28.4.10

You can never earn enough/ Τo buy the gun that you want


Υπερδραστήρια όπως πάντα η μπάντα του Jamie Stewart. Δύο σχετικά σιωπηλά χρόνια έχουν περάσει από το Women As Lovers και ο συνθετικός οργασμός που εκφράζονταν είτε μόνο με τους Xiu Xiu είτε με τους πολλούς μουσικούς (Grouper, Parenthetical Girls, Devendra Banhart, Deerhoof κ.λ.π.) που ο Stewart έχει συνεργαστεί, διαταράχτηκε από το φευγιό της Caralee McElroy, σταθερής συνεργάτιδάς του και ξαδέρφης του. Η Caralee πήγε να παίξει στους Cold Cave μετά από πέντε χρόνια στο πλευρό του Stewart και αυτό απ’ ότι φαίνεται αποσυντόνισε τον ήρωα μας. Πολύτιμη η multi-instrumentalist Caralee αλλά τέτοιου είδους διαστήματα χωριστά αποδεικνύονται ευεργετικά στις περισσότερες των μουσικών περιπτώσεων. Όταν μάλιστα κάποιος μέσα σε διάστημα έξι χρόνων μετρά έξι στούντιο άλμπουμ, ένα live άλμπουμ, ένα άλμπουμ συλλογής ακουστικών ηχογραφήσεων, δύο άλμπουμ μαζί με τους ιταλούς Larsen, δύο EP και γύρω στα 15 singles τότε μια ολιγόλεπτη ραδιοφωνική σιγή δεν ακούγεται κακή ιδέα. Υπό αυτή την έννοια το Dear God I Hate Myself μοιάζει ωφελημένο. Υπό μια γενικότερη έννοια δεν ευνοείται ούτε αδικείται μιας και ο Stewart επιστρατεύει παρόμοια κόλπα με αυτά που γνωρίζει και μας επιδείκνυε και στο παρελθόν.

Τα «τρομοκρατημένα» του φωνητικά μοιάζουν με πολεμική ανταπόκριση εν μέσω βομβαρδισμών και όταν μιλάμε για τους Xiu Xiu συνήθως οι βομβαρδισμοί έρχονται από καταποντισμένα keyboards και πανικοβλημένα drums. Άλλες φορές είναι πιο ευχάριστος όπως στον ύμνο στην σοκολάτα (ιδιοφυής ιδέα αλήθεια, γιατί κανείς δεν είχε σκεφτεί να γράψει μια ωδή σε κάτι τόσο αγαπημένο;) "Chocolate Makes You Happy" ή όταν γράφει για τον Butters από το Southpark στο "Apple For A Brain" όπου ακούγεται όσο χαζούλης και αφελής πρέπει να ακούγεται κάποιος όταν μιλάει για τον θεούλη Professor Chaos. Άλλες (τις περισσότερες) πιο πραγματιστής και πιο επώδυνα δυσάρεστος όπως στο "Gray Death" που ζητάει επίμονα να «δείρουν» την κακή ενέργεια που βρίσκεται σε περίσσια μέσα του ή στο καταιγιστικό "House Sparrow" όπου θυμάται τον κατά συρροήν δολοφόνο Richard Chase, που συνήθιζε να πίνει το αίμα των θυμάτων του, κάνοντας μια πανέξυπνη αναγωγή στο τυραννικό περιβάλλον όπου μεγάλωσε ο Chase. Μοναχικές και αναπάντητες προσευχές στο Θεό ("Dear God I Hate Myself"), μια πιεστική ζωή χτισμένη γύρω από τις προσδοκίες των υπολοίπων στο εξαιρετικό "Hyunhye's Theme" και φυσικά πολύ sex. Παιδεραστία και εμπόριο λευκής σαρκός στο επικό "Falkland Road", σαδομαζοχισμός στο "Secret Motel". Θυμάται ακόμα και το μέλος των Larsen Fabrizio Palumbo που απ’ ότι φαίνεται ανταπέδωσε (;) και πάνω σε αυτόν μας χάρισε μία από τις καλύτερες στιγμές του δίσκου, ένα χιλιοθρυμματισμένο και παραπληγικό ηλεκτρονικής υφής κομμάτι ("Fabrizio Palumbo Retaliation").

Η φαντασία του Jamie οργιάζει και καταπιάνεται με δεκάδες διαφορετικά και τόσο ετερόκλητα θέματα που δείχνει ότι ο τύπος και η '80s μιζεροπόπ του έχουν πολλά να πουν ακόμα. Τώρα μάλιστα που φαίνεται ότι η καινούργια Angela Seo μπήκε στο κλίμα και η Caralee αντικαταστάθηκε επαξίως συνεχίζουμε από εκεί που μείναμε.





Γι'αυτά τα πουλιά εδώ πέρα έχουμε εκφραστεί πολλές φορές αποθεωτικά και δεν το μετανιώνουμε ούτε στο ελάχιστο. Τα Rook, Palo Santo και Winged Life υπήρξαν πολύ σημαντικά για τον υποφαινόμενο και η φωνή, το συνθετικό ταλέντο και η καλλιέργεια του Meiburg αξίζουν σε χρυσάφι το βάρος του. Με τον καιρό άλλο ένα τεράστιο ταλέντο ξεπετάχτηκε από το όχημα των Shearwater. Ο «Νορβηγός Θεός» και περκασιονίστας Thor Harris εξαντλεί τους τρόπους για να παράγει ήχους με την εφευρετικότητα και την άμεση επαφή και προσαρμοστικότητά του με την ύλη. Αυτό τον βοηθά από το να χτίσει ένα ολόκληρο σπίτι με ανακυκλώσιμα υλικά και μόνο με νεκρά δέντρα (όπως λέει στο γενικότερα πολύ ενδιαφέρον άρθρο για την ξεχωριστή ζωή ενός ντροπαλού «Θεού του Κεραυνού») μέχρι το να αλλάζει πλήρως το επίπεδο των συνθέσεών των Shearwater. Είναι προφανές ότι η ανάδειξη του Harris σε πρωταγωνιστή ήταν ένας από τους σκοπούς του Golden Archipelago. Πιο δύσκολος σκοπός σαφέστατα, όχι γιατί λείπει κάτι από τον Thor αλλά στο αυτί του ακροατή τα βασικά προβαλλόμενα υλικά είναι η φωνή και η μουσική. Βέβαια στα βασικά υλικά της μουσικής είναι τα drums αλλά αλήθεια είναι πως ο ρόλος που κατέχουν είναι δευτερευούσης προβολής (και όχι σημασίας) στο είδος των Shearwater. Αυτό το post rock ντυμενο με folk περιβολή διαφημίζεται κυρίως από τη μαγευτική φωνή του Meiburg και τη τρυφερή ακουστική κιθάρα ή το απαλό πιάνο. Αυτό αλλάζει εδώ πέρα, και ο ήχος γίνεται πιο πολύπλευρος αφου ο Thor χαρίζει έναν τελείως ιδιαίτερο περκασιονιστικό ήχο.

Ο Meiburg δήλωσε ότι το Golden Archipelago είναι το τελευταίο κομμάτι μιας τριλογίας παρατήρησης της φύσης που είχε αρχίσει με το Palo Santo. Το θέμα εδώ είναι τα νησιά και η σημειολογία τους σε σχέση με τον άνθρωπο. Κατά κάποιον τρόπο το Golden Archipelago παίρνει θέση στο αν τελικά ο άνθρωπος είναι ένα μοναχικό νησί.

Ο John Donne έλεγε πως κανείς άνθρωπος δεν είναι ένα νησί εννοώντας ότι κανείς άνθρωπος δεν είναι αυτόφωτος και μόνος. Αυτό το συμπέρασμα ταίριαζε στην Αναγέννηση. Στο δικό μας αιώνα περισσότερο ταιριάζει η διαπίστωση του Will Freeman από το About a Boy: "All men are islands. And what's more, this is the time to be one. This is an island age. A hundred years ago, for example, you had to depend on other people. No one had TV or CDs or DVDs or home espresso makers. As a matter of fact they didn't have anything cool. Whereas now you can make yourself a little island paradise. With the right supplies, and more importantly the right attitude, you can become sun-drenched, tropical, a magnet for young Swedish tourists."

Οι Shearwater πιστεύουν στον Donne απ'ό,τι φαίνεται, παρατηρώντας τη ματαιότητα του Freeman. Στο ρυθμικό "Black Eyes" αναγνωρίζουν το μεγάλο ψέμα της αιώνιας ζωής ενώ στο απαλό "Meridian" ο Meiburg «οδηγεί» μέσα στις αφύσικες μέρες που ζούμε. Η βιαιότητα που υπάρχει καθημερινά τριγύρω μας εκφράζεται τέλεια με το φρενήρες "Corridors" μέχρι να λυτρωθεί με το "Castaways" που καταλήγει "You are running from a rising tide, you are castaways" συνδέοντας την φυσική ζωή με την πραγματιστική που ζούμε καθημερινά.

Στο υπέροχο "Insular Life" θυμίζουν τους Arcade Fire στις πιο «έντεχνες» στιγμές τους ενώ νωρίτερα στην καρδιά του δίσκου "God Made Me" περιγράφουν ένα μεγάλο καταστροφικό γεγονός που οδηγεί στην συνειδητοποίηση της αχρηστίας της σύγχρονης ζωής. Ο Meiburg ακούγεται φοβισμένος περιγράφοντας με θρησκευτικό δέος το αποκαλυπτικό σκηνικό και η φράση "God Made Me", παρ'ότι στον τίτλο του τραγουδιού μοιάζει διττή, στο ίδιο το κομμάτι ακουμπά στην βιβλική έννοια παρουσιάζοντας την ανθρώπινη ύπαρξη ως κάτι καθαρό και αγνό μέσα στον μολυσμένο αέρα που μόνο κάτι θεϊκό και απόλυτο θα μπορούσε να την είχε δημιουργήσει.

Είναι επίσης πολύ ενδιαφέρον πως ενώ ο δίσκος ξεκινάει ως μια απόρριψη του Freeman ψάχνοντας μια αγνή πορεία που θα έσκιζε και θα ξαναέχτιζε από την αρχή μια αξιοπρεπή και «φυσική» ζωή, τελικά καταλήγει να τον δικαιώνει μιας και τα παραδεισένια και αγνά νησιά εκφράζουν την απεριόριστη απομόνωση. Και αν στο About A Boy ο Freeman καταλήγει - ως καινούργιος πλέον άνθρωπος - στο συμπέρασμα ότι πράγματι όλοι οι άνθρωποι είναι νησιά αλλά ενώνονται υποβρυχίως με αλυσίδες μεταξύ τους, στο μυστικιστικό και καταληκτήριο "Missing Islands" φαντάζεσαι ένα μοναχικό νησί να πλέει στη μέση του ωκεανού κατοικούμενο από κάποιον που έπνιξε την ελπίδα για συντροφιά πριν από πάρα πολλές αντανακλάσεις του πρωινού ήλιου στο πέλαγος.

Στο συγκινητικό και αριστουργηματικό "Hidden Lakes" το ξυλόφωνο του Harris πετάει γύρω από μια αναγεννησιακή μελωδία στο πιάνο και η τρυφερή φωνή του Meiburg μας θυμίζει το καταπληκτικό video του κομματιού όπου με αφορμή την ανταλλαγή δύο σκύλων το μήνυμα της μοναξιάς και της αποξένωσης που περνάει είναι πολύ δυνατό. Το "Landscape At Speed" επιβεβαιώνει ότι στις συλλογικές τους προσπάθειες είναι κορυφαίοι αφού ίσο μερίδιο αποθέωσης αξίζει το τουμπερλέκι του Harris με το μελαγχολικό ηλεκτρισμένο ριφάκι της κιθάρας που φτιάχνουν αυτό το post rock έπος.

Ο δίσκος μπορεί να μη γεμίζει το μάτι όσο άμεσα το γέμιζε το Rook ή το Palo Santo, αλλά στέκεται επάξια και υπερήφανα δίπλα τους. Πιο «δίσκος» από το Rook αλλά με λιγότερες μαγικές στιγμές. Σταθερά καταπληκτικοί όπως πάντα και ένα από τα καλύτερα συγκροτήματα εκεί έξω.





"We're interested in the alternate spaces people create in order to maintain identity in a city like L.A. Environments where outcasts and loners celebrate a skewered relationship to society" είπαν οι Liars λίγο πριν κυκλοφορήσει το πέμπτο τους άλμπουμ με τίτλο Sisterworld. Και πράγματι η υπόσχεσή τους γίνεται πράξη αφού όταν ακούς τον δίσκο η εικόνα μιας σούβλας να διαπερνά ανθρώπινο κρέας (μεταφορικά και κυριολεκτικά) δεν είναι παράταιρη. Αυτή όπως και πολλές άλλες. Μεθυσμένους ελεεινούς να δέρνονται για μια θέση πάρκινγκ έξω από ένα club, αποτυχημένες ζωές και πολύ αίμα. Υπάρχουν τόσες δολοφονικές μπαλάντες εδώ πέρα που ο Nick Cave θα ένιωθε μικροεγκληματίας που έκλεψε ψωμί από το φούρνο. Και αν οι φόνοι του Cave έχουν ένα υπόβαθρο τιμής και ρομαντισμού, οι φόνοι των Liars μοιάζουν να έχουν γίνει σε περίοδο αναταραχής και εξέγερσης όπου ο σώζων εαυτόν σωθείτο.

Το ύφος και το κλίμα του δίσκου είναι πολύ δυσάρεστα, αλλά από μουσικής απόψεως είναι ένα κατόρθωμα για τους Liars που καταφέρνουν να ακούγονται αρκετά διαφορετικοί και ακαλούπωτοι από δίσκο σε δίσκο. Στηριγμένο στις φόρμες του Hail to the Thief, το Sisterworld φυτρώνει εκεί που έχεσε το 6ο άλμπουμ των Radiohead. Και μη νομίζετε ότι είναι υποτιμητικό αυτό μιας και οι Liars δεν θα ήθελαν να είναι κάπως αλλιώς τα πράγματα. Έχουν επενδύσει στη σκοτεινή, μισανθρωπική και οργισμένη πλευρά του Hail και το έκαναν ακόμα πιο αναρχικό και βίαιο. Ειδικά το χορευτικό όργιο του πιο άμεσου κομματιού του δίσκου "Proud Evolution" είναι ένας πολύ χαριτωμένος φόρος τιμής στο "The Gloaming".

Από εκεί και πέρα τα keyboards χρησιμοποιούνται ελάχιστα και οι κιθάρες τους βλέπουν χαρά στα σκέλια τους καθώς είναι αλήθεια είχαν καιρό να τις χρησιμοποιήσουν και ο δίσκος καλυτερεύει όταν τον αντιμετωπίσεις σαν punk-rock θόρυβο. Ας πούμε, στο απολύτως ειρωνικό "The Overachievers" που κατακρεουργεί τον τρόπο ζωής και την υποκρισία της δυτικής ακτής της Αμερικής που μπορεί να οδηγάει υβριδικά αυτοκίνητα και να «αγαπάει τη γη» αλλά περνάει όλη τη μέρα της μπροστά στην τηλεόραση παχαίνοντας και καπνίζοντας χόρτο. Η επιρροή των Nirvana στο κομμάτι και στην ερμηνεία είναι σαφής. Και μετά, το "Goodnight Everything" που είναι ένα από τα καλύτερα κομμάτια που έχουν γράψει ποτέ με τις τζαζ πινελιές των πνευστών να χρωματίζουν όσο μελανά πρέπει το κομμάτι πριν έρθει η πανέμορφη και γεμάτη χημικά λήθη του "Too Much, Too Much" που μοιάζει με το αιθέριο progressive rock των Doves αλλά με μια σκοτεινότερη τροπή.

Αυτοί εδώ πάντως έχουν πολύ θράσος και πολλούς λαγούς να βγάλουν από το καπέλο τους. Αυτό είναι ένα από τα (πολύ) καλά τους κόλπα και η ακρόαση του είναι μια αληθινά διαδραστική και έντονη εμπειρία.



Υ.Γ.: Α ναι, να μην ξεχάσουμε να αναφέρουμε μια συναρπαστική είδηση που συνδέει δύο από τους τρεις πρωταγωνιστές μας. Ο Jamie Stewart θα προσθέσει και τον Jonathan Meiburg στην λίστα με τους καλλιτέχνες που έχει συνεργαστεί, και μαζί τα δυό τους θα βγάλουν δίσκο κάπου μέσα στο 2010 ως Blue Water, White Death. Ο αξιαγάπητος Meiburg μάλιστα μας ενημερώνει στο επίσημο forum των Shearwater ότι ο δίσκος ολοκληρώθηκε ήδη απλώς θα ασχοληθεί η κάθε μπάντα με την προώθηση του καινούργιου της υλικού προτού κυκλοφορήσει το άλμπουμ-συνεργασία που κατά πάσα πιθανότητα θα τιτλοφορείται Gall. Μια μίξη της κρυστάλλινης αθωότητας και της πίστης του Meiburg με την ποιότητα του έκπτωτου αγγέλου που διαθέτει ο Stewart ακούγεται λαχταριστή. Τώρα αν συμμετείχε σε αυτό το project και ο Angus Andrew των Liars θα είχαμε 100% επιτυχία σε αυτό το υστερόγραφο...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

 
Clicky Web Analytics