30.9.08

Some Beans Last A Long Time Mothefuckas

Μάλιστα. Καποιος μας έσβησε το χθεσινό post. Χωρίς προειδοποιήση,και χωρίς να ρωτήσουν κανέναν έσβησαν οτιδήποτε ίχνος υπήρχε. Ξενέρωμα μπορεί να χαρακτηριστεί αυτό που νιώθω, όπως και οργή για τον μεγαλοαδερφίστικο τσαμπουκά.

Προφανώς όλα αυτά υποκινούνται απο τον Paul Banks που χθες τον χαρακτήρισα τον χειρότερο στιχουργό στην πιάτσα. Κρίμα τα Hugo Boss κουστούμια σου ρε Paul.

Πέρα απο την πλάκα πιθανολογώ ότι αυτό που έκανε τη ζημιά ήταν το mixtape με τίτλο Some Beans Last a Long Time που ανεβάσαμε εχθές, το οποίο περιείχε ένα κομμάτι των Mercury Rev απο το καινούργιο τους άλμπουμ ανήμερα της κυκλοφορίας του. Δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι άλλο, γιατί όλα τα υπόλοιπα τραγούδια έχουν κυκλοφορήσει εδώ και καιρό. Τελοσπάντων.

Είναι ήδη πολύ αργά πολυχρονεμένες μου εταιρείες γιατί έχω βγάλει δεκάδες εκατομμύρια απο την εμπορική εκμετάλλευση των τραγουδιών απο την δική σας εταιρία, τα οποία θα ξοδέψω σε χρησιμοποιημένα κωλόχαρτα τα οποία θα έρχομαι κάθε βράδυ να πετάω στο κτίριο σας. Έπειτα θα φύγω στην Βραζιλία με την γυναίκα μου, οπού θα συνεχίσω να ανεβάζω κλεμμένα τραγούδια σε βραζιλιάνικα blogs.

Σε γρήγορη περίληψη εκτός απο το ότι έγραψα για την σκατένια στιχουργική ικανότητα του περουκοφόρου (είναι πολύ γελοίο για να είναι αληθινό το μαλλί) Paul Banks, είπαμε και πως συνήθως προσέχουμε πρώτα την μελωδία και μετά ασχολούμαστε με τους στίχους, όπως και ότι πολλά ελληνικά συγκροτήματα τα έχει φάει η μαρμάγκα λόγω άθλιων στίχων στα ελληνικά.Όλα αυτά αναπτύχθηκαν σε 3000 λέξεις με διαχωρισμένα κεφάλαια για την απαρράμιλη στιχουργική των Bloc Party, του αγαπημένου μας Alex Turner, και του Γιώργου Γερολυμάτου. Στην συνέχεια είχαμε συνέντευξη του κ. Γεράσιμου Γιακουμάτου ο οποίος μας δήλωσε αποκλειστικά "γαμιέται όποιος είναι πίσω απο την εξαφάνιση του χθεσινού post". You took the words right out of our mouth αγαπητέ Γερασιμούλη.

Για την ιστορία το mixtape ήταν κάπως έτσι:

Mercury Rev - "People Are So Unpredictable"
Beach House - "Some Things Last A Long Time"
Talk - "Return To Factory"
Beck - "Replica"
Stephen Malkmus - "Elmo Delmo"
Sigur Ros - "Inní Mér Syngur Vitleysingur" (Τους μισώ ακόμα περισσότερο που με ανάγκασαν να το ξαναγράψω αυτό το μακρινάρι)
Bloc Party - "Signs"
Martina Topley Bird - "Baby Blue"
Frightened Rabbit - "Poke"
Okkervil River - "On Tour With Zykos"
Shearwater - "Snow Leopard"
Joan As Police Woman feat. Rufus Wainwright - "To America"

Βρείτε τα και φτιάχτε το λοιπόν, τι περιμένετε;

24.9.08

Love in our life is just too valuable

Βρισκόμαστε στην κάψουλα. Στον ρόλο του αστροναύτη κάνουμε τούμπες άνευ βαρύτητας και θαυμάζουμε το άπειρο των αστεριών. Κλείνεις τα μάτια και σκέφτεσαι αναμνήσεις και μελλοντικές φαντασιώσεις. Όμορφες στιγμές λουσμένες με την ονειρική θολούρα που τις καθιστά άθικτες. Δεν θέλεις να τις ξαναζήσεις γιατί φοβάσαι ότι θα χαλάσεις την κοσμική σειρά με την παρουσία σου. Ξέρεις μέσα σου ότι ήταν τέλειες στιγμές που απλά τις τραβάς από το ντουλάπι της μνήμης σου όταν χάνεις το κουράγιο σου, και με μια έντονη επιθυμία να ζήσεις όχι τις ίδιες αλλά εξίσου παραμυθένιες στιγμές.

Στο κράνος σου καθρεφτίζεται ένας τύπος με ψαρά μαλλιά. Τριγύρω διάφοροι περίεργοι τρέχουν χοροπηδάνε και παίζουν μουσική καθισμένοι πάνω σε αρκουδάκια. Αστέρια πέφτουν και ουράνια τόξα πετούν δίπλα σου, χωρίς να βασίζονται σε κανέναν λογικό φυσικό νόμο, φωτίζοντας τη μικρή σου κάψουλα που γράφει στους τοίχους της Soft Bulletin. Κοιτάς το ημερολόγιο που δείχνει 1999. Ο ψαρομάλλης κύριος τραγουδά "Feeling Yourself Disintegrate" ενώ οι κιθάρες των προαναφερθέντων περίεργων κυρίων βγάζουν τις πιο γλυκές νότες που θα μπορούσαν να ακουστούν σε μια ταπεινή κάψουλα που κάνει τον γύρο της γης.

Οι στίχοι του, είναι τραγικά ειλικρινείς και χωρίς επίστρωση από ζάχαρη να τους κάνει πιο αρεστούς. Ο γκριζομάλλης κύριος μιλά με την παιδική του εύθραυστη φωνή για την αίσθηση της απώλειας ενός κομματιού από τον εαυτό σου και την αμφισβήτηση για το πόσο γερή τελικά, είναι η κόλλα που κρατάει την συνοχή και των υπολοίπων κομματιών. Η ανάγκη να μιλήσεις για την ματαιότητα του ανθρώπου σε πλησιάζει, και η ασημαντότητα που ούτως ή άλλως ένιωθες μέσα στην κάψουλα στην μέση του σύμπαντος σε κάνει να αισθάνεσαι σαν πετραδάκι στη μέση μιας Αμερικανικής Ερήμου. Και όμως…

Δε νιώθεις μηδαμινός γιατί είναι αυτές οι μελωδίες που συντροφεύουν τον καλοντυμένο ψαρομάλλη κύριο. Μελωδίες που σε κάνουν να νιώθεις δυνατός, λες και η ύπαρξη όλου του κόσμου εξαρτάται από σένα, μελωδίες κατευθείαν βγαλμένες από το θυμικό σου, μελωδίες που σε κάνουν να αναγνωρίσεις τον εαυτό σου σαν ένα κομμάτι από το μεγαλείο του σύμπαντος, μελωδίες που μπορούν να επαναφέρουν στο μυαλό σου και να παίξουν στον σκοτεινό θάλαμο του μέρους όπου συνδέεται η καρδιά με τον εγκέφαλο σου όλες τις όμορφες και ανέμελες στιγμές που έχεις ζήσει.

Τελειώνει το κομμάτι και βλέπεις την αλήθεια. Δεν είσαι Θεός που μπορείς να ζεις τις στιγμές από τον προσωπικό σου παράδεισο όποτε το θελήσεις. Αλλά ούτε ένα αμέτοχο όν στον ατελείωτο χείμαρρο του σύμπαντος που δεν έχει καμία απολύτως δύναμη ως προς τη μοίρα του. Στην πραγματικότητα, είσαι ένα μάλλον απλό όν που όμως με τη βοήθεια που σου προσφέρουν μερικές νότες, ή κάποιες κινούμενες εικόνες, ή τα μάτια της αγαπημένης σου όταν ξυπνάει το πρωί δίπλα σου, μπορείς να ανυψωθείς και να αποκτήσεις τη σοφία και το χρόνο ώστε να απολαύσεις ότι σου έχει προσφερθεί.

Οι θεωρίες λένε ότι ο Wayne Coyne έγραψε αυτό το τραγούδι ως κατευόδιο στον πατέρα που έχασε, άλλοι απλώς λένε ότι προήλθε από ένα ακόμα ατελείωτο acid trip που τόσο πολύ αρέσει σε εκείνον και την μπάντα του να επιδίδονται. Μπορεί να είναι μια εξαιρετικά απλοϊκή σκέψη ή μια έξαρση του υποσυνείδητου. Η άποψη του όμως για την ευτυχία και την ζωή είναι πάντα πεντακάθαρη και δεν είναι κάτι παραπάνω από αυτό που περιγράφει ο ίδιος σε ένα άρθρο του.

Όπως και να’ χει η κορύφωση του κομματιού όταν τραγουδά επαναλαμβανόμενα το “Feeling Yourself Disintegrate” με την ορχήστρα να οργιάζει από πίσω, το reverb να παγιδεύει την ομορφιά και να τη φέρνει στο αυτί σου ξανά και ξανά, δε γίνεται να μη σε συγκινήσει και να μη σε κάνει να αναρωτιέσαι γιατί δεν ανακάλυψες μέχρι τώρα αυτό το γεμάτο με παιδική αφέλεια, ενήλικη σκυθρωπότητα, και καλλιτεχνική ωριμότητα αριστούργημα.


22.9.08

Words don't express my meaning/ Notes could not spell out the score

"This watch I got here was first purchased by your great-grandfather during the first world war. It was bought in a little general store in Knoxville, Tennessee, made by the first company to ever make wrist watches. Up until then, people just carried pocket watches. It was bought by Private Doughboy Ryan Coolidge the day he set sail for Paris. This was your great-grandfather's war watch, and he wore it every day he was in the war. Then when he had done his duty, he went home to your great-grandmother, took the watch and put it in an old coffee can. And in that can it stayed 'til your granddad Dane Coolidge was called upon by his country to go overseas and fight the Germans once again. This time they called it World War Two. Your great-granddad gave this watch to your granddad for good luck. Unfortunately, Dane's luck wasn't as good as his old man's. Dane was a Marine and he was killed along with all the other Marines at the battle of Wake Island. Your granddad was facing death, and he knew it. None of those boys had any illusions about ever leaving that island alive. So three days before the Japanese took the island, your granddad asked a gunner on an Air Force transport named Winocki, a man he had never met before in his life, to deliver to his infant son, who he had never seen in the flesh, his gold watch. Three days later, your grandfather was dead. But Winocki kept his word. After the war was over, he paid a visit to your grandmother, delivering to your infant father, his Dad's gold watch. This watch. This watch was on your Daddy's wrist when he was shot down over Hanoi. He was captured and put in a Vietnamese prison camp. He knew if the gooks ever saw the watch that it'd be confiscated; taken away. The way your Dad looked at it, this watch was your birthright. He'd be damned if any slopes were gonna put their greasy yellow hands on his boy's birthright. So he hid it in the one place he knew he could hide something. His ass. Five long years, he wore this watch up his ass. Then when he died of dysentery, he gave me the watch. I hid this uncomfortable hunk of metal up my ass for two years. Then, after seven years, I was sent home to my family. And now, little man, I give the watch to you."
- "Captain Koons", Pulp Fiction

"My kids are starting to notice I'm a little different from the other dads. "Why don't you have a straight job like everyone else?" they asked me the other day. I told them this story: In the forest, there was a crooked tree and a straight tree. Every day, the straight tree would say to the crooked tree, "Look at me...I'm tall, and I'm straight, and I'm handsome. Look at you...you're all crooked and bent over. No one wants to look at you." And they grew up in that forest together. And then one day the loggers came, and they saw the crooked tree and the straight tree, and they said, "Just cut the straight trees and leave the rest." So the loggers turned all the straight trees into lumber and toothpicks and paper. And the crooked tree is still there, growing stronger and stranger every day"

“I don't think there's anything remotely ‘alt-country’ about my band, but I still get dogged by that every time I pull out the damn banjo: People are like, ‘Ah, the country or folk stylings of... .’ Jesus. What did this banjo ever do to you?”
- Jonathan Meiburg

"There are only two books written: Someone goes on a journey, or a stranger comes to town."
- Unsourced

"Paul Allen has mistaken me for this dickhead Marcus Halberstram. It seems logical because Marcus also works at P&P and in fact does the same exact thing I do and he also has a penchant for Valentino suits and Oliver Peoples glasses. Marcus and I even go to the same barber, although I have a slightly better haircut."
-"Patrick Bateman", American Psycho

Και αν αναρωτιέστε αν ο άνθρωπος είναι ικανός για τόσους φόνους όσους φαντάζεται (;) ο χαρακτήρας του Bret Easton Ellis, δείτε την ιστορία της μαντάμ Lalaurie. Μισή αστικός μύθος, μισή πραγματικότητα, ολόκληρη ανατριχίλα.

17.9.08

I was a cloud looking down/ Your frantic waving did not provoke feeling.

Είναι ίσως ο πιο έμφυτα ταλαντούχος τραγουδιστής στην ηλικία του (γεννήθηκε το '76), ενώ θα μπορούσαν να γραφτούν τετράδια επί τετραδίων για τη φωνή του.

Ο Jonathan Meiburg, το μισό κομμάτι από τους μέχρι πρότινος Διόσκουρους Okkervil River, αποφάσισε να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στους δικούς των Shearwater. Αποχαιρέτησε τον Sheff, τραγουδώντας στο πρώτο κομμάτι του Stand Ins, και πήγε και έβγαλε εύκολα έναν από τους καλύτερους δίσκους του 2008. Τα επίθετα στερεύουν όταν μιλάς για τόσο προικισμένη φωνή ικανή να μαγέψει και τον πλέον αδιάφορο ακροατή. Φωνή τεράστια σε έκταση και ποιότητα. Με μικρές ατελείωτες σκάλες να την διαφοροποιούν διακριτικά, άλλες φορές δυνατή, κρυστάλλινη και αμετακίνητη σαν ένας χαλύβδινος τοίχος, και άλλες φορές σπαρακτικά αδύναμη σαν ένας πλάτανος που τα κλαδιά του είναι έτοιμα να τσακιστούν από τον αέρα.

Το "I Was A Cloud" είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα των ιδιοτήτων που μπορεί να αποκτήσει η φωνή του Meiburg στην δεύτερη περίπτωση. Χτισμένο γύρω από μια υπνωτική ακουστική μελωδία, όλο το τραγούδι μοιάζει σαν μια γιγάντια τούρτα που πάνω της προστίθενται λαχταριστές πινελιές. Μοιάζει σαν ένα ποίημα που βρίσκει στον δρόμο του τη γοητεία και την εφευρετικότητα καθώς και όλα τα άλλα απαραίτητα συστατικά που χρειάζεται για να περάσει στην αιωνιότητα. Μοιάζει σαν μια εξερεύνηση σε ένα μαγεμένο δάσος που στο κάθε μονοπάτι του βρίσκεις δροσερές βρύσες, φωτεινά, μυστηριώδη και πανέμορφα πλάσματα, λουλούδια με τις πιο όμορφες μυρωδιές που υπάρχουν, και κρυμμένα απότομα βράχια που σε οδηγούν στην πανοραμική θέα ενός ξεχασμένου και απάτητου κόσμου.

Ο Jeff Buckley κάποτε είχε πει πως ευαίσθητος δεν είναι ο κλαψιάρης. Ευαίσθητος είναι αυτός που επηρεάζεται από το πέταγμα μιας πεταλούδας, και εμπνέεται από αυτό. Και είχε δίκιο. Ευαίσθητος είναι αυτός που ακούει τον ήχο των μυρμηγκιών που δουλεύουν αγόγγυστα. Είναι αυτός που συγκινείται με τις μικρές τραγωδίες που συμβαίνουν γύρω μας καθημερινά, είναι αυτός που θα ψάξει την έμπνευση στα μικρότερα και πιο αγνοημένα κείμενα μιας εφημερίδας. Ή στην προκειμένη περίπτωση ευαίσθητος είναι αυτός που, ερωτευμένος με τα πτηνά (απόφοιτος ορνιθολογίας γαρ) δημιουργεί ένα τραγούδι με θέμα την αβεβαιότητα ενός σπουργιτιού μπροστά στον ενδεχόμενο κίνδυνο της φωλιάς του.

Ξέρω, δεν ακούγεται πολύ cool σε έναν κόσμο που κάνει μόδα τις διαγαλαξιακές φιλοδοξίες του Matt Bellamy, αλλά δεν μετριούνται τα πάντα με το πόσο μεγάλα, πόσο γρήγορα και πόσο έτοιμα να καταναλωθούν είναι. Ο Meiburg (και συγχωρέστε μου που μιλάω σα να είναι μόνος του στο συγκρότημα, τη στιγμή μάλιστα που ο Thor Harris έχει τεράστιο μερίδιο στους δίσκους τους) προτιμά να μιλάει με διακριτικότητα, σε ένα τραπέζι γεμάτο φωνακλάδες συνδαιτυμόνες που δίνουν σημασία μέχρι εκεί που φτάνει η γλώσσα τους. Ας ελπίσουμε το παραμύθι να έχει καλό τέλος και οι Shearwater να κερδίσουν την προσοχή που τους αξίζει, και ας σαμποτάρονται από διάφορους αντιδραστικούς που τη βρίσκουν μέσα στην άρνηση τους.

Μέχρι τότε το τραγικά υπέροχο ακορντεόν στην μέση του κομματιού θα μας στοιχειώνει, η ψιθυριστή φωνή του Meiburg που τραγουδά με την τρυφερότητα και την αφοσίωση που σκεπάζει ένας πατέρας τον νεογέννητο γιό του θα μας συγκινεί, τα γλυκά ραβδίσματα της άρπας θα μεταμορφώνουν από κολοκύθα σε πριγκίπισσα την πολλές φορές στραβοκάνα μας καθημερινότητα, και σαν τελειωτικό χτύπημα η κυκλική μελωδία του πιάνου θα φτιάχνει μαγικά σκαλοπάτια που θα μας οδηγούν στον μικρόκοσμο των Shearwater.

16.9.08

Tiny tears make up a sea/ Don’t let them pour all over me

Το βροχερό απόγευμα στη Μασσαλία, οι μαγαζάτορες πάντοτε έτοιμοι για νέους πελάτες που θα θελήσουν να απολαύσουν το λιμάνι, ψηλοί και γεροδεμένοι άντρες που μέσα στην παραζάλη ενός ξένου μοιάζουν απειλητικοί, σειρήνες από ασθενοφόρα ακούγονται στο βάθος, ένας αστυνομικός μιλάει στην νεότερη πιθανότατα εκπαιδευόμενη συνάδελφο του, ένας μελαγχολικός, βλοσυρός άραβας κάθεται πίσω από την παιδική χαρά, μια φωτογραφία που βγάζεις μπροστά στην τσουλήθρα, γυναίκες περιεργάζονται τις Κυριακάτικες κλειστές βιτρίνες, το χρυσό άγαλμα της Παρθένου αγκαλιάζει την πόλη και στέκει σαν μακρινό ανεξερεύνητο όνειρο, παλιοί ανελκυστήρες που ανεβάζεις με δυσκολία τις αποσκευές σου, χοντρές μοκέτες στο πάτωμα, ίσως για να μειώνουν τον θόρυβο από καυγάδες, ο ευγενικός υπάλληλος στερεώνει τα γυαλιά του.

Αναρωτιέσαι πως επιβιώνει και φαντάζεσαι κάτω από το γραφείο του ένα όπλο. Το δωμάτιο έχει όσα χρειάζεσαι και παράθυρο με θέα τα φτωχικά και φθαρμένα από τον χρόνο παράθυρα. Οι γλάροι βαραίνουν και λυγίζουν τα σύρματα και παιδικές φωνές ακούγονται στην πίσω αυλή, συνωστισμός στα περίπτερα για τα τελευταία περιοδικά με εξώφυλλο τη γυναίκα του προέδρου, και ο ταξιτζής τρέχει την αυγή για να προλάβεις το τρένο.

Το πιανιστικό μοτίβο που επανέρχεται ουκ ολίγες φορές στο soundtrack των Tindersticks για το Nénette et Boni, δεν μπορεί να μη σε κάνει να μυρίσεις την λιμανίσια μυρωδιά, να νιώσεις στην μύτη σου τις σταγόνες καθώς έχεις σταματήσει σε ένα στενό δρομάκι της Μασσαλίας, όταν κοιτάς τις οδούς και ψάχνεις έναν αιωνόβιο φούρνο που περηφανεύεται για τα κουλουράκια του. Σε κάνει να φαντάζεσαι παθιασμένους άντρες που δεν αναρωτιούνται αν πρέπει να κοιμηθούν με την «μπέμπα» τους ή με την γυναίκα τους αυτό το βράδυ, χυμώδεις γυναίκες, όχι εύθραυστες και πορσελάνινες, αλλά με τα σημάδια της αβεβαιότητας που τους άφησαν οι δυσκολίες, σε κάνουν να θέλεις να τις προστατεύσεις, αλλά διακριτικά γιατί δεν θα επέτρεπαν ποτέ στον εαυτό τους κάποιον «μπαμπάκα», ανθρώπους που προσπαθούν να ξεπεράσουν την αρρώστια, ανθρώπους που έμαθαν να παλεύουν, ανθρώπους που δεν θεωρούν τίποτα δεδομένο και είναι αποφασισμένοι να διεκδικήσουν ότι έχει έρθει αυτόματα σε άλλους.

Οι Tindersticks γύρισαν στην Λιμόζ της Γαλλίας και ξαναβρήκαν την έμπνευση τους. Εκεί μπόρεσαν να ηχογραφήσουν το περσινό Hungry Saw, αλλά 12 χρόνια πριν μας έρχεται μια πραγματικά εμπνευσμένη τους στιγμή. Ένα μίνιμαλ άλμπουμ βασισμένο στο πιάνο, μάλλον σαν χάρη του Stuart Staples στην σκηνοθέτιδα Γαλλίδα φίλη του Claire Denis, πιάνει το άρωμα το οποίο αναδύεται από την Γαλλική ατμόσφαιρα και τον Γαλλικό κινηματογράφο και αφού μας περιτριγυρίζει με μικρά ορχηστρικά κομμάτια αφήνει ελεύθερη να ξεχυθεί την ένταση βάζοντας το παλιό "Tiny Tears" στη μέση του soundtrack.

Ευγενές, παλιομοδίτικα γοητευτικό, σκαλισμένο μέσα από το βάθος του υποσυνείδητου, άμεσο ώστε να νομίζεις πως ηχογραφήθηκε σε ένα απόγευμα, κάθε νότα απορροφά τον Μασσαλιώτικο αέρα και στον πετάει κάθε φορά εξίσου φρέσκο, αρκετά δυνατά ώστε να σε πνίγουν οι μνήμες.

10.9.08

They say I'm on top of my game

Μπορεί και να είστε αγαπητέ Guy.

Το κέρδισαν λοιπόν οι Elbow το Mercury, θριαμβεύοντας έναντι μεγάλων αντιπάλων και καταφέρνοντας να ζήσουν αυτό που o Garvey περιέγραψε με ειλικρίνεια ως την καλύτερη στιγμή της καριέρας τους. Οι Radiohead μάλλον θα καταλήξουν να είναι ο Scorsese (ακόμα και αυτός πήρε τελικά Oscar) των Mercury Awards, η Adele στενοχωρήθηκε, και όλοι οι υπόλοιποι χαρήκαν τη συμμετοχή τους. Κάποια στιγμή θα μιλήσουμε αναλυτικά για τους Elbow.

Τελευταίο και σημαντικότερο ένα mixtape με τα καλύτερα τραγούδια των υποψηφίων δίσκων.
British Sea Power - "No Lucifer"
Neon Neon - "Steel your Girl"
Laura Marling - "Tap at my Window"
Rachel Unthank and The Winterset - "Felton Lonnin"
Portico Quartet - "Knee Deep In the North Sea"
Radiohead - "Reckoner"
Robert Plant and Alison Krauss - "Rich Woman"
Burial - "Archangel"
Estelle - "No Substitute Love"
Elbow - "Some Riot"
Last Shadow Puppets - "Meeting Place"
Adele - "Hometown Glory"

Υ.Γ Δε σε χάλασε Turner…

9.9.08

And for once you must try not to shriek the facts/ Mankind is kept alive by bestial acts

Υπό φυσιολογικές συνθήκες δεν θα ασχολούμασταν με βραβεία.

Τα φετινά όμως Mercury Awards δεν μπορούσαν να μη μας κινήσουν το ενδιαφέρον. Οι υποψηφιότητες είναι από τις πιο λογικές των τελευταίων χρόνων (παρότι λείπουν οι Portishead, η Duffy και πάνω απ’ όλα η Pj Harvey) δεν υπάρχουν σίγουρα προγνωστικά, και κυριότερα περιμένουμε live εμφανίσεις από τους υποψήφιους. Ακόμα και αν έχουν χάσει μέρος της αξιοπιστίας τους, τα συγκεκριμένα βραβεία είναι με διάφορα το πιο αξιοπρεπή. Και φυσικά έτσι όπως τα κατάφεραν στο νησί - γκουχ - nme awards, q awards, brit awards - γκουχ - κλάσεις ανώτερα από άποψη σοβαρότητας.

Rachel Unthank and the Winterset - The Bairns
Χμμ, folk από το York (χα) με τίτλους όπως "Felton Lonnin", "Blue's Gaen Oot O'the Fashion", "My Lad's A Canny Lad", "Ma Bonny Lad", "Newcastle Lullaby". Ε, μετά από αυτά αν δεν θέλετε να αρπάξετε το Football Manager και να οδηγήσετε την Macclesfield στον τελικό του FA Cup τότε δεν έχετε ψυχή.

Burial - Untrue
Πρόσφατα μας αποκαλύφθηκε αυτός ο συμπαθής DJ. Δεν με ξετρελαίνει και μάλλον δεν είναι του στυλ μου να ψάχνω την μελωδία με το τυφέκιο. Παρ'όλα αυτά έχει ακόλουθους, είναι και ανερχόμενος - οι Άγγλοι τα γουστάρουν κάτι τέτοια - και τέλος πάντων έδειξε ότι δεν κυνηγάει την δημοσιότητα παρά μόνο την ανάγκη του να φτιάχνει μουσική.

Robert Plant and Alison Krauss - Raising Sand
Στην αρχή μου είχε φανεί λιγάκι βαρετό αλλά στη συνέχεια πολύ ενδιαφέρον. Οι κλασσικές blues επιρροές του Plant και σε καταπληκτική φόρμα οι φωνές τους. Μυστηριώδεις αλλά χαβαλεδιάρικες μελωδίες. Και προπαντός καθόλου jam. Δεν θα πρέπει να μας ξενίσει πάντως αν το πάρουν τα - με όλο το σεβασμό - ραμολιμέντα. Εδώ ο Γιοκαρίνης είναι υποψήφιος στα βραβεία Θεσσαλονίκης.

Estelle - Shine
"Πολύς κόσμος πλάκωσε σήμερα στο στούντιο ρε μαλάκα!" -"Ναι ρε, φτιάχνει το άλμπουμ της η Estelle και έχει φωνάξει όλο τον ντουνιά". Της κακομοίρας. Γύρω στους 5 παραγωγούς, συνεργασίες, φωνές, χαμός, τα παιδιά κλαίνε και τριγυρνάνε χεσμένα, και η γάτα χώθηκε στην αφάνα του Will Am.

Portico Quartet - Knee Deep In The North Sea
Ωραίο άλμπουμ αλλά δεν έχω ιδέα από τζαζ οπότε μην περιμένετε πολλά. Σε κάποια σημεία σε ταξιδεύει στα εξωτικά μέρη που αναφέρουν οι τίτλοι των κομματιών.

Laura Marling - Alas, I Cannot Swim
Άλλη μια πρωτοεμφανιζόμενη, αλλά με ένα άλμπουμ σχετικά αδιάφορο για να φτάσει την απήχηση της Norah Jones. Αφήστε που υπάρχει καλύτερη και πιο ψαγμένη εκδοχή.

British Sea Power - Do You Like Rock Music?
Εδώ είμαστε. Καταπληκτικό 3ο άλμπουμ από ένα υποτιμημένο συγκρότημα που κρύβει μέσα του την απέχθεια και το ενδιαφέρον για τον κόσμο σε ίσες ποσότητες. Έχουν μέσα τους το αυθεντικό πνεύμα Ρώσων ποιητών και μουσικά την ανυποχώρητη αίσθηση για το πώς πρέπει να είναι η Βρετανική Rock. Παρανοϊκοί πολλές φορές, συγχέουν άσχετες ιδέες μεταξύ τους, και στη συγκεκριμένη περίπτωση τρομερά επικοί. Οι Arcade Fire πριν τους Αrcade Fire.

Neon Neon - Stainless Style
Είναι αλήθεια πως έχουν αψεγάδιαστο στυλ αλλά έχω την αίσθηση πως δεν πέτυχε τόσο το πείραμα όσο το περίμεναν οι οπαδοί της electronica αλλά και οι υπόλοιποι. Όπως και να’ χει μια νίκη θα του έδινε την προσοχή που διεκδίκησε. Αμφιβάλλω όμως αν τελικά την αξίζει. Πόσο μάλλον όταν το καλύτερο κομμάτι του δίσκου ακούγεται σα να το έβγαλε o Gruff παρέα με τους πολύ τριχωτούς φίλους του.

Radiohead - In Rainbows
Για να δούμε… Τι θα μπορούσα να γράψω εδώ… Ίσως ότι όλα τα post μου από την αρχή του some beans αναφέρουν κάπου τις λέξεις Radiohead, Thom Yorke ή έχουν κάποιο σχετικό link. Θα το τράβαγα τόσο πολύ μάλιστα λέγοντας ότι υπάρχει περίπτωση να τους λατρεύω! Το καλύτερο άλμπουμ της προηγούμενης χρονιάς. Πιο οικουμενικό από τα προηγούμενα με βασικό θέμα τη συμφιλίωση με το δύσβατο παρελθόν. Οι Radiohead παίζουν μόνοι τους στο γήπεδο, και εμείς απλά ακούμε με ανοιχτό το στόμα.

Elbow - The Seldom Seen Kid
Η δεύτερη επιλογή μου. Ο Guy Garvey είναι μορφή από τις λίγες, και θα κάνει πάρα πολλά ακόμα πιο σπουδαία πράγματα στο μέλλον. Η ραδιοφωνική του εκπομπή σε γυρνά πίσω στις μέρες που άξιζε ν'ακούσεις ράδιο, ενώ η στιχουργική του ικανότητα είναι κορυφαία. Υπέροχες μελωδίες στον πιο ολοκληρωμένο τους δίσκο, με τον Garvey να τραγουδά σαν αδελφικός σου φίλος, τον χαμό ενός δικού του αδελφικού φίλου. Έγχορδα σε σωστά σημεία και η πιο κοντινή αίσθηση σε έναν βροχερό περίπατο στο Manchester.

Last Shadow Puppets - The Age of the Understatement
Τα είπαμε γι’ αυτούς. Μια χαρά άλμπουμ, αλλά αυτός ο Alex ρε παιδάκι μου... Με μια νίκη ακόμα το παίρνει σπίτι του, και εμείς παίρνουμε τα βουνά.

Adele - 19
Προφανώς έχει ταλέντο αλλά δεν προσπάθησε να απομακρυνθεί από τον χαρακτηρισμό «αντίγραφο της Amy Winehouse». Πράγμα που επεδίωξε και κατάφερε η Duffy και είδατε πως πήγαν τα πράγματα. Η Amy στο χώμα και η άλλη (η Duffy) αποκλειστικό του MTV Greece. Μεγαλεία.

Οι προτιμήσεις μου είναι
1. Radiohead - In Rainbows
2. Elbow - The Seldom Seen Kid
3. British Sea Power - Do You Like Rock Music?

2.9.08

I was supposed to be writing the most beautiful poems

Αυτοί είναι οι στίχοι κλειδί του υπέροχου αυτού κομματιού, από το τελευταίο άλμπουμ της μπάντας του Will Sheff, ενός από τους πιο «γραμματιζούμενους» (που έλεγε και η γιαγιά μου) τραγουδιστές rock μπάντας που κυκλοφορούν. Το άλμπουμ λέγεται Stand Ins και το κομμάτι που μας ενδιαφέρει ονομάζεται "On Tour With Zykos".

Για να μην υπάρξουν παρεξηγήσεις, δεν αναφέρεται στην εμπειρία που είχε η μπάντα περιοδεύοντας με αυτόν (πίφ). Αλλά ούτε με αυτόν.

Οι Zykos είναι μια μπάντα από το Austin του Texas με την οποία βρίσκονταν σε Tour οι αγαπητοί Okkervil River, και δεν έχει καμία απολύτως σχέση με το κομμάτι.

Ο Sheff αναλαμβάνει για μια ακόμα φορά να μιλήσει από την οπτική μιας γυναίκας κάνοντας το και πάλι πετυχημένα. Πιάνοντας την τραγικότητα, την μελαγχολία και το πείσμα της γυναικείας ψυχολογίας έπειτα από έναν έρωτα χωρίς ανταπόκριση. Ή τουλάχιστον έτσι νομίζει ο Sheff και εγώ, γιατί μπορεί στην πραγματικότητα, στην γυναικεία ψυχολογία έπειτα από έναν έρωτα χωρίς ανταπόκριση, να υπάρχει μίσος, εκδικητικότητα και οργή. Αλλά η αλήθεια είναι πως η πρώτη ερμηνεία ακούγεται πιο ευχάριστη.

Θα μπορούσε να ήταν εύκολα ένα τραγούδι της Joni Mitchell, ή της Dusty Springfield (και οι δύο μεγάλες επιρροές των Okkervil) πράγμα που δείχνει το στιχουργικό ταλέντο και την αδιαμφισβήτητη ικανότητα στην γραφή του Sheff.

Το τραγούδι συγγενεύει θεματικά με το "You Can't Hold The Hand Of A Rock And Roll Man" των ίδιων (το οποίο παρεμπιπτόντως είναι δανεισμένο από έναν στίχο του "Blonde in the Bleachers" της Joni Mitchell) και ασχολείται με τις αντικειμενικές δυσκολίες επιβίωσης ενός ειδυλλίου μιας groupie με έναν Rock star που βρίσκεται σε περιοδεία. Τραγικό πραγματικά.

Πέρα από την μικρή σημασία του θέματος, το κομμάτι βγάζει κάποιες αντικειμενικές αλήθειες που αντιστοιχούν στον καθέναν. Σαν αυτήν που καταλαβαίνεις (για να παραφράσω κάτι που είχε πεί κάποτε σε μια συνέντευξη του ο Thom Yorke) όταν βρίσκεσαι σε ένα αυτοκίνητο στη μέση της λεωφόρου, όντας σίγουρος ότι θα πρέπει να βρίσκεσαι κάπου αλλού, να κάνεις κάτι άλλο, αλλά δεν ξέρεις ακριβώς που θα έπρεπε να είσαι, και τι ακριβώς να κάνεις.

"I can't say that I'm feeling all that much at all
At 27 years old."

Είναι η αίσθηση πώς είσαι πολύ νέος για να νιώθεις κυνικός και να νομίζεις ότι τα έχεις δει/ κάνει/ νιώσει όλα, η ευθύνη που έχεις προς τα πράγματα που εκκρεμούν όταν συγκρούεται με την έμφυτη σε κάθε άνθρωπο τεμπελιά και αμφιβολία για τη σημασία όλων αυτών, ξέροντας ότι κοροϊδεύεις τον εαυτό σου, βαφτίζοντας απλές δουλειές σε κατορθώματα.

Ο Sheff είναι πολύ έξυπνος για να μην καταλάβει την αρρώστια της γενιάς του (μας) αλλά και πολύ διακριτικός για να μας τα πετάξει στα μούτρα, με ένα δήθεν διδακτικό τραγούδι κουνώντας μας το δάχτυλο.

Προτιμά να κρυφτεί πίσω από διάφορους μελαγχολικούς χαρακτήρες που φιλοσοφούν παρέα με ένα μπουκάλι μπύρας, σιχτιρίζοντας τους πάντες, τραβώντας από τα μαλλιά μικρά ειδύλλια για να επιβιώσουν λίγο ακόμα οι συζητήσεις με τους φίλους τους, κρύβοντας επιμελώς τον φόβο τους να ζήσουν και να κάνουν πράγματα.

Την ίδια στιγμή ένα νεαρό κορίτσι που έχει κουραστεί από τους ίδιους μεθύστακες, στο ίδιο μπαρ, στην ίδια πόλη, κάθε βράδυ, γυρνά τα μάτια της στον ουρανό σα να σκέφτεται «όχι πάλι» νοσταλγώντας τον περιπετειώδη άντρα που γνώρισε 2-3 βραδιές, πίνοντας το πρώτο κέρασμα από τον πιο μεθυσμένο πελάτη του μπαρ, όντας σίγουρη ότι της αξίζουν πολύ καλύτερα πράγματα.
 
Clicky Web Analytics