίας μας».
Όπως όμως είπαμε και πριν o Koenig είναι έξυπνο παιδί και ξέρει οτι τέτοιες συζητήσεις στρέφουν τα βλέμματα στη μπάντα του και βοηθούν τη μπάλα να κυλήσει. Απόδειξη ο τρανός θρίαμβος του Contra που έκανε ντεμπούτο στο νούμερο 1 του Βillboard όντας μόλις το δωδέκατο άλμπουμ ανεξάρτητης εταιρείας απο τότε που άρχισαν να καταμετρώνται τα νούμερα που κατάφερε κάτι τέτοιο. Πέρα απο τις συζητήσεις για το υπόβαθρο των Νεοϋορκέζων και τις υψηλές πωλήσεις τί μένει απο τη μουσική;
Εκεί που ακούγονται ελαφρώς φοβισμένοι στο ομώνυμό τους, στο Contra ακούγονται σίγουροι για το τι θέλουν να κάνουν και γεμάτοι αυτοπεποίθηση. Πρόκεται για έναν καλοκαιρινό και ανοιχτόχρωμο δίσκο. Όπως οι ηχητικοί τους παππούδες μεγάλωσαν στις κρυσταλλένιες παραλίες κάτω απο τον καυτό ήλιο, στο "Horchata" μας παρουσιάζουν ένα τροπικό σκηνικό όπου κάποιος θα έμοιαζε σαν τρελός με ένα χειμερινό αξεσουάρ όπως μια κουκούλα. Η σχεδόν παιδική και προσεκτική φωνή του Ezra συνοδεύεται καταρχήν απο ένα εφευρετικό drum beat και κατα δεύτερον απο τα τρισευτυχισμένα έγχορδα που πετάνε γύρω γύρω και φτιάχνουν ένα δροσιστικό κοκτέιλ και ας δείχνει το ημερολόγιο Δεκέμβρη.
Το κεχαριτωμένο "White Sky" συνεχίζει σε παρόμοιο κλίμα αλλά πλέον και ο ακροατής αλλά και οι ίδιοι δείχνουν ότι έχουν μπει πιο άνετα στο νόημα. Ένα βία τρίλεπτο γλύκισμα που σε ξεσηκώνει με τα φωνητικά ξεπετάγματα του Koenig που ακούγονται σα να έβαλε κάποιος χέρι κάτω απ'το φουστάνι του.
Το "Holiday" είναι ένα ανώδυνο περασματάκι που ξεφεύγει εύκολα απο το κεφάλι σου μιας και προδίδεται γρήγορα απο την πολύ light αντιγραφή των Strokes και τις μπουκωμένες κιθάρες του ενώ το "California English" συμπληρώνει ίσως το μοναδικό μέρος του δίσκου που ακούγεται σαν αποτυχημένη άσκηση ύφους πάνω στην Αφρικάνικη μουσική παρα τα αιθέρια πίσω φωνητικά που πάνε να σώσουν την κατάσταση απο τα ψευδο-αφροαγγλικά του Ezra.
Ευτυχώς απο κεί και πέρα ο δίσκος παίρνει το δρόμο του και φτιάχνει μια ευθεία πορεία, που οδηγεί μόνο προς τα πάνω. Από το "Taxi Cab" και τη ληθαργική ερμηνεία των νοσταλγικών στίχων πάνω σε ένα εκλεπτυσμένο, σχεδόν παρμένο απο την παιδική μας ηλικία σκονισμένο πιανάκι, στο ασταθές αλλά ερωτευμένο "Run" που πάντα βρίσκεται στην εποχή του χρόνου που οι λαιμοί των κύκνων σχηματίζουν καρδούλες.
Τα τελευταία τέσσερα κομμάτια είναι μια επίδειξη των καλύτερων συνθέσεών τους. Σα να προσπαθούν να ξεπεράσουν τον εαυτό τους κομμάτι με το κομμάτι. Το "Cousins" είναι σαφέστατα το "A-Punk" του δίσκου μόνο που είναι δέκα φορές πιο φορτισμένες οι μπαταρίες του και πιο ξέφρενος ο ρυθμός του. Οι ξύστρες χορεύουν παιχνιδιάρικα γύρω απο την πεντακάθαρη και γεμάτη ενέργεια ερμηνεία του Ezra και οι κιθάρες επιδίδονται σε μεξικάνικες μονομαχίες με τα ντραμς.
To 3ο single του δίσκου "Giving Up The Gun" είναι ένα σχεδόν τέλειο ποπ τραγούδι που αναλύει την απώλεια και την αναζήτηση της νεανικής ορμής (μια παρέα νέων ανερχόμενων star αποδεικνύεται η τελεια κομπανία για έναν τέτοιο ύμνο) "When I was 17, I had wrists like steel and I felt complete/And now my body fades behind a brass charade and I'm obsolete/But if the chance remains to see those better days, I'd cut the cannons down/My ears are blown to bits from all the rifle hits, but still I crave that sound".
Το "Diplomat's Son" ή αλλίως ένας 6λεπτος dancehall ύμνος για μια ομοφυλοφυλική σχέση, όπως το περιέγραψε ο κιθαρίστας τους, παίρνει sample απο το "Hussel" της M.I.A. και είναι ένα αξιοπρόσεκτο μίγμα όλων των επιρροών της μπάντας που βάζει σε ίσες ποσότητες την τρυφερότητα αλλά και την ένταση μιας κρυφής σχέσης και δείχνει γιατί οι VW και ειδικότερα το μυαλό του Koenig είναι μια χήνα με χρυσά αυγά για κριτικούς και κοινό. Εδώ κάνει όσα λατρεύουν οι κριτικοί, υποκύπτοντας στον πειραματισμό αλλά χωρίς να απορρίπτει τη μελωδική του φλέβα.
Για την κορύφωση του δίσκου βεβαίως το "Diplomat's Son" τσακώνεται εδώ και κάμποσο καιρό με το "I Think Ur A Contra" που συνεχίζει τα τσιγκλίσματα στο πνεύμα του Joe Strummer αλλά είναι τελείως διαφορετικής υφής κομμάτι. Πιό ζεστό και στοργικό, δείχνει άλλη μια πλευρά του ερμηνευτικού εύρους του Ezra και σε αγκαλιάζει με την ακουστική του κιθαρα και τα ανατριχιαστικά του εγχορδα όταν τελικά εξομολογείται "You said/'Never pick sides/Never choose between two'/Well I just wanted you/I just wanted you". Ένα τόσο όμορφο κομμάτι θα μπορούσε εύκολα να γίνει δακρύβρεχτο αλλά εδώ δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση. Σα να βλέπεις μια ρομαντική ιστορία γεμάτη ελπίδες να καταλήγει σε μελαγχολική απραξία. Θλιβερό αλλά τραγικά ρεαλιστικό.
Έχω την αίσθηση οτι το Contra θα ήθελε πάρα πολύ να είναι το Is This It της δεκαετίας που ξεκίνησε. Πιασάρικο και ευκολοάκουστο μέχρι εκεί που δεν πάει παραπάνω, μικροί και εύχρηστοι τίτλοι στα τραγούδια, στη διάρκειά τους και στο όνομα του δίσκου, αριστουργηματική καταγραφή αλλά όχι αντιγραφή των επιρροών και γενικότερα ένα συγκεκριμένο στυλ που φτιάχτηκε μετά απο πολλή σκέψη. Το αν τα κατάφερε θα το δούμε σε λίγο καιρό, αν αρχίσουν να βγαίνουν και να παίρνουν κομμάτια της μουσικής πίτας και άλλα συγκροτήματα εμπνευσμένα απο την δυτική afrobeat των Vampire, πάντως δεν είναι τόσο καλό όσο το Is This It για να μην αγχώνεται και ο Julian Casablancas.
Απο την άλλη ίσως αν άκουγα νωρίτερα το Contra να με επηρέαζε περισσότερο. Γεγονός ομως είναι οτι οι VW βρήκαν τη χρυσή τομή και έκαναν την καλύτερη και πιο συνειδητοποιημένη προσπάθεια της καριέρας τους που θα τους χαρίσει αυτομάτως και απαξιωτικές κριτικές στους επόμενούς τους δίσκους που δεν μπόρεσαν να επαναλάβουν την επιτυχία του Contra. Αν και Contra φωνάζουμε υπέρ τους...
Δεν είναι ψέμα ότι όλους μας συναρπάζουν οι ιστορίες των φτωχών outsiders που δεν είχαν στον ήλιο μοίρα αλλά κατάφεραν να μεγαλουργήσουν. Βλέπετε όλες αυτές οι κινούμενες εικόνες του Hollywood παραλείπουν να παρουσιάσουν τις μικρές λεπτομέρειες που αποδεικνύουν ότι όλοι σε κάποια στιγμή της ζωής μας βάλαμε τα χρήματα και το συμφέρον μας πάνω απ’όλα.
Όταν πεις σήμερα τη λέξη «Καζαντζίδης» οι περισσότεροι θυμούνται και γνωρίζουν τη γραφική φιγούρα που πλακωνόταν με τους εβραίους και τις εταιρείες. Λίγοι πλέον ξέρουν ότι είχε αρνηθεί να τραγουδήσει σε μια συναυλία προς τιμήν του όπου το εισιτήριο ήταν υπέρογκο και απλησίαστο για τον λαικό κόσμο που τον ανέδειξε. Όταν πεις τη λέξη «Αλεξίου» όλοι σκέφτονται μια αξιοπρεπή παρουσία που ποτέ δεν προκάλεσε. Λίγοι όμως ξέρουν ότι ένα από τα προηγούμενά της cd πωλούνταν φθηνότερα στην πλέον γνωστή αλυσίδα δισκοπωλείων αναγκάζοντας έτσι τα μικρότερα μαγαζιά να έρθουν σε ακόμα μειονεκτικότερη θέση.
Δεν υπάρχουν άγγελοι που λέει και το τραγούδι. Ούτε διάβολοι αντιστοίχως. Αν οι Vampire Weekend έχουν φοιτήσει σε κάποιο πανεπιστήμιο και σχεδόν πάντα φωτογραφίζονται σα να γύρισαν από καφέ στο Κεφαλάρι, αγγίζοντας τις παρυφές του lifestyle φωνάζοντας στο βίντεο του "Giving Up The Gun" τον Jake Gylenhall και τον Joe Jonas, ή αν ο βετεράνος μαύρος μουσικός Gil Scott-Heron φωτογραφίζεται να απολαμβάνει το τσιγάρο του στο εξώφυλλο του δίσκου του, είναι κάτι δευτερεύον και άπτεται άλλων κοινωνιολογικών συζητήσεων που δε σχετίζονται με την ίδια την ουσία και την έννοια της μουσικής.
Αυτό που ακούμε στο Contra είναι ένα μάτσο νεαρούς που λατρέυουν τους Clash και τις εξερευνήσεις που έκαναν στη μουσική του κόσμου, και που παίζουν με την αντίληψη που έχει ο κόσμος για τους ίδιους. Ο Ezra Koenig επειδή είναι έξυπνο παιδί διάλεξε την εικόνα ενός ξανθού πανέμορφου κοριτσιού με μια μπλούζα polo τραβηγμένη το 1983 ώστε να τεστάρει τις αντιδράσεις. Γιατί αυτό που για κάποιον είναι απλά ένα όμορφο κορίτσι για κάποιους άλλους συμβολίζει την πλουτοκρατία και τον καπιταλισμό μιας κόρης ενός πλούσιου μπαμπά πριν συναντήσει τον δάσκαλο του τένις.
Αυτό είναι και το παράλογο στις σύγχρονες κοινωνίες μας. Δε μας πειράζει η γνώση της αδικίας που βρίσκεται δίπλα μας (και πάνω μας, και κάτω μας, και αριστερά μας και δεξιά μας), αλλά είναι ικανή η εικόνα μιας κοπέλας με γυαλιστερό μαλλί να μας εξοργίσει. Κάτι τέτοιες συζητήσεις μου θυμίζουν εκέινο το στριπάκι της Μαφάλντα όπου ο μπαμπάς της πετάει κάτω έξω φρενών την εφημερίδα αφού διάβασε οτι ο διαιτητής αδίκησε την ομάδα του. Τότε έρχεται η Μαφάλντα που απλά είδε την εφημερίδα πεταμένη από την πλευρά των ειδήσεων του κόσμου και του λέει «μπράβο μπαμπά που ακόμα αντιδράς στις αδικίες της κοινωνίας μας».
Όπως όμως είπαμε και πριν o Koenig είναι έξυπνο παιδί και ξέρει οτι τέτοιες συζητήσεις στρέφουν τα βλέμματα στη μπάντα του και βοηθούν τη μπάλα να κυλήσει. Απόδειξη ο τρανός θρίαμβος του Contra που έκανε ντεμπούτο στο νούμερο 1 του Βillboard όντας μόλις το δωδέκατο άλμπουμ ανεξάρτητης εταιρείας απο τότε που άρχισαν να καταμετρώνται τα νούμερα που κατάφερε κάτι τέτοιο. Πέρα απο τις συζητήσεις για το υπόβαθρο των Νεοϋορκέζων και τις υψηλές πωλήσεις τί μένει απο τη μουσική;
Εκεί που ακούγονται ελαφρώς φοβισμένοι στο ομώνυμό τους, στο Contra ακούγονται σίγουροι για το τι θέλουν να κάνουν και γεμάτοι αυτοπεποίθηση. Πρόκεται για έναν καλοκαιρινό και ανοιχτόχρωμο δίσκο. Όπως οι ηχητικοί τους παππούδες μεγάλωσαν στις κρυσταλλένιες παραλίες κάτω απο τον καυτό ήλιο, στο "Horchata" μας παρουσιάζουν ένα τροπικό σκηνικό όπου κάποιος θα έμοιαζε σαν τρελός με ένα χειμερινό αξεσουάρ όπως μια κουκούλα. Η σχεδόν παιδική και προσεκτική φωνή του Ezra συνοδεύεται καταρχήν απο ένα εφευρετικό drum beat και κατα δεύτερον απο τα τρισευτυχισμένα έγχορδα που πετάνε γύρω γύρω και φτιάχνουν ένα δροσιστικό κοκτέιλ και ας δείχνει το ημερολόγιο Δεκέμβρη.
Το κεχαριτωμένο "White Sky" συνεχίζει σε παρόμοιο κλίμα αλλά πλέον και ο ακροατής αλλά και οι ίδιοι δείχνουν ότι έχουν μπει πιο άνετα στο νόημα. Ένα βία τρίλεπτο γλύκισμα που σε ξεσηκώνει με τα φωνητικά ξεπετάγματα του Koenig που ακούγονται σα να έβαλε κάποιος χέρι κάτω απ'το φουστάνι του.
Το "Holiday" είναι ένα ανώδυνο περασματάκι που ξεφεύγει εύκολα απο το κεφάλι σου μιας και προδίδεται γρήγορα απο την πολύ light αντιγραφή των Strokes και τις μπουκωμένες κιθάρες του ενώ το "California English" συμπληρώνει ίσως το μοναδικό μέρος του δίσκου που ακούγεται σαν αποτυχημένη άσκηση ύφους πάνω στην Αφρικάνικη μουσική παρα τα αιθέρια πίσω φωνητικά που πάνε να σώσουν την κατάσταση απο τα ψευδο-αφροαγγλικά του Ezra.
Ευτυχώς απο κεί και πέρα ο δίσκος παίρνει το δρόμο του και φτιάχνει μια ευθεία πορεία, που οδηγεί μόνο προς τα πάνω. Από το "Taxi Cab" και τη ληθαργική ερμηνεία των νοσταλγικών στίχων πάνω σε ένα εκλεπτυσμένο, σχεδόν παρμένο απο την παιδική μας ηλικία σκονισμένο πιανάκι, στο ασταθές αλλά ερωτευμένο "Run" που πάντα βρίσκεται στην εποχή του χρόνου που οι λαιμοί των κύκνων σχηματίζουν καρδούλες.
Τα τελευταία τέσσερα κομμάτια είναι μια επίδειξη των καλύτερων συνθέσεών τους. Σα να προσπαθούν να ξεπεράσουν τον εαυτό τους κομμάτι με το κομμάτι. Το "Cousins" είναι σαφέστατα το "A-Punk" του δίσκου μόνο που είναι δέκα φορές πιο φορτισμένες οι μπαταρίες του και πιο ξέφρενος ο ρυθμός του. Οι ξύστρες χορεύουν παιχνιδιάρικα γύρω απο την πεντακάθαρη και γεμάτη ενέργεια ερμηνεία του Ezra και οι κιθάρες επιδίδονται σε μεξικάνικες μονομαχίες με τα ντραμς.
To 3ο single του δίσκου "Giving Up The Gun" είναι ένα σχεδόν τέλειο ποπ τραγούδι που αναλύει την απώλεια και την αναζήτηση της νεανικής ορμής (μια παρέα νέων ανερχόμενων star αποδεικνύεται η τελεια κομπανία για έναν τέτοιο ύμνο) "When I was 17, I had wrists like steel and I felt complete/And now my body fades behind a brass charade and I'm obsolete/But if the chance remains to see those better days, I'd cut the cannons down/My ears are blown to bits from all the rifle hits, but still I crave that sound".
Το "Diplomat's Son" ή αλλίως ένας 6λεπτος dancehall ύμνος για μια ομοφυλοφυλική σχέση, όπως το περιέγραψε ο κιθαρίστας τους, παίρνει sample απο το "Hussel" της M.I.A. και είναι ένα αξιοπρόσεκτο μίγμα όλων των επιρροών της μπάντας που βάζει σε ίσες ποσότητες την τρυφερότητα αλλά και την ένταση μιας κρυφής σχέσης και δείχνει γιατί οι VW και ειδικότερα το μυαλό του Koenig είναι μια χήνα με χρυσά αυγά για κριτικούς και κοινό. Εδώ κάνει όσα λατρεύουν οι κριτικοί, υποκύπτοντας στον πειραματισμό αλλά χωρίς να απορρίπτει τη μελωδική του φλέβα.
Για την κορύφωση του δίσκου βεβαίως το "Diplomat's Son" τσακώνεται εδώ και κάμποσο καιρό με το "I Think Ur A Contra" που συνεχίζει τα τσιγκλίσματα στο πνεύμα του Joe Strummer αλλά είναι τελείως διαφορετικής υφής κομμάτι. Πιό ζεστό και στοργικό, δείχνει άλλη μια πλευρά του ερμηνευτικού εύρους του Ezra και σε αγκαλιάζει με την ακουστική του κιθαρα και τα ανατριχιαστικά του εγχορδα όταν τελικά εξομολογείται "You said/'Never pick sides/Never choose between two'/Well I just wanted you/I just wanted you". Ένα τόσο όμορφο κομμάτι θα μπορούσε εύκολα να γίνει δακρύβρεχτο αλλά εδώ δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση. Σα να βλέπεις μια ρομαντική ιστορία γεμάτη ελπίδες να καταλήγει σε μελαγχολική απραξία. Θλιβερό αλλά τραγικά ρεαλιστικό.
Έχω την αίσθηση οτι το Contra θα ήθελε πάρα πολύ να είναι το Is This It της δεκαετίας που ξεκίνησε. Πιασάρικο και ευκολοάκουστο μέχρι εκεί που δεν πάει παραπάνω, μικροί και εύχρηστοι τίτλοι στα τραγούδια, στη διάρκειά τους και στο όνομα του δίσκου, αριστουργηματική καταγραφή αλλά όχι αντιγραφή των επιρροών και γενικότερα ένα συγκεκριμένο στυλ που φτιάχτηκε μετά απο πολλή σκέψη. Το αν τα κατάφερε θα το δούμε σε λίγο καιρό, αν αρχίσουν να βγαίνουν και να παίρνουν κομμάτια της μουσικής πίτας και άλλα συγκροτήματα εμπνευσμένα απο την δυτική afrobeat των Vampire, πάντως δεν είναι τόσο καλό όσο το Is This It για να μην αγχώνεται και ο Julian Casablancas.
Απο την άλλη ίσως αν άκουγα νωρίτερα το Contra να με επηρέαζε περισσότερο. Γεγονός ομως είναι οτι οι VW βρήκαν τη χρυσή τομή και έκαναν την καλύτερη και πιο συνειδητοποιημένη προσπάθεια της καριέρας τους που θα τους χαρίσει αυτομάτως και απαξιωτικές κριτικές στους επόμενούς τους δίσκους που δεν μπόρεσαν να επαναλάβουν την επιτυχία του Contra. Αν και Contra φωνάζουμε υπέρ τους...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου